Ποιος να το έλεγε… Ότι η Ελλάδα θα φύγει νικήτρια για πρώτη φορά στην ιστορία της από τον «ναό» του Γουέμπλεϊ αλλά χαρά θα είναι βουβή, παγωμένη, ούτε καν μισή. Το ποδόσφαιρο μπήκε σε δεύτερη μοίρα μετά τα τραγικά νέα για τον θάνατο του Τζορτζ Μπάλντοκ, τον αδόκητο χαμό ενός παιδιού που πάντοτε χαμογελούσε και ήθελε να τιμήσει τους παππούδες του φορώντας το εθνόσημο. Το έκανε πράξη και οι συμπαίκτες του κάτι τού χρωστούσαν.
Είναι από αυτά τα βράδια που παρακολουθείς με την ψυχή και όχι με τα μάτια. Δακρυσμένα κι αυτά ακολουθούν τη ροή των συναισθημάτων που είναι ανάμεικτα. Από τη μία η λύτρωση του γκολ στο 94′ για τη νίκη επί της Αγγλίας μέσα στο Γουέμπλεϊ. Από την άλλη το πένθος, η παγωμάρα, τα δάκρυα. Όλα αυτά τα συναισθήματα συμπυκνωμένα σε ένα. Μόνο ο αθλητισμός το προσφέρει αυτό. Τόσο έντονα, τόσο αληθινά, τόσο τραγικά πολλές φορές.
Μία βουβαμάρα από πανηγυρισμούς. Αυτή ήταν εικόνα γύρω στα 20 λεπτά πριν τα μεσάνυχτα της Πέμπτης τόσο στην Ελλάδα όσο και στο Νησί. Θέλημα Θεού, μοίρας, εθνικής υποχρέωσης. Ο καθένας το ερμηνεύει όπως θέλει. Το ότι το ζήσαμε κι αυτό, πάντως, είναι σίγουρα ευλογία. Με την ευχή όλων να μη γινόταν ποτέ…
Οξύμωρο, αλλά έτσι είναι ο αθλητισμός που πηγάζει μέσα από την τραγική ειρωνεία, τη σκληρότητα και την αυθεντικότητα της ζωής. Δεν είμαι ειδικός σε θέματα ψυχολογίας και ψυχοσύνθεσης, αλλά την ανατριχίλα που νιώσαμε όλοι οι Έλληνες -κι όχι μόνο- το βράδυ της Πέμπτης δεν πρόκειται να την ξεχάσουμε. Πόσω μάλλον να την ερμηνεύσουμε.
Και ξέρετε κάτι, καλύτερα έτσι. Να μην μπορούμε να το περιγράψουμε, να το αποδώσουμε κάπου. Απλά το ζήσαμε και αυτό είναι αρκετό. Ήταν η στιγμή που η περηφάνια «παντρεύτηκε» με το πένθος, η χαρά με τη λύπη και το ποδόσφαιρο με τον θάνατο. Εντελώς διαφορετικές έννοιες αλλά έτσι ήταν. Τόσο ωμά. Τόσο σκληρά. Τόσο ωραία.
Θα μου πείτε αυτές οι λέξεις δεν ταιριάζουν μεταξύ τους, τι τις βάζεις μαζί. Μα αυτά τα συναισθήματα νιώσαμε όλοι, έχοντας βάλει το ποδόσφαιρο σε δεύτερη μοίρα. Γιατί στο κάτω-κάτω όταν σε λίγα χρόνια μας ρωτήσουν πώς μπήκε το δεύτερο γκολ του Παυλίδη ή πόσα γκολ μας ακυρώθηκαν, λίγοι θα θυμούνται να στο περιγράψουν. Δεν έμειναν εκεί. Έμειναν στην εικόνα με τους δακρυσμένους διεθνείς μας και τη φανέλα με το νούμερο «2» να κοιτά τον ουρανό. Έμειναν στην ανατριχιαστική ενός λεπτού σιγή στο Γουέμπλεϊ που θύμισε ένα πελώριο νεκροταφείο εκείνη τη στιγμή.
Λόγια σκληρά αλλά αυτή είναι η αλήθεια που δυστυχώς έχουμε να αντιμετωπίσουμε από το βράδυ της Τετάρτης, 9 Οκτωβρίου. Γι’ αυτό και η επική εμφάνιση της εθνικής μας στο χορτάρι του μεγαλύτερου ποδοσφαιρικού ναού στην Ευρώπη, θα μας μείνει αλλά όχι για το ποδοσφαιρικό κομμάτι του πράγματος. Και νομίζω όλοι αντιλαμβανόμαστε το γιατί.
Βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις, όμως για λίγη περηφάνια το άξιζε. Κάτι από Ελύτη, ελληνική ψυχή και Μπάλντοκ.
Καλό ταξίδι Τζορτζ…