Ο Σέικ Ντουκουρέ ήταν ο απόλυτος πρωταγωνιστής στο ντέρμπι της Θεσσαλονίκης ανάμεσα σε Άρη και ΠΑΟΚ, αλλά για να φτάσει στο σημείο να χορέψει στο βροχερό σκηνικό του Βικελίδης και να φιλήσει για πρώτη φορά το σήμα των Κιτρίνων, χρειάστηκε να αφήσει την πόρτα του χειρουργείο κι ένα παρελθόν που του «φώναζε» να αφήσει την μπάλα από τα πόδια του.
Ο Αφρικανός μέσος δεν θυμήθηκε να παίζει ποδόσφαιρο φέτος, αλλά είναι αλήθεια ότι ήταν κοντά στο να ξεχάσει το πώς είναι να πανηγυρίζει ένα τέρμα μπροστά σε γεμάτες κερκίδες, όταν το μόνο που έβλεπε επί δύο χρόνια ήταν κλειστοί θάλαμοι ιατρείων κι ένα νυστέρι.
Αυτό το νυστέρι θα μπορούσε να τού είχε στερήσει για πάντα το όνειρο της στρογγυλής θεάς, αλλά ο ίδιος προτίμησε να μην το παρατήσει και δικαιώνεται απόλυτα στο σήμερα, με την ελπίδα ότι το παρόν θα του δείξει τον δρόμο για να «σβήσει» μια και καλή το πρόσφατο παρελθόν που τόσο πολύ τον πλήγωσε.
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ PREMIER LEAGUE ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΗΚΕ ΜΕΣΑ ΣΕ ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ
Και για να μιλήσουμε με γεγονότα, αρκεί να αναφέρουμε ότι τα περίπου 200 λεπτά συμμετοχής που έχει καταγράψει ήδη με τον Άρη είναι σχεδόν τα διπλάσια από τα όσα αγωνίστηκε σε διάστημα 2 ετών, από το 2019 μέχρι το 2021. Ένας «σκληρός» τραυματισμός» από την περίοδο που αγωνιζόταν στη Λεβάντε και μετά από μία μονομαχία με τον Καζεμίρο της Ρεάλ του έδειξε την πιο σκληρή και άδικη πλευρά του ποδοσφαίρου κι ενώ αυτός συνέχισε να της χαμογελάει, η μοίρα εξακολουθούσε να του γυρίζει επιδεικτικά την πλάτη.
Ρήξη χιαστού και στα καπάκια, έξι μήνες αργότερα, πρόβλημα στον τένοντα. Τι άλλο να υποστείς και πόσα να αντέξεις. Εκεί που βρισκόταν στο «ζενίθ» της καριέρας του και γλυκοκοιτούσε μέχρι και την προοπτική της Premier League μέσω της Άστον Βίλα, τα… χαστούκια της μοίρας ήταν απανωτά και δεν τον άφηναν να πατήσει χορτάρι. Στο μεσοδιάστημα, στα μέσα του 2020 ο δανεισμός του στην Ουέσκα ήταν περισσότερο τυπικός για να απαλλαγεί από το συμβόλαιό του η Λεβάντε, με τον ίδιο να καταγράφει μόλις 4 συμμετοχές (75′ λεπτά συμμετοχής) σε μία ομάδα που επί της ουσίας ποτέ δεν τον εμπιστεύθηκε.
Και πώς να το κάνει; Δεν είναι δε και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο, όταν από τα μεγαλύτερα ταλέντα της Ακτής του Ελεφαντοστού εξελίσσεσαι σε έναν «γυάλινο» παίκτη που έχει ξεχάσει να μαρκάρει. Αυτή ήταν η σκληρή αλήθεια που έπρεπε να κοιτάξει στα μάτια ο νυν μέσος του Άρη. Και δεν το έβαλε ποτέ κάτω. Πίστεψε στις δυνατότητες του, δούλεψε και θυμήθηκε ότι η «μπάλα και το ποδήλατο δεν ξεχνιούνται».
Η ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΛΕΓΑΝΙΕΣ ΚΑΙ Ο ΧΟΡΟΣ ΣΤΟ ΒΡΟΧΕΡΟ ΧΑΡΙΛΑΟΥ
Πριν φτάσουμε στον Γενάρη και τη μεταγραφή του στον Άρη, ο Ντουκουρέ πήρε μία στάλα (για τον ίδιο ήταν ολόκληρο ποτάμι) αυτοπεποίθησης χάρη στην Λεγανιές που τού έδωσε ξανά κάτι παραπάνω από 500 λεπτά συμμετοχής -για πρώτη φορά μετά το 2018- στα πόδια του στο πρώτο μισό της φετινής σεζόν και τον μετέτρεψε ξανά στο «pitbull» που κάλυπτε αποτελεσματικά τα κενά του παρτενέρ του στη μεσαία γραμμή και δεν δίσταζε να πατήσει στην περιοχή όταν του δινόταν η ευκαιρία.
Με την εμφάνισή του κόντρα στον ΠΑΟΚ αλλά και τα όσα είδαμε από τον ίδιο απέναντι στην ΑΕΚ την περασμένη εβδομάδα ο Ντουκουρέ «έσπασε» κάθε δεύτερη σκέψη που υπήρχε όταν αποκτήθηκε και πάτησε για πρώτη φορά το πόδι του στη Θεσσαλονίκη και παρά τα όσα πέρασε δεν φοβάται να βάλει τα πόδια του στη… φωτιά για μία κερδισμένη μπάλα. Στο ντέρμπι της Κυριακής κάλυψε σχεδόν διπλάσια χιλιόμετρα από τον Ματίγια, είχε 8 κερδισμένες μονομαχίες απέναντι σε Κούρτιτς και Σβαμπ του ΠΑΟΚ, 12 ανακτήσεις κατοχών προήλθαν από τα δικά του πόδια, μόλις 3 λάθη, 17 εύστοχες μεταβιβάσεις και φυσικά το γκολ με μία κεφαλιά-δυναμίτη που έκρινε τα πάντα.
Με λίγα λόγια έκανε τη δουλειά του Τζέιμς Τζέγκο που αποχώρησε για το Βέλγιο τον Γενάρη με την διαφορά ότι προσέφερε πολλά και στη δημιουργία, παίρνοντας παράλληλα καλό βαθμό για την ανασταλτική του λειτουργεία.
Στο πλάι του Μπούργος και με την αύρα του Χαριλάου ο Ντουκουρέ φαίνεται να βρίσκει ξανά τα πατήματά του, αν και το πιο σημαντικό σε αυτές τις περιπτώσεις είναι το χαμόγελο. Από τη στιγμή που θα το βρεις, δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα. Και στην περίπτωση του Ντουκουρέ ήταν πλατύ και πέρα για πέρα αληθινό…