Ο Λιονέλ Μέσι ξόρκισε από πάνω του την «κατάρα» να γίνει Μαραντόνα και κάνει πράγματα και θαύματα στο φετινό Παγκόσμιο κύπελλο, με την μεγάλη ώρα να φτάνει σιγά σιγά. Πρώτα όμως θα πρέπει να ξεπεραστεί το εμπόδιο της μαχητικής και κυνικής Κροατίας.
Η ώρα του πρώτου μεγάλου ημιτελικού πλησιάζει (13/12, 21.00, ΑΝΤ1) και κανείς δεν μπορεί να κάνει μια ασφαλή πρόβλεψη – όσο μπορεί να γίνει αυτή στο ποδόσφαιρο – μετά τα όσα έχουμε δει στη φετινή διοργάνωση.
Από τη μία η Αργεντινή μοιάζει πιο έτοιμη από ποτέ, από την άλλη ποιος μπορεί να μην υπολογίσει τους Κροάτες με το… μάτι που γυαλίζει.
Κι αν γυαλίζει το μάτι του Μόντριτς, ρίξτε μια ματιά στο πρόσωπο του Λιονέλ Μέσι, ο οποίος πιο άνετος από ποτέ, πιο «αφελής» θα έλεγε κανείς, έχει πάρει από το χέρι την Αλμπισελέστε και την οδηγεί προς την κατάκτηση του Παγκοσμίου κυπέλλου.
Και για να συμβεί αυτό έπρεπε να ξορκίσει πολλούς δαίμονες από πάνω του.
Το να είσαι για την πατρίδα σου και το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη ο καλύτερος ποδοσφαιριστής του κόσμου, δεν έχει μόνο θετικά. Ειδικά όταν μιλάμε για μία χώρα όπως η Αργεντινή, όπου περπάτησε, μεσουράνησε και δοξάστηκε ποδοσφαιρικά ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα.
O Pulga είχε την τύχη να γεννηθεί σε μια χώρα αμιγώς ποδοσφαιρική, όπου όμως από την πρώτη στιγμή που άρχισε να συστήνεται στον παγκόσμιο χάρτη τον ακολουθούσε ο ψίθυρος «να ο νέος Μαραντόνα!».
Μέσα στα χρόνια που πέρασαν έκανε πολλά, οι συγκρίσεις αναπόφευκτες. Για πολλούς ο Μέσι ξεπέρασε τον Μαραντόνα. Για άλλους όχι. Ακόμα και όμως όταν έμπαινε ένα στοπ στη συζήτηση για το ποιος είναι καλύτερος, ακουγόταν η ατάκα – ακόμη και από ανθρώπους που θεωρούν τον σούπερ σταρ της Παρί καλύτερο ποδοσφαιριστή – «Μέσι γίνε Μαραντόνα».
Όλοι περίμεναν να βγει μπροστά, να πάρει στην πλάτη του την Αλμπισελέστε και να πανηγυρίσει το Παγκόσμιο κύπελλο, ευκαιρία που του δίνεται ξανά φέτος, στα γήπεδα του Κατάρ.
Και θέλει να το κλείσει με happy end!
Ο ίδιος ξέρει καλύτερα από τον καθέναν τι πέρασε όλα αυτά τα χρόνια, τι άκουσε, πως ένιωσε όταν ανακοίνωσε την απόσυρση από την εθνική του ομάδα μετά από μία ακόμη αποτυχία – ευτυχώς αποδείχθηκε ότι δεν ήταν το οριστικό τέλος – και έχοντας ξορκίσει πια τους δαίμονες του είναι έτοιμος να γευτεί το ποτήρι της μεγαλύτερης χαράς.
Ήδη ένιωσε μια μικρή δικαίωση όταν κατέκτησε με την Αλμπισελέστε το Κόπα Αμέρικα. Αυτός ο πρώτος τίτλος με την εθνική τον ξεκλείδωσε ακόμη περισσότερο.
Φέτος ίσως είναι το πρώτο Παγκόσμιο κύπελλο όπου δεν έχει ακουστεί η ατάκα «Μέσι γίνε Μαραντόνα».
Γιατί από την πρώτη στιγμή βγήκε μπροστά. Καταλάβαινε κανείς στις κινήσεις του πως φέτος το θέλει περισσότερο από ποτέ και έχει βάλει σκοπό να το πάρει. Δεν σάστισε ακόμη και σε δύσκολες στιγμές και πέτυχε κάτι που μπορεί να φαίνεται ασήμαντο, αλλά ίσως να μην είναι και τόσο. Σκόραρε για πρώτη φορά σε νοκ άουτ ματς της διοργάνωσης, αποδεικνύοντας πως αυτή τη φορά ξέρει πως είναι ή τώρα ή ποτέ.
Ο Μέσι δεν χρειάστηκε να γίνει Μαραντόνα, απλώς χρειάστηκε να διώξει από πάνω του τα βαρίδια που έμπαιναν στα πόδια του όταν φορούσε τη φανέλα της Αλμπισελέστε και να γίνει ο ποδοσφαιριστής που θαυμάζαμε τόσα χρόνια με τη φανέλα της Μπαρτσελόνα και έπειτα της Παρί.
Κι αν για τους ανά τον κόσμο θαυμαστές του παραμείνει ποδοσφαιρικός Θεός ανεξάρτητα από την κατάληξη του φετινού Μουντιάλ, για τους συμπατριώτες του, η αδυναμία να οδηγήσει τη χώρα τους στον πολυπόθητο τίτλο, θα αποτελεί πάντα ένα αγκαθάκι στη σχέση τους. Και θα είναι για πάντα το «αλλά» στην -αναπόφευκτη- σύγκρισή του με τον Μαραντόνα.