Οχι μόνο πειθαρχικές αλλά και ποινικές ευθύνες εις βάρος των αστυνομικών που ενεπλάκησαν στην υπόθεση της Κυριακής Γρίβα, η οποία έπεσε νεκρή από το μαχαίρι του πρώην συντρόφου της, εντοπίζει η έως τώρα εσωτερική έρευνα της Ελληνικής Αστυνομίας.
Πλην της Ενορκης Διοικητικής Εξέτασης που βρίσκεται σε εξέλιξη και αφορά σε τυχόν πειθαρχικά παραπτώματα των αστυνομικών που εκτελούσαν υπηρεσία το βράδυ της δολοφονίας, σε εξέλιξη βρίσκεται και ποινική προκαταρκτική έρευνα από τους «Αδιάφθορους» της ΕΛ.ΑΣ.
Η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθήνας ζητεί από τα στελέχη της υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων να ερευνήσουν εάν οι ένστολοι διέπραξαν –μεταξύ άλλων– το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος.
Για να καταλήξουν σε ασφαλή συμπεράσματα, τους καλεί να λάβουν γνώση όσων διημείφθησαν ανάμεσα στο θύμα και τον τηλεφωνητή του κέντρου της Αμεσης Δράσης, όσων κατέγραψαν οι κάμερες ασφαλείας του Α.Τ. Αγίων Αναργύρων, όπως επίσης του καθηκοντολογίου και των κατευθυντήριων εντολών που έχουν δοθεί από την ηγεσία του σώματος για τον χειρισμό περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας. Στο πλαίσιο της έως τώρα έρευνας, οι «Αδιάφθοροι» έχουν ήδη πάρει κατάθεση από τον άνδρα που συνόδευε την άτυχη Κυριακή το βράδυ της δολοφονίας. Ωστόσο, δεν δύνανται να εξετάσουν (σ.σ. για δικονομικούς λόγους) τους αστυνομικούς εις βάρος των οποίων διενεργείται ΕΔΕ.
Αντ’ αυτού θα πάρουν καταθέσεις από τον επικεφαλής της Διεύθυνσης Αστυνομίας Δυτικής Αττικής, τον προϊστάμενο του τηλεφωνικού κέντρου της Αμεσης Δράσης, ενώ θα ενσωματώσουν στην έρευνά τους το πόρισμα της διοικητικής εξέτασης, όταν αυτή ολοκληρωθεί.
Από μια πρώτη επεξεργασία των δεδομένων, πάντως, τα στελέχη των Εσωτερικών Υποθέσεων φέρονται να εντοπίζουν ποινικές ευθύνες στον σκοπό του Α.Τ., καθώς όπως αναφέρουν, «ενώ κατά τα φαινόμενα όλα έγιναν μπροστά στα μάτια του εκείνος έμεινε στη θέση του. Ως ένστολος είχε ιδιαίτερη υποχρέωση να αντιδράσει». Ο ίδιος ο σκοπός είχε καταθέσει στους συναδέλφους του ότι δεν είχε καλή οπτική επαφή και πως δεν διέκρινε το μαχαίρι με το οποίο ήταν οπλισμένος ο δράστης.
Κι αυτό διότι ο νόμος ορίζει ότι οι ένστολοι οφείλουν να ενημερώνουν άμεσα τον εισαγγελέα σε περίπτωση που γίνονται αποδέκτες πληροφοριών περί τέλεσης αυτεπαγγέλτως διωκόμενων αδικημάτων, όπως αυτό της ενδοοικογενειακής βίας. Η αξιωματικός υπηρεσίας, η επόπτρια και η οδηγός της στις οποίες απευθύνθηκε η 28χρονη όφειλαν να καταγράψουν την καταγγελία περί απειλής από τον πρώην σύντροφό της και να διαβιβάσουν τη σχετική αναφορά στον αρμόδιο εισαγγελέα. Κάτι που δεν έπραξαν.
Στο μεταξύ, διαταγή με νεότερες οδηγίες για την αντιμετώπιση περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας εξέδωσε στις 5 Απριλίου το αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας. Το τετρασέλιδο έγγραφο που βρίσκεται στη διάθεση της «Κ» φέρει τίτλο «Ενέργειες ανταπόκρισης σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας» και υπογράφεται από τον ίδιο τον αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ. Δημήτρη Μάλλιο. Περιέχει διευκρινίσεις επί του οδηγού που είχε εκδοθεί τον Αύγουστο του 2021 αναφορικά με τον τρόπο που οι αστυνομικοί θα πρέπει να διαχειρίζονται περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας.
Στο έγγραφο γίνεται εκτενής αναφορά στη χρήση περιπολικού, ένα κενό στη διαδικασία που αναδείχθηκε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο στην υπόθεση των Αγίων Αναργύρων. Στην παράγραφο «δ» της διαταγής αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «στις περιπτώσεις αυτόφωρης διαδικασίας, η διάθεση οχήματος για την αναζήτηση και σύλληψη του δράστη πραγματοποιείται από την υπηρεσία που επιλαμβάνεται της προανακρίσεως». Σε άλλο σημείο αναφέρεται ότι «η ίδια ως άνω διαδικασία διάθεσης οχήματος ακολουθείται και στην περίπτωση μεταφοράς του θύματος σε ιατροδικαστική υπηρεσία ή όπου αλλού απαιτείται».