Σπάνια άνθρωποι που εκτίθενται στα φώτα λόγω της φύσης του επαγγέλματος τους θα μπουν σε διαδικασία να αποφύγουν από μόνοι τους την προβολή. Είναι εκείνοι που θα δουλέψουν με οργάνωση – και χωρίς δηλώσεις δεξιά κι αριστερά – για να φτάσουν όσο πιο ψηλά γίνεται αφήνοντας τα πεπραγμένα να μιλήσουν από μόνα τους.
Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο σπουδαίος Αντόνιο Κορδόν που αποτελεί τον νέο τεχνικό διευθυντή του Ολυμπιακού. Ο Ισπανός αναλαμβάνει να τρέξει το ποδοσφαιρικό τμήμα και είναι δεδομένο πως θα κάνει τα πάντα για να επαναφέρει τους Ερυθρόλευκους στην κορυφή λειτουργώντας με τη μέθοδο που τον έφερε στον αφρό, να συζητιέται δηλαδή για να διαδεχθεί τον Ματέου Αλεμάνι στην Μπαρτσελόνα πριν τελικά αλλάξει άποψη και παραμείνει στους Μπλαουγκράνα.
Ο Κορδόν δεν είχε ποτέ πρόβλημα να φύγει από το «στενό» – αλλά πάντα εξαιρετικό και ασφαλές – περιβάλλον της πατρίδας του. Το πάτημα για να δοκιμάσει κάτι καινούργιο το έκανε όταν βρέθηκε για έναν χρόνο στη Μονακό, ή όταν πήγε στο Εκουαδόρ (αποχώρησε λόγω της πανδημίας).
Το ίδιο κάνει και τώρα σε μια αποστολή πολύ υψηλής δυσκολίας γνωρίζοντας πως στον Ολυμπιακό τα περιθώρια λάθους είναι πολύ μικρότερα, πολλώ δε μάλλον όταν έχει προηγηθεί μια σεζόν που κατά γενική ομολογία κύλησε μαρτυρικά.
Στην Μπέτις «ξύπνησε τον γίγαντα»
Οι Ερυθρόλευκοι προχώρησαν σε μια προσθήκη στο οργανόγραμμά τους που αυξάνει τις πιθανότητες επιστροφής τους στα γνωστά στάνταρ τους: «ξυπνήσαμε τον γίγαντα που ήταν και ο στόχος μας», έλεγε ο Κορδόν τον Φεβρουάριο που αποχωρούσε από την Μπέτις αναζητώντας μια νέα πρόκληση στην καριέρα του και χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια σοβαρή διαμάχη εντός των τειχών του ανδαλουσιάνικου συλλόγου.
Μια τέτοια φράση αναμένεται να τον συνοδεύσει στον Ολυμπιακό τους προσεχείς μήνες αρχικά βρίσκοντας τον κατάλληλο προπονητή για το πλάνο που σχεδιάζει να υλοποιήσει.
Στους Βερδιμπλάνκος έμεινε δούλεψε για δυόμιση χρόνια με γεμάτες μεταγραφικές περιόδους προσπαθώντας αρχικά να φτιάξει το ισοζύγιο και να δημιουργήσει ένα ανταγωνιστικό σύνολο έπειτα από μια καταστροφική χρονιά.
Η Μπέτις είχε τερματίσει στη 15η θέση μόλις πέντε βαθμούς πάνω από την επικίνδυνη ζώνη και ο Κορδόν προσέλαβε τον έμπειρο Μανουέλ Πελεγκρίνι, ο οποίος παραμένει ακόμα (και θα συνεχίσει) για να δημιουργήσει ένα πιο ελκυστικό σύνολο αφού πρώτα γίνει ένα σημαντικό – σταδιακό και χωρίς υπερβολές – ξεσκαρτάρισμα.
Άλλωστε, μπορεί αρκετοί να αποχώρησαν ως ελεύθεροι αλλά οι Ανδαλουσιάνοι έβαλαν στα ταμεία τους 73 εκατ. ευρώ στο βάθος της τριετίας με τις πωλήσεις του Έμερσον, του Λο Σέλσο (δώστε σημασία στους Λατινοαμερικάνους ποδοσφαιριστές γιατί ως τώρα ο Κορδόν έχει δείξει να έχει μια αδυναμία) και του Άλεξ Μορένο να είναι οι πιο σημαντικές.
Το πιο σημαντικό που πέτυχε όμως είναι ότι αναβίωσε μια ομάδα που έδειχνε να παίρνει την κατηφόρα χωρίς επιστροφή. Κατάφερε να κρατήσει σημαντικούς παίκτες και να δημιουργήσει έναν κορμό που μπόρεσε στα χέρια του Μανουέλ Πελεγκρίνι να κατακτήσει το τρίτο Κύπελλο της ιστορίας του και να βγει στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις σε διαδοχικές χρονιές. Δεν το λες καθόλου λίγο, ειδικά από τη στιγμή που το μπάτζετ ήταν αυστηρά περιορισμένο και δεν έπρεπε να ξεφύγει από αυτό.
Αυτός άλλωστε ήταν και ο λόγος που παίκτες όπως ο Έντγκαρ (στόπερ) και οι Ακουόκου, Ρόδρι έγιναν μέλη της κύριας ομάδας από τις ακαδημίες και βασικά στελέχη του ροτέισον με τον πρώτο μάλιστα να γίνεται βασικός και να εκτοξεύει τη χρηματιστηριακή του αξία.
Ως ένας τεχνικός διευθυντής με μεγάλη εμπειρία (ξεκίνησε ως σκάουτερ πριν πάρει επ’ ώμου το ποδοσφαιρικό τμήμα της Βιγιαρεάλ) δοκιμάστηκε κυρίως στα δύσκολα και για όποιον θεωρεί πως η Μπέτις είναι εύκολο καράβι, αρκεί να ανατρέξει στο τι της έχει συμβεί αγωνιστικά κατά καιρούς στο παρελθόν. Ενδεχομένως, με έναν μεγαλύτερο προϋπολογισμό να έκανε και πιο μεγάλα ανοίγματα.
Παρόλα αυτά, ούτε ο ίδιος πίστευε πως όλα πρέπει να γίνονται μόνο μέσα από πωλήσεις. Η σταδιακή εξέλιξη έρχεται μέσα από ανάπτυξη του προϊόντος, μέσα από καλό ποδόσφαιρο, προσέλκυση χορηγών και κέρδη από ευρωπαϊκές συμμετοχές.
Πέτυχε αφού έκανε καλό ξεσκαρτάρισμα
Ανατρέχοντας κανείς στη σύντομη θητεία του στη Μονακό θα δει πόσο μεγάλη βαρύτητα έδωσε κι εκεί στο να αρχίσουν να υπολογίζονται ταλαντούχοι ποδοσφαιριστές από τις ακαδημίες αλλά και ταυτόχρονα στο να γίνει ένα καλό ξεσκαρτάρισμα (25 έφυγαν εκείνη τη χρονιά, οι περισσότεροι παίρνοντας φύλλο πορείας ως δανεικοί και ελεύθεροι) για να έχουν στη συνέχεια οι Μονεγάσκοι τη γνωστή σε όλους επιτυχία με την κατάκτηση του πρωταθλήματος.
Ό,τι πέτυχε ο Κορδόν ως τεχνικός διευθυντής το πέτυχε χωρίς να είναι δογματικός αλλά έχοντας εμπιστοσύνη στο υπόλοιπο επιτελείο και ασφαλώς στους ποδοσφαιριστές του με τους οποίους έχτισε καλές σχέσεις.
Δεν θα θεωρήσει πως επειδή ένας παίκτης βρίσκεται στα… αζήτητα είναι ανίκανος αλλά θα ψάξει τον τρόπο να τον εντάξει στο δυναμικό της ομάδας του αν θεωρήσει πως ταιριάζει στο πλάνο του προπονητή του.
Κάπως έτσι δημιούργησε μπόλικες υπεραξίες στη Βιγιαρεάλ, την ώρα που περισσότεροι από 30 παίκτες πήραν ευκαιρίες στην πρώτη ομάδα και τουλάχιστον οι μισοί έγιναν βασικοί ή/και πήραν μεταγραφή σε μεγαλύτερους συλλόγους. Χωρίς ασφαλώς να συνυπολογίσουμε σε αυτό και τις ευρωπαϊκές επιτυχίες μιας ομάδας που προέρχεται από μια πόλη 51.000 κατοίκων.
Ο Κορδόν δεν έρχεται στον Ολυμπιακό με το διαβατήριο της βέβαιης επιτυχίας καθώς παντού και πάντα στον αθλητισμό ένα βιογραφικό από μόνο του δεν είναι αρκετό. Οι Πειραιώτες πάντως έκαναν την καλύτερη δυνατή επιλογή, σε μια πολύ απαιτητική χρονική περίοδο και με αυτό τον τρόπο έδειξαν πως βάζουν πολύ ψηλά τον πήχη για να δημιουργήσουν ένα σύνολο που θα επιστρέψει στην κορυφή.