Το κοντέρ γράφει 7-8. Και 9-6 να έλεγε όμως, η γκρίνια μετά από μια ήττα σαν αυτήν στην Μπολόνια θα ήταν ίδια και απαράλλακτη εφόσον μιλάμε για (μπασκετικό) Ολυμπιακό. Αυτή τη φορά βεβαίως, ίσως να έδινε δίκια στους γκρινιάρηδες ακόμα κι ένα τέρας υπομονής όπως η αφεντιά μου (ναι, έτσι έχω καταντήσει στα 46 μου), αν δεν υπήρχε μια σημαντική λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά: τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου αγώνα δεν έχουν φετινό προηγούμενο και θα το εξηγήσω παρακάτω…
Ας ξεκινήσουμε με τα αυταπόδεικτα. Οι Ερυθρόλευκοι κινδυνεύουν να κλείσουν το πρώτο μισό της σεζόν χωρίς νίκη σε αντίπαλη έδρα εκτός συνόρων και αυτό από μόνο του συνιστά είδηση. Οι δυο νίκες του Ολυμπιακού μακριά από το ΣΕΦ στη φετινή Euroleague ήρθαν σε ΟΑΚΑ και άδειο Βελιγράδι κόντρα στη Μακάμπι και η προτελευταία ευκαιρία για να μην επιβεβαιωθεί το παραπάνω είναι το υποχρεωτικό διπλό στην έδρα της ουραγού Βιλερμπάν.
Ότι το φέτος δεν θα είχε σχέση με το πέρυσι, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα, θα έπρεπε να είναι αυτονόητα αναμενόμενο (και όχι επειδή το έγραφα από νωρίς). Κυρίως επειδή ήταν δεδομένο πως η ομάδα θα αναζητούσε τα πατήματά της μετά τη νέα διανομή ρόλων που έγινε τον Σεπτέμβριο. Τότε δηλαδή που ο Μπαρτζώκας και οι συνεργάτες του χώνεψαν το γεγονός ότι ο Μάικ Τζέιμς οριστικά δεν θα βρίσκεται στην ομάδα τους.
Ακόμα και οι τραυματισμοί να μην υπήρχαν, ακόμα κι αν κάποιοι παίκτες έριχναν άκυρο στην εθνική, μίνιμουμ για έναν μήνα και κάτι ο Ολυμπιακός θα ψαχνόταν. Οι αλλαγές που έγιναν ήταν περισσότερες από αυτές που έπιανε το μάτι κοιτώντας το ρόστερ. Πέρα από την άφιξη τεσσάρων νέων ξένων (Μιλουτίνοφ, Σίκμα, Γκος, Μπραζντέικις) και τον χρόνο που θα απαιτούσε η ενσωμάτωσή τους στην ομάδα, δυο από τους παραμένοντες κλήθηκαν να αναλάβουν νέους ρόλους. Ο Πίτερς να γεμίσει όσο περισσότερο από το κενό του Βεζένκοφ μπορούσε και ο Κάνααν να βγει μπροστά ως… αντι-Τζέιμς, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με την εκτέλεση από μακριά.
Όσο συνέβαιναν τα παραπάνω, ο Ολυμπιακός απέκτησε ακόμη δυο παίκτες που δεδομένα θα του δώσουν λύσεις προσεχώς. Ο ένας έδειξε την Τρίτη να μπαίνει στο νόημα προσφέροντας πράγματα για σχεδόν 12 λεπτά και στις δυο πλευρές του παρκέ (Πετρούσεφ), ενώ ο άλλος ετοιμάζεται για το ντεμπούτο του στη Euroleague με την αλλαγή του χρόνου (Ναζ Μήτρου-Λονγκ) και λίγο νωρίτερα γι’ αυτό στην Basket League αφού πλέον έχει το ελληνικό διαβατήριο στα χέρια του.
Το χρονοδιάγραμμα πήγε πολύ πιο πίσω λόγω Μουντομπάσκετ και τραυματισμών και κάπως έτσι φτάσαμε πλέον στους δυόμισι μήνες από την έναρξη της Euroleague δίχως να φαίνεται σοβαρή βελτίωση στο κάδρο. Ή μήπως δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα;
Απ’ ό,τι έχει πάρει το μάτι μου, μάλλον ελάχιστοι κατάλαβαν τι συνέβη στην Μπολόνια. Και σίγουρα αυτοί που κατάλαβαν δεν ανήκουν σε όσους βρίσκουν οποιαδήποτε ομοιότητα μεταξύ του συγκεκριμένου αγώνα και οποιουδήποτε άλλου έχει προηγηθεί στη σεζόν. Όσοι βρίσκουν ομοιότητες, είναι γιατί κρίνουν αποκλειστικά και μόνο από το αποτέλεσμα. Δηλαδή την ήττα. Και εξηγούμαι…
Ο Ολυμπιακός έπαιξε στην έδρα της 2ης καλύτερης ομάδας στη φετινή Euroleague μέχρι στιγμής. Και για 30κάτι λεπτά ήταν όσο κυριαρχικός χρειαζόταν ώστε να στείλει το μήνυμα πως η ώρα της επιστροφής είναι πολύ κοντά. Ένα μήνυμα με αποδέκτη το κοινό του περισσότερο, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων της διοργάνωσης εξακολουθεί να τον θεωρεί διεκδικητή του τίτλου, με πιο πρόσφατες τις δηλώσεις του Λούκα Μπάνκι μετά τον αγώνα.
Μπάνκι: Αυτό ήταν το κλειδί για την ανατροπή, παραμένει υποψήφιος για τον τίτλο ο Ολυμπιακός
Ο Ολυμπιακός έκανε τη μακράν καλύτερη εμφάνισή του φέτος κόντρα σε ομάδα κορυφής ή ακόμα και 8άδας. Ο λόγος για τον οποίο είχαμε και πάλι πλερέζες σε σόσιαλ και ΜΜΕ αντί για θριαμβολογία έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με το αποτέλεσμα. Ένα σουτ ή έστω ένα σφύριγμα να πήγαινε διαφορετικά (όπως θα έχετε διαπιστώσει, πολλά σφυρίγματα θα έπρεπε να έχουν πάει διαφορετικά), αρκετοί από εκείνους που τώρα κράζουν, θα μιλούσαν για την επιστροφή του νικητή Ολυμπιακού.
Εδώ και πολλά χρόνια δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να μπαίνει στην παγίδα της προσέγγισης «δοκάρι/στεφάνη και μέσα μάγκας, δοκάρι/στεφάνη και έξω Δάγκας». Όπως δεν είναι όλες οι νίκες ίδιες, έτσι δεν είναι ίδιες και όλες οι ήττες. Συνεπώς, δεν μπορείς να βάζεις στην ίδια μοίρα την αθλιότητα κόντρα στη Βαλένθια που νόμιζες ότι αυτοί που φορούσαν κόκκινα έριχναν μπετά στην οικοδομή λίγες ώρες νωρίτερα, με την εξαιρετική εμφάνιση για παραπάνω από τρία δεκάλεπτα στην Μπολόνια.
Το γιατί η ομάδα που για τρία δεκάλεπτα λειτουργούσε τέλεια στην άμυνα και αξιοπρεπέστατα στην επίθεση ξαφνικά εμφανίστηκε με θολωμένο μυαλό και κάκιστες επιλογές όταν είχε την κατοχή, είναι δουλειά του Μπαρτζώκα και των παικτών του να το εξηγήσουν. Διότι το σκέλος της διαιτησίας – που όντως έπαιξε ρόλο – δεν καλύπτει την ανεπάρκεια που εμφάνισαν οι Ερυθρόλευκοι στο πιο κρίσιμο σημείο του ματς. Ανεπάρκεια σε επιλογές, σε αποφάσεις, σε ποιότητα τελειωμάτων, ανεπάρκεια γενικώς πλην της άμυνας που συνέχισε να λειτουργεί ως τη λήξη.
Μετά τη Βαλένθια ο Κώστας Παπανικολάου δήλωσε αφιλτράριστα πως στον Ολυμπιακό δεν ξεχειλίζει το επιθετικό ταλέντο, δηλαδή η ικανότητα στο σκοράρισμα. Γιατί μια τέτοια ατάκα ειπώθηκε φέτος και όχι πέρυσι; Διότι πέρυσι η ομάδα σκόραρε με πολύ μεγαλύτερη ευκολία. Γιατί όμως συνέβαινε αυτό; Οι περισσότεροι θα πουν ότι πέρυσι υπήρχαν Βεζένκοφ και Σλούκας. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Ο Άλεκ Πίτερς σκοράρει φέτος 2,8 πόντους λιγότερους από τον περυσινό MVP της Euroleague και έναν παραπάνω από τον προπέρσινο Σάσα που μόνο κακό δεν τον έλεγες. Ο δε Σλούκας ολοκλήρωσε τη σεζόν με ακριβώς 11 πόντους μ.ο., μια χαρά συνεισφορά για πόιντ γκαρντ. Ο μέσος όρος του Γκος μέχρι να τραυματιστεί ήταν 10,2 πόντοι, σχεδόν δηλαδή όσους πρόσφερε πέρυσι ο νέος αρχηγός του Παναθηναϊκού.
Εκτός αυτών όμως, ο Ολυμπιακός παίρνει περισσότερους πόντους από Γουόκαπ και Κάνααν. Αθροιστικά οι δυο τους προσφέρουν 10 πόντους κατά μ.ο. παραπάνω από πέρυσι. Ο Λαρεντζάκης είναι ακριβώς στα ίδια, ο Φαλ επίσης, ο Μιλουτίνοφ βάζει έναν πόντο παραπάνω από Μπλακ και Μπολομπόι μαζί άρα πώς εξηγείται τελικά το γεγονός ότι οι Ερυθρόλευκοι αιμορραγούν στην επίθεση;
Το μεγαλύτερο πλην της ομάδας του Μπαρτζώκα έρχεται από εκεί που δεν το περιμένει ο πολύς κόσμος. Ο Σακίλ ΜακΚίσικ έδινε πέρυσι 9 πόντους σε κάθε ένα από τα 41 ματς που αγωνίστηκε. Φέτος ο ίδιος παίκτης έχει σκοράρει 13 συνολικά σε σχεδόν έναν γύρο. Αν είχε αποχωρήσει από το ρόστερ το καλοκαίρι, σήμερα θα έλεγαν πολλοί για τους πόντους του που δεν αναπληρώθηκαν. Επειδή όμως βρίσκεται ακόμα εδώ, κανείς δεν φαίνεται να ασχολείται με τον αντίκτυπο της απουσίας του και την έλλειψη της συνεισφοράς του.
Σε σχέση με πέρυσι ο Ολυμπιακός έχει έναν σαφώς καλύτερο σκόρερ στο «5», τους χαμένους πόντους του Σλούκα τους βρίσκει από Γουόκαπ και Κάνααν, παίρνει σχεδόν άλλους τόσους από τον υγιή Γκος (και απορώ πώς γίνεται να έχουν ξεχαστεί τα πολύ καλά παιχνίδια του μέχρι να τραυματιστεί στο Βελιγράδι) αλλά τα όποια κέρδη εξανεμίζονται στην περίπτωση του Σακίλ. Γιατί οι πόντοι του ήταν κατά βάση προσωπικοί: καλάθια ή βολές μετά από μπούκες αλλά και κάποια μακρινά σουτ που στις αρκετές καλές βραδιές του πήγαιναν μέσα.
Ο Μπραζντέικις ήρθε ως ένας κατά τεκμήριο ικανός σκόρερ με ικανότητα στο ντράιβ, έστω και χωρίς την εκρηκτικότητα του ΜακΚίσικ, αλλά και με ένα αξιοπρεπές μακρινό σουτ. Να ξέχασε το μπάσκετ μέσα σε λίγους μήνες δεν γίνεται, οπότε ο Ολυμπιακός είναι αναγκασμένος να περιμένει μέχρι ο Λιθουανός να νιώσει καλύτερα. Ειδικά από τη στιγμή που έχει πληρώσει και μισό εκατομμύριο buy out για χάρη του.
Εκεί που δεν φαίνεται να υπάρχει προοπτική ανάκαμψης είναι στην περίπτωση του Λουκ Σίκμα. Αντιλαμβάνομαι πλήρως τι προσδοκούσε από αυτόν ο Μπαρτζώκας, ωστόσο είναι οφθαλμοφανές ότι αδυνατεί να συνεισφέρει το παραμικρό στην παρούσα φάση. Η έλλειψη αθλητικότητας είναι εμφανέστατη σε άμυνα και επίθεση, η αδυναμία του να σκοράρει έστω από μέση απόσταση είναι παροιμιώδης, ενώ τα ποσοστά του στις βολές είναι χειρότερα και από τα τραγικά του Φαλ.
Στη μόλις δεύτερη εμφάνισή του, ο Πετρούσεφ έδειξε κάποια από τα στοιχεία που τον έκαναν με το «καλημέρα» ένα από τα σημαντικότερα πρότζεκτ του Ολυμπιακού τα τελευταία χρόνια. Παρότι είναι φανερά πίσω σε φόρμα και έλλειψη ρυθμού, τα ένστικτά του ειδικά στην επίθεση ασφαλώς και δεν συγκρίνονται με αυτά του Σίκμα. Μεγαλύτερο μπόι, περισσότερη σβελτάδα και πόδια που ξεκολλάνε πανεύκολα από το παρκέ για να πάνε ψηλά το κορμί του, ο Σέρβος έχει όλες τις προδιαγραφές που θα του επιτρέψουν να πρωταγωνιστεί σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Ότι ο Ολυμπιακός έχει πολλά περιθώρια βελτίωσης είναι αυτονόητο. Όπως έχει και κάμποσα να περιμένει από τον Γκος (που έχει δείξει ήδη τι μπορεί να κάνει), τον Πετρούσεφ, τον Μήτρου-Λονγκ αλλά και τον Μπραζντέικις. Κυρίως όμως έχει να περιμένει περισσότερα από τον Γουόκαπ που σε κάποιες περιστάσεις φέτος σε κάνει να απορείς: είτε με το ατέρμονο και εκνευριστικό ντούπου-ντούπου, είτε με κάποιες επιλογές και αποφάσεις που δείχνουν θολωμένη σκέψη.
Για να τα λέμε όλα, ο Τόμας είχε στα πέντε ματς πριν τη Βίρτους 15 πόντους μέσο όρο με 38% στο τρίποντο (31% έχει συνολικά στη σεζόν), παίζοντας κάτι παραπάνω από 30 λεπτά. Το ότι οι Ερυθρόλευκοι έχασαν τα τρία από τα πέντε, αποδεικνύει περίτρανα πως δεν είναι το σκοράρισμα αυτό που περιμένουν από τον Γουόκαπ. Η απουσία του Γκος επιβάρυνε εκ νέου τον Τεξανό, οπότε καλό θα είναι περιμένουμε την αναμενόμενη αποφόρτισή του προτού τον βγάλουμε άχρηστο κι αυτόν.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι Πειραιώτες στην προσπάθεια να βρουν ξανά ισορροπία σχετίζεται με τη διογκούμενη γκρίνια του κόσμου μετά από κάθε ήττα. Προφανώς θα γίνουν λάθη στην πορεία και από τους παίκτες αλλά και από τον Μπαρτζώκα. Ο στόχος του Ολυμπιακού ειδικά φέτος δεν θα μπορούσε να είναι η Euroleague (αυτή είναι η προσωπική μου άποψη) και καλό θα είναι να μην ξεχνάμε ότι ποτέ στην ιστορία του δεν κατάφερε να προκριθεί τρεις σερί φορές στο φάιναλ φορ. Δεν απαγορεύεται να προσπαθήσει βεβαίως, όμως δεν θα του γίνει και έμμονη ιδέα.
Ό,τι καλό προκύψει στην Ευρωλίγκα θα είναι κέρδος, αλλά εκεί που θα κριθεί η χρονιά είναι τον Ιούνιο στους τελικούς της Basket League. Σε αυτή τη μεταβατική σεζόν κατά την οποία χάθηκαν δυο πολύτιμα ελληνικά διαβατήρια, ο Ολυμπιακός πρέπει πάση θυσία να πάρει το τρίτο συνεχόμενο πρωτάθλημα. Για να έχει ο ίδιος ένα ήρεμο καλοκαίρι και να βάλει ακόμα μεγαλύτερη πίεση στον Παναθηναϊκό. Αν το πρωτάθλημα χαθεί, κανείς δεν θα πει «δεν πειράζει ρε μάγκες, πήγαμε ξανά σε φάιναλ φορ». Πρώτοι-πρώτοι που θα γκρινιάζουν είναι αυτοί που σήμερα λένε «τι να το κάνω το πρωτάθλημα, εγώ θέλω να πάρω την 4η κούπα στην Ευρωλίγκα».
Μια νίκη στην Μπολόνια θα λειτουργούσε ευεργετικά στην αναζήτηση της χαμένης αυτοπεποίθησης. Ο τρόπος με τον οποίο ήρθε η ήττα προφανώς λειτουργεί ως ένα ακόμη πλήγμα, ειδικά μετά από τόσο καλή εμφάνιση για μεγάλο χρονικό διάστημα. Κατά τα λοιπά, επιτρέψτε μου να επιμένω πως αυτοί που πήγαν τον Ολυμπιακό σε δυο φάιναλ φορ την τελευταία διετία γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους μας.
Από τον Μάρτιο και μετά, όταν δηλαδή αρχίζουν σιγά-σιγά να κρίνονται διάφορα πράγματα, έχω την αίσθηση πως η εικόνα του Ολυμπιακού θα είναι πολύ διαφορετική. Κι αν έχω υπολογίσει σωστά, θα είναι και πιο απρόβλεπτος ο τρόπος παιχνιδιού αφού η ενσωμάτωση των Πετρούσεφ και Ναζ θα προσθέσει τρόπους επίθεσης που δεν περιλαμβάνονται στο τωρινό ρεπερτόριο. Δεν λέω ότι θα βάζουν 20 πόντους, ωστόσο στην οικονομία ενός αγώνα ενδέχεται να αποδειχθούν πολύτιμοι με κάποια χαρακτηριστικά που έλειπαν ακόμα και από το περυσινό ρόστερ.
Η χρονιά δεν έχει φτάσει καν στα μισά και οι περισσότεροι φαίνεται να έχουν ξεγράψει ήδη την ομάδα τους. Όπως έκαναν οι ίδιοι ή οι… προκάτοχοί τους τέτοιες μέρες το 2011 ή πιο πίσω στις αρχές του 1997 μετά από εκείνη την περιβόητη ήττα από τον ΒΑΟ. Εννοείται ότι δεν καταλήγουν σε θριάμβους όλες οι χρονιές που δεν ξεκινούν καλά, όμως αν υπάρχει μια διαχρονική αρρώστια στις τάξεις των οπαδών του Ολυμπιακού, αυτή σχετίζεται με τη μόνιμη διάθεση ισοπέδωσης και τη μηδενική υπομονή από σημαντική μερίδα του κόσμου.
Ότι βγαίνει ο κάθε απίθανος να πει το μακρύ του και το κοντό του για τον δις κορυφαίο προπονητή της Ευρώπης με ξεπερνά, ειδικά όταν δεν πρόκειται για οπαδό αλλά για υποτιθέμενο επαγγελματία δημοσιογράφο. Για να το τελειώνουμε, ακόμα κι αν ο Ολυμπιακός μείνει χωρίς τίτλο φέτος, ο Μπαρτζώκας έχει κερδίσει το δικαίωμα στο λάθος και σε μια σεζόν που στράβωσε. Δηλαδή τι, αν πάρει το πρωτάθλημα θα παραμείνει καλός, αν όχι θα έχει γίνει μυρωδιάς;
Προπονητή τοπ επιπέδου που να αγαπάει την ομάδα όσο και οι υπόλοιποι οπαδοί δεν πρόκειται να ξαναβρούν οι Ερυθρόλευκοι. Και πολύ περισσότερο να είναι ικανός να φέρει απτά αποτελέσματα με τον τρόπο που έχει αποφασίσει να πορεύεται η ΚΑΕ εδώ και πάνω από μια δεκαετία. Στην τελική, πώς να πάρεις στα σοβαρά ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι ο Μπαρτζώκας είναι… κομμουνιστής και ότι δεν θέλει ονόματα και παίκτες που να ξεχωρίζουν, όταν είχε ανάψει πράσινο και περίμενε πώς και πώς τα καλά νέα για τον Μάικ Τζέιμς;
ΥΓ. Γενικώς σας προτείνω να ηρεμήσετε. Πρώτον, επειδή αποκλείεται να ξέρετε περισσότερα από αυτούς που έχουν την ευθύνη της ομάδας στα χέρια τους. Δεύτερον, επειδή κανένας φωνακλάς του facebook και του twitter δεν αγαπάει την ομάδα περισσότερο από τον Μπαρτζώκα, ο οποίος εκτός από οπαδός και προπονητής, λειτουργεί και ως «προστάτης οικογενείας». Και τρίτον, επειδή η χρονιά έχει πάρα πολύ δρόμο ακόμα. Δεν θα τον χαλούσε καθόλου τον Ολυμπιακό να τον ξεγράψουν οι αντίπαλοί του και να έχει την ευκαιρία να τους πιάσει στον ύπνο, όμως δυστυχώς αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Σε αντίθεση με αρκετούς οπαδούς του που τον έχουν ξεγράψει από τον Αύγουστο κιόλας, με ένα μικρό διάλειμμα στα τέλη Σεπτέμβρη – αρχές Οκτώβρη μετά τις δυο νίκες επί του Παναθηναϊκού…