Για μόλις δυο ώρες και κάτι, ο Ολυμπιακός έχασε τον τίτλο της πρώτης ομάδας στην ιστορία της Euroleague που κάνει μπρέικ στο Game 5. Ό,τι δεν είχε συμβεί σε 15 χρόνια και συνολικά 18 σειρές (19 με αυτή που πρόλαβε χρονικά να ολοκληρωθεί στο ΟΑΚΑ), προέκυψε εις διπλούν την ίδια βραδιά.
Πριν την τεράστια νίκη των νταμπλούχων Ελλάδας στη Βαρκελώνη, η Φενέρ πρόλαβε να κάνει το ιστορικό πρώτο break σε 5ο ματς των πλέι οφ με τη νίκη στο Μόντε Κάρλο. Ακόμα κι έτσι όμως, το επίτευγμα της ομάδας του Μπαρτζώκα έχει σαφώς μεγαλύτερη αξία και σημασία.
Πρώτα και κύρια, οι Ερυθρόλευκοι έγιναν η πρώτη ομάδα που ανατρέπει το εις βάρος της 2-1 μετά το 2017: η Ρέαλ πέρυσι επέστρεψε από το 0-2 οπότε το επίτευγμά της αποτελεί μια ξεχωριστή κατηγορία από μόνο του. Η αμέσως προηγούμενη ομάδα που το είχε καταφέρει ήταν και πάλι ο Ολυμπιακός, με θύμα του τότε την Εφές.
Το ότι αυτή τη φορά οι Πειραιώτες το έκαναν με νίκη στην έδρα του αντίπαλου, ασφαλώς και πρόκειται για κάτι μοναδικό. Ακόμα όμως κι αν κάποιος κατορθώσει στο μέλλον να επιστρέψει από το 1-2 και να προκριθεί με μπρέικ στο πέμπτο ματς, ο Ολυμπιακός του Μπαρτζώκα θα παραμένει η μοναδική ομάδα που χρειάστηκε στην πραγματικότητα τέσσερις νίκες για να φτάσει στο φάιναλ φορ.
Δεν πρόκειται για κάποιον αυθόρμητο ισχυρισμό, αλλά για αποδεδειγμένο γεγονός. Η αναγνώριση από τη Euroleague έστω ενός από τα εγκλήματα του Game 3 (εν προκειμένω της παράβασης 5” στην επαναφορά του Σατοράνσκι) επισημοποίησε την αλλοίωση-ληστεία στο ΣΕΦ. Θαρρώ πως δεν υπάρχει ούτε ένας μπασκετόφιλος σε ολόκληρη την Ευρώπη – ακόμα και οπαδός της Μπαρτσελόνα – που να πίστευε ότι οι Καταλανοί θα είχαν την παραμικρή ελπίδα να φτάσουν σε πέμπτο παιχνίδι μετά το 2-1 σε βάρος τους.
Η 13η πρόκριση του Ολυμπιακού σε φάιναλ φορ είναι μακράν η πιο επική για όλους τους λόγους που προανέφερα αλλά και για έναν ακόμη πιο σημαντικό. Το να καταφέρει μια ομάδα να βρει το κουράγιο και τα ψυχικά αποθέματα να επιστρέψει στο γήπεδο σε λιγότερες από 48 ώρες μετά απ’ όσα έγιναν, να ισοπεδώσει τον αντίπαλό της με 34 πόντους διαφορά και στη συνέχεια να πάει πίσω στην έδρα του για να τον αφήσει ξερό, θα παραμένει επίτευγμα μοναδικό στην ιστορία της διοργάνωσης. Και όλα αυτά με τον αρχηγό της απόντα από τα πρώτα τρία ματς…
Κάπου εδώ οφείλω να κάνω μια διευκρίνιση. Μετά τη ληστεία στο Game 3 ήταν πολλοί εκείνοι που έπαιρναν σβάρνα τα social media για να γράψουν «γιατί δεν φωνάζει η ΚΑΕ» και «γιατί δεν κάνουν φασαρία οι πρόεδροι». Κάποιοι μάλιστα μπήκαν στον πειρασμό να αρχίσουν τις συγκρίσεις με τις πρακτικές του Παναθηναϊκού και του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, λες και υπάρχει ποτέ περίπτωση να συμβεί κάτι τέτοιο υπό την ηγεσία των Αγγελόπουλων.
Δίχως την παραμικρή δημόσια αντίδραση από πλευράς Ολυμπιακού, η Ευρωλίγκα έκανε κάτι πρωτοφανές σε σειρά πλέι οφ, αναγνωρίζοντας επίσημα διαιτητικό λάθος που προκάλεσε αλλοίωση αποτελέσματος. Και κατ’ επέκταση αλλοίωση μιας ολόκληρης σειράς, αφού σε περίπτωση επικράτησης της Μπαρτσελόνα ουδείς θα μπορούσε να μιλήσει για δίκαιη πρόκριση.
Κυρίως όμως, δίχως την παραμικρή δημόσια αντίδραση από πλευράς Ολυμπιακού είδαμε στο 5ο ματς μια διαιτησία αντάξια της 2ης μεγαλύτερης μπασκετικής λίγκας του πλανήτη. Μαζί και την απόδειξη πως όταν οι διαιτητές θέλουν πραγματικά να παίξουν στα ίσια, τα όποια αναπόφευκτα λάθη τους θα είναι ισόποσα μοιρασμένα και σίγουρα δεν θα επηρεάσουν την έκβαση του αγώνα.
Να λυπήθηκε ξαφνικά η Ευρωλίγκα τους Ερυθρόλευκους μετά από ένα σερί κακών διαιτησιών (στο Game 2 ήταν 90-10, ασχέτως αν δεν το κάναμε θέμα), επιτρέποντάς τους να διεκδικήσουν επί ίσοις όροις την πρόκριση έστω και την ύστατη στιγμή; Σε μένα προσωπικά ακούγεται περίπου ως ανέκδοτο το παραπάνω. Και με δεδομένο ότι δεν είμαι φαν των συμπτώσεων, θεωρώ απίθανο αυτή η μεταστροφή να προέκυψε τυχαία. Τώρα τι θα δουν πάλι τα ματάκια μας στο φάιναλ φορ, αυτό είναι μια άλλη ιστορία…
Ο πρώτος πολύ μεγάλος στόχος της σεζόν επετεύχθη. Κάπως έτσι, οι Ερυθρόλευκοι μετρούν ήδη 2/2 τίτλους για φέτος, αλλά και μια ιστορική – πέρα από επική – πρόκριση σε φάιναλ φορ, αφού ποτέ ως τώρα δεν είχαν καταφέρει να φτάσουν για τρεις σερί σεζόν στην τελική τετράδα. Νομίζω πως η μέχρι τώρα συγκομιδή δεν είναι καθόλου άσχημη για μια ομάδα που ουσιαστικά δεν έχει παίξει ποτέ φέτος πλήρης και ολοκληρωτικά υγιής ως τώρα. Κυρίως όμως, για μια ομάδα με «κακό σχεδιασμό». Αυτό δεν σας έλεγαν τόσο καιρό αρκετοί απ’ όσους τώρα σαλιαρίζουν για τον «σκακιστή Μπαρτζώκα» και την «πεινασμένη αγέλη του»;
Έχω την αίσθηση πως αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή για να διαλύσουμε μια και καλή τον μύθο του περιβόητου «κακού/λανθασμένου σχεδιασμού». Προτού μπούμε στα βαθιά, θα σας θυμίσω ότι πριν από κάμποσους μήνες είχα εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους η φετινή χρονιά ήταν «μεταβατική». Κάποιοι «βιαστικοί» και σεσημασμένοι γκρινιάρηδες άρχισαν να διαφωνούν και να λένε τα δικά τους, λες και επρόκειτο για κάποιο αυθαίρετο συμπέρασμα και όχι την επισήμανση μιας δεδομένης κατάστασης.
Μέσα σε λίγες μέρες ο Ολυμπιακός έχασε τον MVP της Ευρωλίγκας και έναν ακόμη κομβικό παίκτη του που τού είχε ανατεθεί ηγετικός ρόλος από τον προπονητή του. Οι πιθανότητες να αντικατασταθούν επαρκώς αμφότεροι ήταν σχετικά λίγες έτσι κι αλλιώς. Πόσο μάλλον να γίνει εφικτή η αναπλήρωσή τους από παίκτες με ελληνικό διαβατήριο όπως διέθεταν εκείνοι.
Δεδομένα λοιπόν, ο Μπαρτζώκας και οι συνεργάτες του γνώριζαν εξαρχής ότι η ομάδα τους θα έπρεπε να καταφύγει σε έναν ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό ξένων, εξέλιξη που θα δυσκόλευε αρκετά την παρουσία τους στις εγχώριες διοργανώσεις. Ο Παναθηναϊκός επένδυσε στο συγκεκριμένο κομμάτι και γι’ αυτόν τον λόγο πλήρωσε την υπεραξία του Κώστα Σλούκα. Εκτός αν υπάρχει κάποιος που να πιστεύει ότι οι Πράσινοι δεν θα μπορούσαν να βρουν ξένο παίκτη με αντίστοιχα χαρακτηριστικά, πληρώνοντας σαφώς λιγότερα χρήματα.
Η εξομάλυνση με τα ελληνικά διαβατήρια στον Ολυμπιακό αναμένεται να ξεκινήσει το καλοκαίρι, ώστε να επιστρέψουμε ξανά σε ένα ρόστερ που δεν θα αλλάζει δραματικά από πρωτάθλημα σε Euroleague. Διότι σκεφτείτε πως στους επερχόμενους τελικούς ο Μπαρτζώκας θα αναγκαστεί να αντιμετωπίσει τον ΠΑΟ χωρίς τέσσερις ξένους (τρεις μονίμως κομμένοι και ο 7ος που θα κόβεται σε κάθε ματς). Αν σε αυτό το -4 προκύψει οποιοσδήποτε τραυματισμός, πράγμα που θεωρείται κανόνας φέτος μετά και το άσχημο πάτημα που δέχτηκε στη Ρόδο χθες ο Πετρούσεφ, θα μιλάμε για σχεδόν μισό ρόστερ εκτός.
Πριν την έναρξη της φετινής σεζόν έγιναν κινήσεις με συγκεκριμένη λογική. Από τη στιγμή που δεν έκατσε η περίπτωση του Μίροτιτς, οι Ερυθρόλευκοι κινήθηκαν σε εντελώς διαφορετική λογική αναβαθμίζοντας τον Πίτερς και βάζοντας δίπλα του έναν παίκτη με τις παραστάσεις και τις εγνωσμένες ικανότητες του Λουκ Σίκμα. Προφανώς δεν συζητούσαμε για αντι-Βεζένκοφ, αφού έγινε γρήγορα σαφές ότι ο Αμερικανός θα έπαιρνε τον ρόλο που είχε πέρυσι ο Πίτερς.
Δεν θυμάμαι κανέναν να διαφωνεί με την απόκτηση του Σίκμα, αντιθέτως θυμάμαι τα αφιερώματα για το μπασκετικό μυαλό του και το πόσο καλά θα μπορούσε να κουμπώσει στο μπάσκετ του Μπαρτζώκα. Συνεπώς, η λογική πίσω από την επιλογή του Αμερικανού φαινόταν ξεκάθαρη και απολύτως μπασκετική. Με τους Μιλουτίνοφ και Γουίλιαμς-Γκος να έχουν ήδη προστεθεί στο ρόστερ, τα πράγματα έδειχναν σε πολύ καλό δρόμο.
Ο αρχικός προγραμματισμός ήταν έτοιμος να απογειωθεί με μια ηχηρότατη κίνηση στην περιφέρεια. Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η απόκτησή του θα ήταν δεδομένη αν το όνομα του Μάικ Τζέιμς δεν «έσπαγε» στην πιάτσα, ωστόσο είναι σαφές ότι το πράγμα δυσκόλεψε ακόμα περισσότερο μόλις το θέμα πήρε μεγάλη έκταση.
Το επόμενο όνομα ήταν αυτό του Κέντρικ Ναν. Πολύ πριν ο Παναθηναϊκός ασχοληθεί μαζί του, οι Πειραιώτες είχαν κάνει επαφές με τον Αμερικανό επιχειρώντας να τον φέρουν πριν την έναρξη της σεζόν. Το τρενάρισμα του Ναν ωστόσο, ήταν για τον Ολυμπιακό deal-breaker από τη στιγμή που δεν είχε την πολυτέλεια του χρόνου.
Στο μεσοδιάστημα προέκυψε θέμα με την κατάσταση του ΜακΚίσικ και κάπου εκεί οι προτεραιότητες επανακαθορίστηκαν και αντί για combo guard με έφεση στο σκοράρισμα, αναζητήθηκε ένα «τριαροδυάρι». Έχουμε φτάσει ήδη στα μέσα Σεπτέμβρη και ο κόσμος πιέζει για μεταγραφή γιατί βλέπει τον Παναθηναϊκό να έχει ενισχυθεί σημαντικά. Και δεν είναι μόνο ο κόσμος που πιέζει αλλά και τα ΜΜΕ.
Εντέλει ο Ολυμπιακός καταλήγει στον Μπραζντέικις, αφού πάνω από τον Σακίλ υπήρχε ένα τεράστιο ερωτηματικό. Ο Αμερικανός πίεσε τον εαυτό του για να αγωνιστεί και μετά την πρεμιέρα στο ΟΑΚΑ έχασε 9 σερί ματς μέχρι την ολιγόλεπτη επανεμφανισή του στο Μονακό την 11η αγωνιστική. Για να δούμε κάτι από τον παλιό καλό ΜακΚίσικ χρειάστηκε να φτάσουμε στις 22 Δεκεμβρίου και τον αγώνα με τη Βιλερμπάν. Ασχέτως αν τα ξεπλήρωσε όλα και με το παραπάνω στα πέντε παιχνίδια των πλέι οφ…
Ο Μπραζντέικις ήρθε στο ΣΕΦ μετά από μια αξιοπρεπέστατη παρθενική σεζόν στη Euroleague και εξαιρετικές εμφανίσεις στο Μουντομπάσκετ. Αν ανατρέξετε στα τότε σχόλια αλλά και στα scouting reports που τον συνόδευαν από την Αμερική κιόλας, θα συναντήσετε πολλές εγκωμιαστικές αναφορές ειδικά στις επιθετικές του αρετές και στην ικανότητά του να δημιουργεί προσωπικές φάσεις με μπούκες προς το καλάθι.
Το ότι πληρώθηκε ένα σεβαστό buy-out στη Ζαλγκίρις μαρτυρούσε την πίεση υπό την οποία βρισκόταν ο Ολυμπιακός για μεταγραφή. Όπως και να το κάνεις, αν είσαι διατεθειμένος εξαρχής να αγοράσεις έναν παίκτη, δεν περιμένεις τέλη Σεπτέμβρη για να το κάνεις. Έστω και σε πολύ προχωρημένο σημείο, το ρόστερ έμοιαζε να κλείνει. Στην πραγματικότητα είχε μείνει μονάχα μια εκκρεμότητα…
Ότι η σεζόν δεν θα έβγαινε με τέσσερις ψηλούς ήταν κοινό μυστικό. Και πρώτος απ’ όλους το ήξερε ο Μπαρτζώκας, ο οποίος πέρυσι είχε Μπλακ και Μπολομπόι δίπλα στον Φαλ. Η κίνηση για ένα τεσσαροπεντάρι ήταν δεδομένο ότι θα γινόταν, αλλά στο σωστό τάιμινγκ και για τον κατάλληλο παίκτη. Το όνομα του Πετρούσεφ είχε τεθεί στα υπόψη του Ολυμπιακού καιρό πριν και υπήρχε η πληροφόρηση πως αργά ή γρήγορα θα έμενε ελεύθερος. Αντί λοιπόν να γίνει μια «έγκαιρη» κίνηση για κάποιον παίκτη χαμηλότερων προδιαγραφών, προτιμήθηκε η αναμονή για τον Σέρβο.
Όταν ο Σίκμα επέστρεψε από τον τραυματισμό του και έκανε την πολύ καλή εμφάνιση στο Βελιγράδι με τη Μακάμπι, οι επαφές με την πλευρά του Πετρούσεφ ήταν ήδη σε εξέλιξη. Με απλά λόγια, ο Ολυμπιακός δεν αναζητούσε αντικαταστάτη του Λουκ αλλά μια προσθήκη ακόμη. Η άποψη του Μπαρτζώκα για τον Φίλιπ ήταν εξαιρετική, η παρουσία του Μιλουτίνοφ διασφάλιζε την αμεσότερη προσαρμογή του στην ομάδα και μόλις αφέθηκε ελεύθερος από τους Κινγκς μετά από ένα περίπλοκο trade, η μεταγραφή ολοκληρώθηκε με συνοπτικές διαδικασίες.
Κάπου μέσα σε όλα αυτά ο Ναζ Μήτρου-Λονγκ πήρε ελληνικό διαβατήριο, δίνοντας στον Ολυμπιακό τη δυνατότητα να ενισχύσει το εγχώριο ρόστερ του. Και αυτή η κίνηση ήταν εντός προγράμματος, αφού η εξέλιξη με το διαβατήριο ήταν από καιρό γνωστή: αν ο Ναζ το είχε πάρει στις αρχές Οκτώβρη όπως και ο αδερφός του, η μεταγραφή θα είχε γίνει από τότε. Πάντα με γνώμονα ότι ο αριθμός των ξένων ήταν ήδη μεγάλος και θα αυξανόταν κι άλλο με την προσθήκη πέμπτου ψηλού που εκκρεμούσε.
Η μόνη πραγματικά εκτός προγράμματος και σχεδιασμού κίνηση ήταν αυτή του Μόουζες Ράιτ. Η οποία ωστόσο φανέρωσε τα τρομερά αντανακλαστικά ολόκληρης της ΚΑΕ. Μέσα σε λίγα 24ωρα ο Ολυμπιακός έχασε και τους δυο σέντερ του (Φαλ και Μιλουτίνοφ) και ειδικά ο σοβαρός τραυματισμός του Σέρβου οδήγησε στην απόφαση μιας ακόμη προσθήκης.
Όπως έχω πει, δεν είμαι από τους ανθρώπους που πιστεύουν στις συμπτώσεις. Από την άφιξη του Μωυσή κι έπειτα ο Ολυμπιακός πήρε αμπάριζα σχεδόν όλη την Ευρωλίγκα, χάνοντας μόνο από την Εφές σε ένα ματς που ήταν τελικός για τους Τούρκους. Και μόλις επέστρεψε και ο Μιλουτίνοφ, οι Καταλανοί είδαν τα ραδίκια ανάποδα…
«Γιατί δεν περίμενε τον Ναν ο Ολυμπιακός;» έλεγαν πολλοί εκ του ασφαλούς, όταν ο Αμερικανός ξεκίνησε να παίρνει μπρος μετά τις πρώτες μουδιασμένες εμφανίσεις του. Είμαι βέβαιος ότι οι ίδιοι γκρίνιαζαν μέσα στον Σεπτέμβριο για το γεγονός πως είχε καθυστερήσει η προσθήκη στην περιφέρεια. Φανταστείτε λοιπόν να έμπαινε ο Ολυμπιακός χωρίς μεταγραφή στο ξεκίνημα της σεζόν, να έχανε στο ΟΑΚΑ και να γινόταν νοσοκομείο όπως έγινε, τι θα έλεγαν ακριβώς οι ίδιοι άνθρωποι.
Ο Παναθηναϊκός δεν είχε στα πλάνα του να πάρει τον Ναν. Το έκανε όταν ο Αταμάν διαπίστωσε ότι ο Κάιλ Γκάι δεν μπορούσε να προσφέρει αυτά που νόμιζε και όταν αντιλήφθηκε ότι δεν μπορεί να βασιστεί πάνω στον ευπαθή Βιλντόσα. Τον οποίο μάλιστα «σέντραρε» άκομψα κάμποσες φορές σε δηλώσεις του.
Για να το κλείσουμε αυτό το θέμα λοιπόν, ο Ολυμπιακός ήταν αδύνατον να μπει στη διαδικασία μιας ακόμη μεταγραφής στην περιφέρεια στα τέλη Οκτώβρη και μάλιστα ξένου. Όπως ήταν αδύνατον να περιμένει ως τότε χωρίς να έχει πάρει παίκτη. Η κουβέντα περί «λαθών στο σχεδιασμό» ξεκίνησε με το που πλάκωσαν οι τραυματισμοί και ειδικά όταν ο Πίτερς έμεινε μόνος του στο «4». Όντως, θα μπορούσε να έχει αποκτηθεί από την αρχή ένας πέμπτος ψηλός, ωστόσο σίγουρα δεν θα ήταν των προδιαγραφών αλλά και των προσδοκιών του Πετρούσεφ.
Βρισκόμαστε στα μέσα Μαΐου κι ενώ οι Ερυθρόλευκοι έχουν περάσει τα πάνδεινα από το καλοκαίρι κιόλας, η τροπαιοθήκη τους είναι πλουσιότερη κατά δυο τζετζερέδια (Σούπερ Καπ και Κύπελλο Ελλάδας) και μπροστά τους υπάρχει ένα ακόμη φάιναλ φορ.
Το πιο απίθανο σε όλη αυτή την ιστορία είναι πως υπάρχουν άνθρωποι που έχουν γράψει τα χίλια μύρια για τις επιλογές του Μπαρτζώκα και ταυτόχρονα αποθεώνουν τον Αταμάν που χρειάστηκε ρεκόρ διαφοράς βολών σε Game 5 προκειμένου να αποκλείσει την άστεγη Μακάμπι. Η οποία μάλιστα έχασε στο πρώτο ματς τον κορυφαίο σκόρερ της και τον έναν από τους δυο ποιοτικότερους παίκτες της (Μπάλντγουιν).
Τον ίδιο Αταμάν με το ροτέισον των 7 παικτών, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα δεν θα έφτανε ποτέ στο φάιναλ φορ χωρίς τη μεγαλοψυχία της Ρεάλ. Το πόσο αλλοίωσε τη βαθμολογία και εντέλει τη σύνθεση της τελικής τετράδας του Βερολίνου εκείνο το απροσδόκητο «διπλό» γίνεται εύκολα κατανοητό πλέον, αν και σας είχα γράψει γι’ αυτό από τις 8 Μαρτίου.
Σε αυτή τη γεμάτη ατυχίες – και επαναλαμβάνω – μεταβατική σεζόν, ο Ολυμπιακός με τον «κακό σχεδιασμό» έκλεισε την κανονική περίοδο με μια νίκη λιγότερη από τον Παναθηναϊκό του φοβερού και τρομερού Αταμάν, φτάνοντας εντέλει στο φάιναλ φορ με τον πιο παλικαρίσιο τρόπο στην ιστορία της Euroleague. Με δυο νίκες μέσα στην καλύτερη έδρα της φετινής περιόδου και μια ληστεία στο Game 3 που θα εκτροχίαζε οποιαδήποτε άλλη ομάδα.
Το ιδανικό θα ήταν ο Μπραζντέικις να είχε δείξει τα στοιχεία εκείνα που οδήγησαν στην επιλογή του, έστω και υπό τις συνθήκες που προανέφερα. Σε μια τέτοια περίπτωση θα είχε βοηθήσει πολύ τόσο πίσω από τον Παπανικολάου, όσο και στο «2» ειδικά στις κακές βραδιές του Κάνααν. Εμφανίστηκε ωστόσο την κατάλληλη στιγμή ο άνθρωπος που έγινε εξαρχής αφορμή για την επιλογή του Ίγκνας, κάνοντας την κορυφαία σειρά της καριέρας του. Ο ΜακΚίσικ ήταν ο MVP των φετινών πλέι οφ για τον Ολυμπιακό, κυριολεκτικά τρυπώντας το ταβάνι του ειδικά στις τρεις νίκες.
Κάτι ανάλογο ισχύει και για τον Σίκμα που δεν κατάφερε να αποτυπώσει στο παρκέ την κλάση και την εμπειρία του, δίχως να παραγνωρίσουμε τη συμβολή του στο Game 1. Ακόμα κι εκεί όμως, κανένα πρόβλημα. Διότι όταν το ρόστερ ολοκληρώθηκε πραγματικά, ο παίκτης που ήρθε για να συμπληρώσει τη γραμμή των ψηλών είχε βραδιές που σε έκανε να αναρωτιέσαι για το ποιος θα πρέπει τελικά να θεωρείται βασικός στο «4».
Ο Πετρούσεφ ήταν εξαιρετικός στα πλέι οφ, ολοκλήρωσε τη σειρά με 12,6 PIR σε 20 λεπτά συμμετοχής και μόνο ο Σακίλ με τους 12 πόντους και το 13,2 PIR μ.ο. (αλλά και την τεράστια εμφάνιση στο Game 5) βρέθηκε από πάνω του. Ο δε Μιλουτίνοφ έδειξε τα δόντια του μόλις άρχισε να πατάει καλύτερα μετά τον σοβαρό τραυματισμό που πέρασε, ενώ ο Γκος παρά τους τραυματισμούς που τον ταλαιπώρησαν, μετά το εντυπωσιακό φινάλε στην κανονική περίοδο ήταν κομβικός στο Game 1 και σημαντικός στο Game 5 παρά τα 6 λάθη του.
Αν προσθέσουμε και τον Ράιτ, τη μόνη μεταγραφή εκτός προγράμματος, που στο διάστημα που βρίσκεται στο παρκέ ο Ολυμπιακός είναι πάντα στο «συν» (και γι’ αυτό δεν μπορώ να διαβάζω κουταμάρες σχετικά με την παρουσία του στην άμυνα η οποία προκαλεί συχνά τρόμο στον αντίπαλο οδηγώντας τον σε λάθη ή σε παιχνίδι πολύ μακριά από το καλάθι), έχουμε όλη την εικόνα μπροστά μας.
Όχι μόνο ο σχεδιασμός δεν ήταν «κακός» (παρά τις δεδομένες δυσκολίες που εξήγησα) όπως αναμασούσαν πολλοί για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά ακόμα και η αντίδραση με την καθοριστική μεταγραφή του Μωυσή απέδειξε ξανά πως η όποια διαφορά εκατομμυρίων από τα κορυφαία μπάτζετ αναπληρώνεται στο ΣΕΦ με την ικανότητα και τη σκληρή δουλειά όλων. Έστω και σε μια σεζόν με αδιανόητη κακοδαιμονία, η οποία μετέβαλε σε μεγάλο βαθμό την αγωνιστική φιλοσοφία του Μπαρτζώκα κυρίως στο επιθετικό κομμάτι.
Η μεγαλύτερη επιτυχία των Ερυθρόλευκων είναι ότι αυτή τη φορά πηγαίνουν στο φάιναλ φορ ως αουτσάιντερ αλλά με νοοτροπία «υποτιμήστε μας και θα σας φάμε τα λαρύγγια». Από τις 30 Ιανουαρίου και σε συνολικά 16 αγώνες Euroleague, ο Ολυμπιακός του Μπαρτζώκα (και πάνω απ’ όλα των Αγγελόπουλων με το 9ο φάιναλ φορ επί των ημερών τους), έχει στην πραγματικότητα μόλις δυο ήττες: μια από την Εφές και άλλη μια στο Game 2 της Βαρκελώνης. Φανταστείτε δηλαδή τι θα γινόταν αν ο σχεδιασμός δεν ήταν «κακός»…