Κακά τα ψέματα! Ο ΠΑΟΚ είναι (ειδικά αυτή την περίοδο) μεγάλη ομάδα. Όχι επειδή κουβαλάει τους φοβερούς και τρομερούς τίτλους ή επειδή θέλγει τα πλήθη με την απόδοση του. Άλλος είναι ο λόγος και αποτελεί «το ιερό δισκοπότηρο» κάθε προπονητή στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.
Ο «Δικέφαλος» έχει αποθεώσει στην προπονητική κλίμακα αξιών τον λόγο του κλάσματος «αγωνιστική απόδοση προς αποτέλεσμα». Στην απλή προπονητική έχει χτυπήσει ταβάνι η θετική εκδοχή της σχέσης της απόδοσης με το αποτέλεσμα, σε σημείο που η ομάδα με τη μικρότερη δυνατή κατανάλωση δυνάμεων στον αγωνιστικό χώρο αποκομίζει το απόλυτο όφελος. Αν υπήρχε στην κλίμακα οφέλους ένδειξη μεγαλύτερη από το απόλυτο θα την είχε αγγίξει και αυτή.
Θυμηθείτε… ΠΑΟΚ – ΑΕΚ: «Μιάμισι φάση – δύο γκολ», με την ΑΕΚ ακόμη να βλέπει μπροστά της τα δοκάρια. Ολυμπιακός – ΠΑΟΚ: «Καμία φάση – ένα (αυτό)γκολ», με τους ερυθρόλευκους να ανατρέχουν στο μακρινό παρελθόν για να καταλάβουν τι τους συνέβη. ΜΠΑΤΕ Μπορίσοφ – ΠΑΟΚ: «Πέντε φάσεις – τέσσερα γκολ κι ένα δοκάρι». Στον ψυχαναλυτή οι Λευκορώσοι να ψάχνουν να βρουν τι τους χτύπησε και από πού τους ήρθε…
Οι λεπτομέρειες της διαδρομής της μπάλας στις φάσεις των δυο γκολ του Ζαμπά είναι «μοναδικής παραφροσύνης». Στο πρώτο, ο γκολκίπερ περιμένει ήρεμος τη μπάλα στα χέρια του μετά από ένα εύκολο πλασέ του Βραζιλιάνου και την αντικρίζει ξαφνικά, με την παρεμβολή του αμυντικού του, στο δεξί γάμα της εστίας του. Στο δεύτερο, με όλη την εστία ανοιχτή μπροστά του και το εύκολο γκολ στο πιάτο η μπάλα περνάει ανάμεσα από τα πόδια του τερματοφύλακα για να καταλήξει βασανιστικά στα δίχτυα.
Μειώνουν οι λεπτομέρειες αυτές την αξία των γκολ; Προφανώς όχι. Προπονητικά μάλιστα την αυξάνουν, καθώς αυξάνουν το θετικό πρόσημο στη σχέση απόδοσης προς αποτέλεσμα σε σημείο που εύκολα να εκτιμά κανείς πως στον Λουτσέσκου γεννάνε και τα κοκόρια του τον τελευταίο μήνα.
Ζει «το καλό φεγγάρι του» ο ΠΑΟΚ και αυτή η διαπίστωση δεν αλλάζει όσο και αν πικραίνει τους άλλους δύο της «αγίας τριάδας» των ομάδων που διεκδικούν τους εγχώριους τίτλους. Με πρώτον στην κατάταξη τον Ολυμπιακό (ισχυρότατη η δικαιολογία της ανασυγκρότησης της ομάδας) και δεύτερη την ΑΕΚ (σε χαμηλότερο τέμπο από την προηγούμενη αγωνιστική περίοδο) βιώνουν, ειδικά οι ερυθρόλευκοι, ένα δράμα.
Καταγράφουν πάνω στο χορτάρι μια απολύτως ελκυστική εικόνα στο πεδίο της απόδοσης και την ίδια ώρα αδικούνται πολύ σκληρά σε αυτό του αποτελέσματος. Σε σημείο να αναρωτιέται κανείς «τι χειρότερο θα συνέβαινε αν δεν έπαιζαν ούτε καν ικανοποιητικά;»…
Εδώ ακριβώς κρύβεται η μεγάλη παγίδα για τον Ολυμπιακό. Να αποκτήσει, δηλαδή, μια εμμονική σχέση με το αποτέλεσμα και να ανατρέψει την πορεία επανασχεδιασμού της ομάδας που έχει χαράξει μέχρι σήμερα και η οποία αποδίδει στον μέγιστο βαθμό.
Δύσκολη εξίσωση για ένα οργανισμό που έχει εθιστεί στο αποτέλεσμα, στις νίκες, στους τίτλους, στις προκρίσεις. Στην ουσία, η δυσκολότερη εξίσωση που καλείται να λύσει μέσα στην πραγματική ζωή, με το πρωτάθλημα και τις άλλες διοργανώσεις σε εξέλιξη και όχι στην ασφάλεια του δοκιμαστικού σωλήνα.
Ο Ολυμπιακός καλείται να αξιολογήσει ορθά τη σχέση της αγωνιστικής του απόδοσης με το αποτέλεσμα, να διαχειριστεί θετικά την εικόνα με την ουσία και να «εθιστεί» στη δύσκολη και καθόλου ευκολοχώνευτη διαδικασία μετάλλαξης ενός ποδοσφαιρικού αγνωστικισμού σε μια αποδεκτή στο διεθνές ποδοσφαιρικό επίπεδο ομάδα.
Καταντάει βαρετό, αλλά είναι αλήθεια. Ο Ολυμπιακός χρειάζεται περισσότερο από ποτέ «στοργή και προδέρμ». Ως χρόνος και υπομονή μεταφράζεται στο πεδίο της ποδοσφαιρικής δημιουργίας. Όλα τα υπόλοιπα τα έχει και, αν απαιτηθεί, μπορεί να τα συμπληρώσει…