21.2 C
Athens

Κούκλατζης: Δεν φοβηθήκαμε στιγμή, είναι τιμή μου να υπηρετώ τη χώρα

Ο νεαρός λοχίας μιλάει για τις σκέψεις και τα συναισθήματά του τις 167 ημέρες κράτησης στις φυλακές Αδριανούπολης

Δεκατρείς ημέρες μετά την αποφυλάκισή του, που έγινε παραμονή της γιορτής της Παναγιάς και 167 ημέρες μετά την κράτησή του στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Αδριανούπολης, ο Δημήτρης Κούκλατζης ξεδίπλωσε τις σκέψεις και τα συναισθήματά του για όσα συνέβησαν όλο αυτόν τον καιρό, σε μια βαθιά ανθρώπινη και ειλικρινή συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και την ανταποκρίτριά του στην Αλεξανδρούπολη, Λαμπρινή Παπαδημητρίου.

«Ο στρατός είναι οικογένεια και ξέρεις ότι ποτέ δεν είσαι μόνος. Εμπιστεύεσαι και τη ζωή σου ακόμη σε συναδέλφους, στην ηγεσία. Οπότε δε φοβηθήκαμε ούτε στιγμή», είναι τα πρώτα λόγια του στην εύλογη ερώτηση τι αισθάνθηκε και αν φοβήθηκε.

Με βλέμμα καθαρό, ήρεμος, έχοντας δίπλα του ως φύλακες αγγέλους τους γονείς του Νίκο και Σοφία που έζησαν αυτούς τους πεντέμισι μήνες το δικό τους δράμα, πηγαινοερχόμενοι στην Αδριανούπολη χωρίς να γνωρίζουν πότε θα ξαναγυρίσει το παιδί τους στην Ελλάδα, ο νεαρός λοχίας μιλά για το πρώτο συναίσθημα που τον κατέκλυσε τη στιγμή της σύλληψής του από τους Τούρκους.

«Ηταν ξάφνιασμα, όχι φόβος»

«Ξάφνιασμα ήταν το πρώτο συναίσθημα τη στιγμή της σύλληψης, όχι φόβος… Ο στρατός είναι η επιλογή να υπερασπίζεσαι την πατρίδα σου. Είναι επιλογή μου να υπηρετώ και να ζω στα σύνορα της χώρας», προσθέτει.

Ο Δημήτρης μιλάει με αγάπη για την πόλη του: «Αγαπώ την πόλη μου την Ορεστιάδα, πιστεύω ότι είναι η ομορφότερη της Ελλάδας και δεν θα ήθελα να είμαι πουθενά αλλού. Ο στρατός μου δίνει τη δυνατότητα καθημερινά να υπερασπίζομαι αυτά που αγαπώ περισσότερο, την οικογένεια, την πατρίδα, την πόλη. Ίσως σ’ αυτή την επιλογή με επηρέασαν τα ξαδέρφια μου γιατί είναι όλοι στρατιωτικοί. Ίσως μου άρεσαν τα δύσκολα…».

Η συζήτηση πηγαίνει γρήγορα στην επί 167 ημέρες κράτηση των δυο Ελλήνων στρατιωτικών, του Δημήτρη και του Αγγελου.

«Σε κάθε αίτημα αποφυλάκισης υπήρχε η ελπίδα»

«Είχα κάνει ένα ημερολόγιο και έσβηνα την κάθε μέρα που περνούσε. Έτσι δε χάνεται ο χρόνος», λέει ο νεαρός λοχίας. «Κυρίως διαβάζαμε και συζητούσαμε με τον Άγγελο για διάφορα θέματα. Σίγουρα ήταν πολύ σημαντικό το ότι δεν ήμουν μόνος. Το να είσαι μόνος, να μην έχεις κάποιον να μιλήσεις είναι πολύ δύσκολο. Πώς να περάσουν οι ώρες, οι μέρες… Είχαμε απεριόριστο χρόνο να σκεφτούμε. Τα σκεφτόμουν όλα, την οικογένεια, το μέλλον, τη χώρα. Όλα ήταν συνέχεια στη σκέψη μου… Το δυσκολότερο ήταν η αβεβαιότητα για το πότε θα φύγουμε… Όταν πήγαμε στον εισαγγελέα, στο αυτόφωρο, τότε καταλάβαμε ότι δεν θα τελειώσει γρήγορα το θέμα… Σε κάθε αίτημα αποφυλάκισης υπήρχε η ελπίδα, ότι ίσως αυτή είναι η φορά που θα φύγουμε. Μετά από κάθε απόρριψη δεν πέφταμε ψυχολογικά, απλά περιμέναμε την επόμενη αίτηση. Κάθε μήνα περιμέναμε ότι θα γίνει κάτι καινούριο. Είχαμε πάντα την ελπίδα, δεν μας έριχνε ψυχολογικά. Λέγαμε, εντάξει δεν έγινε αυτό το μήνα θα γίνει τον επόμενο, κι έτσι πηγαίναμε από μήνα σε μήνα… Προσωπικά δεν απογοητεύτηκα ποτέ. Κουράγιο και αισιοδοξία μας έδιναν η πρόξενος που μας έλεγε για τις προσπάθειες που γίνονται και οι γονείς μας. Έτσι ελπίζαμε και περιμέναμε».

Η συμπαράσταση του κόσμου, οι κάρτες και τα γράμματα

«Όχι, δεν είχαμε εικόνα για τις διαστάσεις που είχε πάρει η σύλληψή μας. Ξέραμε ό,τι μας έλεγαν οι γονείς στα επισκεπτήρια και η κ. πρόξενος», λέει ο λοχίας Κούκλατζης. «Δεν φανταζόμουν ότι θα είχε πάρει τόσο μεγάλη έκταση. Δεν το περιμέναμε ότι θα ξεπερνούσε τα όρια της Ελλάδας… Οι επισκέψεις της πολιτικής ηγεσίας σίγουρα μας ανέβασαν ψυχολογικά. Μας ανέβασε ότι προσπαθούν, ότι είναι δίπλα μας η κυβέρνηση, η χώρα, όλη η Ευρώπη. Από τις επισκέψεις αυτές μάθαμε ότι η κατάσταση ήταν σοβαρή, ότι γίνονται προσπάθειες και ότι σύντομα η περιπέτεια θα τελειώσει… Η Θεία Κοινωνία ήταν κάτι ξαφνικό. Δεν το περιμέναμε. Δεν ξέραμε ότι θα έρθει ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης κ. Αμφιλόχιος. Το μήνυμα του Οικουμενικού Πατριάρχη, εγώ αισθάνομαι ότι το είχα ανάγκη. Ήταν Πάσχα και ήταν ευλογία… Το πρώτο γράμμα που πήραμε στη φυλακή το έστειλε ένας 11χρονος από το Ναύπλιο. Το έστειλε στις 11 Μαρτίου και το πήραμε το Πάσχα. Δεν γνωρίζαμε ότι θα δεχθούμε κάρτες και γράμματα. Μετά είδαμε τον κόσμο που ήταν δίπλα μας. Άγνωστος κόσμος που έστελνε ευχές για καλή Ανάσταση κ.α. Κάρτες και γράμματα απ’ όλη τη χώρα, απ’ όλο τον κόσμο, από τον Καναδά, την Αμερική, τη Γαλλία… Τα έχουμε πάρει όλα μαζί μας φεύγοντας…».

Οι συναντήσεις με τους γονείς, η αποφυλάκιση και η επιστροφή

«Τους πρώτους μήνες, ίσως οι συναντήσεις ήταν λίγο δύσκολες. Μετά το συνηθίσαμε και ήταν πιο εύκολο. Περιμέναμε κάθε Τετάρτη το τηλεφώνημα και την Παρασκευή το επισκεπτήριο. Συζητούσαμε για τη ζωή εκτός της φυλακής, για τους συγγενείς, τους φίλους, όλα όσα μας περίμεναν όταν επιστρέφαμε. Έτσι τελείωνε η εβδομάδα και περιμέναμε την επόμενη».

«Όταν απογειώθηκε το αεροπλάνο ακόμη και τότε δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τι είχε γίνει», λέει ο νεαρός λοχίας.

«Μόνο όταν ήμασταν στον αέρα και κοίταξα κάτω και είδα ελληνικό χώρο, είδα τον Λευκό Πύργο και την παραλία της Θεσσαλονίκης, τότε σιγουρεύτηκα ότι γυρίσαμε στη χώρα μας, ότι όλα τελείωσαν. Όταν προσγειώθηκε το αεροπλάνο και είδαμε τον κόσμο που περίμενε ήταν ένα σοκ. Δεν ξέραμε, δεν περιμέναμε ότι θα είναι τόσος κόσμος. Όχι δεν νιώθω ήρωας. Είναι μία λέξη με μεγάλη βαρύτητα. Είναι άλλη η έννοια του ήρωα και δεν την πλησιάζουμε. Ήρωες είναι οι άνθρωποι που έχουν δώσει το αίμα, τη ζωή τους για σκοπούς ιερούς, για την πατρίδα. Δεν μπορείς να αισθανθείς ήρωας λοιπόν. Δεν συγκρινόμαστε».

«Δεν έχω δει τα όσα έχουν γραφεί και ειπωθεί για την περιπέτειά μας. Είδα μόνο τις ειδήσεις μετά την επιστροφή μας. Δεν τα έχω ψάξει και σίγουρα δεν θα τα δω αμέσως. Ίσως αργότερα και κατά διαστήματα, αλλά όχι τώρα… Έχω μείνει ο ίδιος άνθρωπος. Βέβαια νιώθω ότι ωρίμασα λίγο παραπάνω, ίσως τα βρήκα με τον εαυτό μου περισσότερο. Σίγουρα θέλω να ξεχάσω. Θέλω να κρατήσω μόνο την αγάπη και τη στήριξη που δεχθήκαμε απ’ όλους σε μια πολύ δύσκολη στιγμή…», λέει ο Δημήτρης Κούκλατζης.

ΕΥΘΕΩΣ με τον Γιώργο Χαλά Γιώργος Χαλάς