Η εθνική Ελλάδας έκανε το χρέος της με εμφατικό τρόπο κόντρα στο Καζακστάν και το απόγευμα της Τρίτης (26/3, 19:00) έχει ραντεβού με την ιστορία στην αναμέτρηση κόντρα στη Γεωργία με φόντο την επιστροφή στις μεγάλες διοργανώσεις 10 χρόνια μετά το Μουντιάλ της Βραζιλίας.
Η «γαλανόλευκη» ήταν επιβλητική, συγκεντρωμένη και άκρως αποτελεσματική στην κατάμεστη OPAP Arena απέναντι στους ανήμπορους Καζάκους, που δεν μπήκαν ποτέ στο κλίμα της ιστορικής αναμέτρησης για το ποδόσφαιρο τους.
Ο Πογέτ πήρε ξανά το 100% από τους παίκτες του, έμεινε στις βασικές αρχές της ενδεκάδας του και στο τέλος δικαιώθηκε. Ούτως ή άλλως τη δουλειά του την έχει σχεδόν πετύχει. Απομένει μονάχα ένα ματς, το πιο κρίσιμο, στην Τιφλίδα, με φόντο το πολυπόθητο εισιτήριο για το Euro 2024 στα γήπεδα της Γερμανίας.
Στον ημιτελικό της Πέμπτης, δεν υστέρησε κανένας. Μόνο ο Βλαχοδήμος δεν χρειάστηκε να παρέμβει όντας θεατής στο μεγαλύτερο κομμάτι του αγώνα, με την Ελλάδα να έχει επιθετικό πλουραλισμό και τέσσερις διαφορετικούς σκόρερ.
Συνολικά και βάσει των αριθμών, το βραβείο του MVP ανήκει στον Γιώργο Μασούρα. Ο επιθετικός του Ολυμπιακού τα έκανε όλα σωστά και τού έλειψε μόνο το γκολ, το οποίο θα μπορούσε να είχε πετύχει αν ήταν πιο τυχερός και προσεκτικός στην τελική ενέργεια.
Στο δημιουργικό κομμάτι, πάντως, για άλλη μία φορά φέτος, ο Μασούρας ήταν εξαιρετικός. Πέραν των δύο ασίστ «πάρε-βάλε» σε Πέλκα και Ιωαννίδη, ο άσος των Ερυθρολεύκων και της «γαλανόλευκης» είχε συνολικά έξι πάσες-κλειδιά. Με λίγα λόγια, δημιούργησε έξι μεγάλες ευκαιρίες για τους συμπαίκτες του σε μόλις 8 τελικές της εθνικής στην εστία. Μάλιστα, έτρεξε για… τρεις στα άκρα, μετρώντας 10,9 χιλιόμετρα στο… ραντάρ του!
Πρόκειται για στατιστικά που συναντάμε συνήθως μόνο από τους σπεσιαλίστες της δημιουργίας στην παγκόσμια ελίτ του ποδοσφαίρου.
Ο Μασούρας έδειξε ξανά ότι βρίσκεται στην πιο ώριμη και παραγωγική φάση της καριέρας του, όπως και αρκετοί ακόμα παίκτες της εθνικής Ελλάδας, που κυρίως για αυτό τον λόγο δείχνει πιο έτοιμη από ποτέ για την επιστροφή εκεί που ανήκει: στις μεγάλες διοργανώσεις, 20 χρόνια μετά το ΕΠΟΣ της Πορτογαλίας. Αυτή η γενιά το αξίζει.