Μετά από δυο διασυρμούς και μια ακόμη άνετη ήττα, η Φενέρ βρήκε τελικά τον τρόπο να νικήσει τον Ολυμπιακό και μάλιστα σε ένα άκρως καθοριστικό σημείο. Μέχρι να ολοκληρωθεί το Game 4 της σειράς, το 78-82 της Παρασκευής θα μοιάζει πολύ πιο σημαντικό και από τις τρεις νίκες των Πειραιωτών μαζί. Για να αποδειχθεί στην πράξη το παραπάνω βέβαια, θα πρέπει η τουρκική ομάδα να καθαρίσει και τα δυο επόμενα ματς, καθώς αν η σειρά γυρίσει στο ΣΕΦ οι πιθανότητες δεν θα είναι σε καμία περίπτωση υπέρ της.
Γιατί έχασε ο Ολυμπιακός στο Game 2; Η στατιστική επισημαίνει το πρόβλημα με απολύτως εύγλωττο τρόπο. Όταν κάνεις διπλάσια λάθη από τον αντίπαλο και έχεις 10 λιγότερα επιθετικά ριμπάουντ, δεν υπάρχουν ρεαλιστικές ελπίδες επικράτησης. Ο μόνος λόγος για τον οποίο οι Ερυθρόλευκοι διεκδικούσαν τη νίκη μέχρι και την προτελευταία κατοχή ήταν το ασύλληπτο ποσοστό τους στα δίποντα.
Θεωρητικά, οι πιθανότητες να φύγεις ηττημένος σε ένα ματς όπου έχεις σουτάρει με 69,2% στο δίποντο και στο τρίποντο είσαι αξιοπρεπής (7/22 και 31,8%), μοιάζουν ελάχιστες. Αυτή όμως είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή λέει πως ο Ολυμπιακός δεν είχε πρακτικά καμία ελπίδα νίκης απέναντι σε μια ομάδα που είχε 17 σουτ παραπάνω. Ναι, αυτό το εξωφρενικό συνέβη χθες βράδυ στο ΣΕΦ. Οι Ερυθρόλευκοι έκαναν 48 προσπάθειες και η Φενέρ 65.
Στο πρώτο ματς το σκορ στις προσπάθειες ήταν 65-60 υπέρ του Ολυμπιακού. Μέσα σε δυο 24ωρα το +5 έγινε -17, απόκλιση εξωφρενική σα να έπαιζαν γίγαντες κόντρα σε Στρουμφάκια. Με αυτά τα δεδομένα λοιπόν, είναι να απορεί κανείς πώς οι νταμπλούχοι έμειναν ζωντανοί ως τα τελευταία δευτερόλεπτα.
Ολυμπιακός – Φενέρ 78-82: Έχασε τα ριμπάουντ και τώρα… τρέχει
Εννοείται πως το 16/29 τρίποντα του πρώτου αγώνα ήταν εξωπραγματικό και δεν θα μπορούσε κάποιος να προσβλέπει σε άμεση επανάληψή του. Όπως εξωπραγματικό ήταν και το 38% στα δίποντα, που στην πραγματικότητα είναι ποσοστό βέβαιης ήττας. Και ίσως η συζήτηση να ήταν σήμερα εντελώς διαφορετική αν ο Κάνααν δεν είχε βομβαρδίσει τη Φενέρ στο τρίτο δεκάλεπτο, καθαρίζοντας σε μεγάλο βαθμό το παιχνίδι με τα πέντε τρίποντα σε 6:30.
Από το 7-14 λάθη του Game 1 οι όροι αντιστράφηκαν πλήρως ώστε να φτάσουμε στο 14-7. Αυτό θα μπορούσε από μόνο του να φέρει την ήττα ακόμα κι αν δεν μεσολαβούσε η πανωλεθρία στα επιθετικά ριμπάουντ. Και τώρα τι γίνεται; Αυτό είναι το ερώτημα που απασχολεί πλέον άπαντες.
Είμαι από εκείνους που θεωρούν τρομερά άδικη τη διαδικασία των πλέι οφ. Απλούστατα διότι συχνά επιβραβεύουν ένα καλό φεγγάρι περισσότερο από τη διάρκεια. Όταν είσαι η αδιαμφισβήτητα καλύτερη ομάδα μιας διοργάνωσης για έξι μήνες και συνολικά 34 αγωνιστικές, το να παίζεις σε μια εβδομάδα τους μισούς και βάλε κόπους μιας ολόκληρης χρονιάς δεν μοιάζει και πολύ δίκαιο.
Δεν είναι Champions League που βγαίνεις από όμιλο των τεσσάρων και στα νοκ άουτ ξεκινά η διοργάνωση. Έχεις παίξει με όλους, ήσουν αποδεδειγμένα ο καλύτερος (και ειδικά κόντρα στις ομάδες της 8άδας) και στο τέλος μπορεί να μείνεις εκτός φάιναλ φορ επειδή μια – δυο βραδιές πήγαν στραβά. Έτσι είναι όμως τα πράγματα στο παγκόσμιο μπάσκετ και δεν μπορούμε να τα αλλάξουμε.
Για τέταρτη σερί φορά ο Ολυμπιακός χάνει το πλεονέκτημα έδρας μετά τα δυο πρώτα ματς. Στις δυο περιπτώσεις που ηττήθηκε στο δεύτερο παιχνίδι, απάντησε άμεσα με μπρέικ και τελικά καθάρισε στο Game 5. Δεν κατάφερε να επιστρέψει μόνο όταν έχασε στο πρώτο παιχνίδι, αφού παρά την ισοφάριση η Ζαλγκίρις πήρε τα δυο επόμενα στο Κάουνας και τέλειωσε τη σειρά.
Η αλήθεια είναι πως δεν είναι για κανέναν εύκολο να κάνει τρεις σερί νίκες, όταν μάλιστα έχει χάσει το πρώτο ματς. Μόνο μια φορά την έχει πάθει έτσι ο Ολυμπιακός, το 2011 κόντρα στη Σιένα. Να την ξαναπάθει από τη Φενέρ του Ιτούδη;
Η ιστορία έχει αποδείξει πως το πιο καθοριστικό ματς μιας σειράς που βρίσκεται στο 1-1 είναι το τρίτο. Ίσως επειδή αυτός που κάνει το 2-1 απέχει πλέον μια νίκη από την πρόκριση και βάζει επιπλέον πίεση στον αντίπαλο, ο οποίος αντιλαμβάνεται πως όχι μόνο πρέπει να ισοφαρίσει στο επόμενο, αλλά και να επιστρέψει σε μια εχθρική έδρα για ένα do or die ματς.
Αν και φαινομενικά η πίεση μεταφέρεται στο στρατόπεδο του Ολυμπιακού, τα πράγματα μπορεί να είναι πολύ διαφορετικά. Από τα μεσάνυχτα της Παρασκευής οι Ερυθρόλευκοι είναι ξανά αουτσάιντερ. Όπως θα έπρεπε να λογίζονται από την αρχή της σειράς, αφού στα πλέι οφ δεν ισχύει τίποτε απ’ όσα έγιναν στη regular season. Από τη στιγμή που η σειρά ξεκίνησε από το 0-0, μια ομάδα με υποδιπλάσιο μπάτζετ δεν θα μπορούσε ποτέ να λογίζεται ως φαβορί όσο καλά κι αν έπαιξε στις 34 αγωνιστικές που προηγήθηκαν.
Συνεπώς, το βάρος και η πίεση του φαβορί είναι πλέον για τα καλά στην πλάτη της πανάκριβης ομάδας του Ιτούδη. Κάπου εδώ να υπενθυμίσω πως τα γκαρντ της Φενέρ που έπαιξαν στο ΣΕΦ κοστίζουν σχεδόν όσο ολόκληρος ο Ολυμπιακός, δίχως να υπολογίζεται καν το τεράστιο συμβόλαιο του απόντα Γουίλμπεκιν.
Καλό είναι να μην ξεχνάμε ποτέ αυτές τις «λεπτομέρειες», διότι οι νεκροθάφτες έχουν ήδη πιάσει δουλειά και μιλούν για «τεχνική επικράτηση του Ιτούδη» και άλλα τέτοια, θέλοντας προφανώς να απαξιώσουν τον Μπαρτζώκα. Αυτές τις «τσαχπινιές» τις ξεκινούν πάντοτε οι περιβόητοι «αντικειμενικοί» με στόχο να τσιμπήσουν οι όχι και τόσο υποψιασμένοι φίλοι του Ολυμπιακού. Και πολύ συχνά καταφέρνουν τον σκοπό τους, αφού βρίσκουν κάμποσους μπόσικους και διατεθειμένους να χάψουν το παραμύθι αμάσητο…
Είπα πιο πάνω για την αδικία των πλέι οφ, όταν έχουν παίξει όλοι με όλους. Σε ένα πραγματικό δίκαιο σύστημα διεξαγωγής, θα έπρεπε οι ομάδες να μεταφέρουν τις νίκες τους στα πλέι οφ και όποιος φτάσει πρώτος στις τέσσερις να παίρνει την πρόκριση. Με αυτόν τον τρόπο και μεγαλύτερη δικαιοσύνη θα υπάρξει αλλά και έξτρα βαρύτητα στα ματς της κανονικής περιόδου.
Πόσο δίκαιο είναι να καλείσαι να κάνεις άλλες τρεις νίκες κόντρα σε έναν αντίπαλο που τον έχεις κερδίσει (διασύρει στην προκειμένη περίπτωση) ήδη δυο φορές, όταν μάλιστα αυτός είναι πολύ πιο ισχυρός οικονομικά από σένα; Σκεφτείτε πόσο διαφορετική θα ήταν η σειρά αν ξεκινούσε από το 2-0 της κανονικής περιόδου και o ένας ήθελε δυο νίκες για την πρόκριση ενώ ο άλλος τέσσερις…
Ότι η Φενέρ έχει δουλέψει πολύ στο πώς θα περιορίσει επιθετικά τον Ολυμπιακό είναι προφανές. Οι Ερυθρόλευκοι όμως δεν ηττήθηκαν από την επίθεση αλλά από την άμυνα. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός πως τα 14 λάθη σημειώθηκαν σε ένα ματς όπου η απώλεια των αμυντικών ριμπάουντ προκάλεσε δεδομένο εκνευρισμό.
Είναι δεδομένο ότι στο Game 3 θα κριθούν πάρα πολλά. Εκεί όπου η πίεση είναι απείρως μεγαλύτερη για τον γηπεδούχο. Κατανοώ πως για όλους τους μεγάλους προπονητές τίθεται πρωτίστως θέμα εγωισμού το να μη θέλουν για κανέναν λόγο να αλλάξουν το πλάνο τους. Για χρόνια ο Πεπ Γκουαρντιόλα προτιμούσε να χάνει (στην Ευρώπη) με τον τρόπο του, μέχρι που φέτος μπήκε στη διαδικασία να εμφανίσει μια ομάδα – χαμαιλέοντα (έτσι την αποκαλούν οι Άγγλοι) που κάθε τρεις και λίγο αλλάζει διάταξη και αγωνιστική προσέγγιση, ανάλογα με το ποιος είναι ο αντίπαλος.
Πολλοί προπονητές σκέφτονται ότι αν σταματήσουν να επιμένουν στο αρχικό τους πλάνο, κινδυνεύουν να αμφισβητηθούν από τους παίκτες τους. Τέτοιες ανασφάλειες όμως δεν γίνεται να τις έχει ο κορυφαίος τεχνικός στη Euroleague την τελευταία διετία. Εν ολίγοις, αν χρειαστεί να δούμε ακόμη και ζώνη ή μείωση των αλλαγών στην άμυνα σε δραστικό βαθμό, να τις δούμε χωρίς τον παραμικρό δισταγμό…
ΥΓ. Η διαιτησία στο δεύτερο ματς ήταν παμπόνηρη. Τα περισσότερα 50-50 σφυρίγματα δόθηκαν στη Φενέρ χωρίς δισταγμό και αλίμονο στον Ολυμπιακό αν ξαναδώσει τέτοια αγωνιστικά δικαιώματα στην Πόλη.