Ο Χουάν Ραμόν Ρότσα έγινε αφιέρωμα από το αργεντίνικο Μέσο «Puntal», παραχωρόντας συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης για την καριέρα του.
Μεταξύ άλλων μίλησε για το γεγονός πως είναι κάτοικος Ελλάδας για πάνω από 40 χρόνια, αλλά και για το πως τον είχε προσεγγίσει ο Παναθηναϊκός πριν τον αποκτήσει.
«Είναι περίεργο, πολλές φορές ένιωθα περισσότερο Έλληνας παρά Αργεντινός, αλλά τελικά έλεγα ψέματα στον εαυτό μου. Όταν ήρθαμε ήταν πολύ δύσκολο να επικοινωνήσουμε ακόμη και μέσω τηλεφώνου. Υπήρχε μόνο η δυνατότητα επιστολής. Όμως με τις τώρα δυνατότητες είναι πιο εύκολο να κρατήσεις επαφή με τις ρίζες σου.
Για παράδειγμα, μπορώ να ακούσω το σταθμό ενός φίλου μου, ο οποίος εκπέμπει στο Σάντο Τομέ και έχει ένα πρόγραμμα τις Κυριακές το μεσημέρι, ή πολλές φορές ακούω ένα αγόρι που ζει στο Ριο Γκαλέγος και παίζει συνέχεια chamamé (σ.σ. παραδοσιακά τραγούδια Αργεντνής)», είπε σε πρώτο χρόνο ο Ρότσα ενώ μετά αναφέρθηκε στα κοινά που έχουν οι δύο χώρες λέγοντας:
«Υπάρχουν δύο κομμάτια: αυτό των μεγάλων και αυτό των νέων και όπως και στην Αργεντινή, οι νέοι έχουν διαφορετικό τρόπο να βλέπουν το παρελθόν. Οι μεγαλύτεροι γνωρίζουν για την ιστορία, τους φιλοσόφους τους, τη μυθολογία, τα μνημεία, ενώ οι νεότεροι όχι και τόσο.
Όπως και να έχει, η Ελλάδα είναι μια χώρα που εκτός από αυτό που μπορούμε να δώσουμε ως ομορφιά, με οκτώ καλοκαιρινούς μήνες, 280 κατοικημένα νησιά και όμορφα μέρη. Πάντα αστειεύομαι όταν λέω ότι αν ήμουν υπουργός Τουρισμού της Ελλάδας, θα απαγόρευα στους ντόπιους κατοίκους να κάνουν στο εξωτερικό διακοπές.»
«Είχαν έρθει να δουν τον Ροντόλφο Ροντρίγκεζ (σ.σ. ο Παναθηναϊκός), ο οποίος τελικά κατέληξε στη Μπόκα. Χάσαμε 3-0 και όταν βγήκαμε από τα αποδυτήρια ήρθαν δύο άτομα και με ρώτησαν αν θέλω να παίξω στον Παναθηναϊκό. Ήμουν εκεί για έξι μήνες και η μεταγραφή δεν έγινε τελικά», έκλεισε μιλώντας για την πρώτη του προσπάθεια ένταξης στο τριφύλλι.