22.8 C
Athens

Το «χέρι του Θεού» και η… μύτη του «θεού»

Μαεστρικές κινήσεις μέσα στα γήπεδα, αυτοκαταστροφικά πάθη έξω από αυτά • Μια ζωή στα άκρα, η ζωή του Ντιέγκο Μαραντόνα

Αν υπάρχει ένας ποδοσφαιρικός αγώνας που αποτυπώνει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τόσο την ιδιοφυΐα, όσο και τα ελαττώματα του Ντιέγκο Μαραντόνα, αυτός δεν είναι άλλος από τον αγώνα ανάμεσα στην Αργεντινή και την Αγγλία για τα προημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1986 στο Μεξικό.

Μέσα στα 90 λεπτά του συγκεκριμένου παιχνιδιού, ο Αργεντινός θεός της μπάλας κατάφερε να χωρέσει αφενός το πιο πολυσυζητημένο γκολ σε Μουντιάλ, που το πέτυχε με το «χέρι του Θεού», αφετέρου ένα τέρμα σπάνιας ομορφιάς που αποτελεί την αδιαπραγμάτευτα πρώτη επιλογή στα highlights οποιουδήποτε αφιερώματος τον αφορά.

Δεν είναι τυχαίο που την επόμενη ημέρα του αγώνα η γαλλική «Εκίπ» τον χαρακτήρισε «μισό άγγελο, μισό διάβολο».

Ετσι ακριβώς ήταν και ολόκληρη η ζωή του. Πότε άγγελος, πότε διάβολος. Μια ζωή στα άκρα. Στα όρια. Κάποιες φορές και πέρα από αυτά. Οσα έφτιαχνε με το απίστευτο ποδοσφαιρικό του ταλέντο ήταν ικανός να τα γκρεμίσει εξωαγωνιστικά, παραδομένος στα αμέτρητα πάθη του. Ζώντας συνεχώς σε μια αδιάκοπη λούπα που τον ωθούσε να επαναλαμβάνει ξανά και ξανά τα ίδια σφάλματα.

Κι όμως, όσα λάθη κι αν έκανε, όσο βαθιά στην παρακμή -ενίοτε και στην παρανομία- κι αν βυθίστηκε, όσο και αν εθίστηκε στις κακές συνήθειες και τις ουσίες, όσο και αν πάλεψε και τις περισσότερες φορές νικήθηκε από τους προσωπικούς του δαίμονες, η ποδοσφαιρική λάμψη του στιγμή δεν ξεθώριασε. Σαν το διαμάντι που ξεχωρίζει ακόμα και μέσα στη λάσπη οι λάτρεις του ποδοσφαίρου τον αναγνώριζαν και τον αποθέωναν.

Κι αν η ζωή του ήταν παράδειγμα προς αποφυγήν και απέτρεπε πολλούς να τον θεωρήσουν ως το ιδανικό πρότυπο αθλητή (έτσι κι αλλιώς όντως απείχε πολύ απ’ αυτό…) η ποδοσφαιρική του αξία ήταν αδιαμφισβήτητη και την παραδέχονταν φίλοι και εχθροί. Εξαιρετικά προικισμένος με τη μπάλα ο Μαραντόνα είχε την ικανότητα να ανεβάζει μόνος του στο υψηλότερο αγωνιστικό επίπεδο ολόκληρες ομάδες, ιδιαίτερα τη Νάπολι και την Αργεντινή,  χαρίζοντας στιγμές ποδοσφαιρικής πανδαισίας.

Οπως αυτή που προαναφέρθηκε, στο Μουντιάλ του 1986. Εκείνο το παιχνίδι κόντρα στην Αγγλία δεν ήταν για τον πολιτικοποιημένο και ανήσυχο Μαραντόνα ένα οποιοδήποτε παιχνίδι. Η αναμέτρηση με την Αγγλία ερχόταν τέσσερα χρόνια μετά τον πόλεμο των Φώκλαντς, των νησιών που μέχρι σήμερα η Αργεντινή θεωρεί ότι της ανήκουν, αλλά που ενώ τα κατέλαβε στις 2 Απριλίου 1982 υποχρεώθηκε μετά από σύγκρουση 74 ημερών να τα επιστρέψει σε βρετανικό έλεγχο.

Το παιχνίδι είχε φτάσει στο 51ο του λεπτό χωρίς καμία από τις δύο ομάδες να σκοράρει. Σε μια επίθεση της Αργεντινής ο Στιβ Χοτζ εμπόδισε τον Χόρχε Βαλντάνο να πάρει την πάσα από τον Μαραντόνα, αλλά δυσκολεύτηκε να γυρίσει τη μπάλα προς τον τερματοφύλακά του. Εβαλε το πόδι του άτσαλα και η μπάλα πήρε ύψος. Ετσι, ο Μαραντόνα που είχε ακολουθήσει τη φάση βρήκε την ευκαιρία, πήδηξε ψηλά και προλαβαίνοντας τον κατά 20 εκατοστά ψηλότερό του Αγγλο τερματοφύλακα, Πίτερ Σίλτον, έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα με τη… βοήθεια του χεριού του. Παρά τις έντονες διαμαρτυρίες των Αγγλων προς τον Τυνήσιο διαιτητή Αλί Μπιν Νασέρ, το γκολ μέτρησε κανονικά και έμεινε στη  μνήμη των φιλάθλων ως «το χέρι του Θεού».

Ηταν μια φράση που είχε πει ο ίδιος ο Μαραντόνα μετά το τέλος του αγώνα, όταν ρωτήθηκε πώς πέτυχε το γκολ: «Λίγο με το κεφάλι του Μαραντόνα και λίγο με το χέρι του Θεού» απάντησε αφοπλιστικά, για να γράψει αυτή η ατάκα του ιστορία ως μία από τις πιο διάσημες φράσεις στον αθλητισμό.

Τριανταένα χρόνια αργότερα, στην αυτοβιογραφία του παραδεχόταν πως δεν μετάνιωσε στιγμή για τον τρόπο που σκόραρε, αλλά και πως φοβόταν μήπως ακυρωθεί το γκολ ακόμα και μετά το τέλος του αγώνα.

Τρία λεπτά μετά από αυτό το γκολ έμελλε να γράψει ξανά ιστορία, ηρωική αυτή τη φορά, με το προσωπικό του highlight, επιτυγχάνοντας το γκολ που μέχρι σήμερα θεωρείται το σπουδαιότερο στην ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων.

Παίρνοντας τη μπάλα κάτω από τη σέντρα, το δεκάρι της Αργεντινής έκανε μια κούρσα 60 μέτρων και ντριμπλάροντας πέντε παίκτες της εθνικής Αγγλίας, τον Πίτερ Μπίρτσλι, τον Πίτερ Ριντ, τον Τέρι Μπούτσερ, τον Τέρι Φένγουικ, τον Μπούτσερ ξανά και στο τέλος τον τερματοφύλακα Πίτερ Σίλτον, έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα, επιτυγχάνοντας αυτό που έχει χαρακτηριστεί ως «το γκολ του αιώνα».

Ο ίδιος, με τη μεγάλη δόση υπερβολής που τον διακρίνει, περιέγραψε το γκολ ως εξής: «Ο Τέρι Μπούτσερ ήταν στα αριστερά μου, όπως και ο Τέρι Φένγουικ. Είχα τον Χόρχε Μπουρουτσάγκα και τον Χόρχε Βαλντάνο για υποστήριξη. Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα: Να δώσω πάσα ή να προχωρήσω μόνος μου; Ο Φένγουικ δεν μπορούσε να αποφασίσει αν θα καλύψει εμένα ή τον Μπουρουτσάγκα. Οπως λέω σήμερα στους παίκτες μου, όταν ο αντίπαλος αμυντικός είναι σε δίλημμα, είναι ένας πεθαμένος αμυντικός. Οταν πέρασα τον Φένγουικ, βγήκε από την εστία του ο Σίλτον. Νόμιζα ότι θα στοχεύσει προς τη γωνία του, αλλά αυτός ήρθε κατά πάνω μου. Δεν έκανα καμιά σπουδαία κίνηση εναντίον του. Ηθελε να καλύψει τόσο πολύ χώρο που ήταν σε όλο το χώρο. Οταν είδα την κίνησή του σκέφτηκα: Τι έχουν δώσει στον τύπο; Πρέπει να του έδωσαν αλκοόλ. Ετσι, απλά ακούμπησα τη μπάλα και σκόραρα. Ο Μπούτσερ ήρθε κατά πάνω μου και με χτύπησε τόσο δυνατά που χρειάστηκε να έχω συνεχώς πάγο πάνω στο πόδι μου στο λεωφορείο της ομάδας όταν φύγαμε. Αλλά εντάξει, είχαμε προκριθεί».

Κι όχι απλά είχαν προκριθεί αλλά έκαμψαν εύκολα στα ημιτελικά την αντίσταση του Βελγίου με 2-0 και κατέκτησαν το Παγκόσμιο Κύπελλο, κερδίζοντας τη Γερμανία με 3-2 στον τελικό μπροστά στα μάτια του Γερμανού Καγκελάριου, Χέλμουτ Κολ που είχε πάει στο Μεξικό σχεδόν με τη βεβαιότητα ότι θα δει τη Νατσιονάλμανσαφτ να στέφεται πρωταθλήτρια Κόσμου.

Το Μουντιάλ του 1986 στο Μεξικό ήταν το πικ της καριέρας του Μαραντόνα, που όμως δεν είχε φτάσει μέχρι εκεί ανέφελα και χωρίς αντιπαραθέσεις στην καριέρα του.

Εκανε το ποδοσφαιρικό του ντεμπούτο στην Αρχεντίνος Τζούνιορς, στις 20 Οκτωβρίου 1976, δέκα μόλις ημέρες πριν γιορτάσει τα 16α γενέθλιά του, για να μετακομίσει το 1981 στη Μπόκα Τζούνιορς και ένα χρόνο αργότερα (1982) να εξασφαλίσει τη μεταγραφή του στη Μπαρτσελόνα με το αμύθητο για εκείνη την εποχή ποσό των 4 εκατομμυρίων δολαρίων.

Ενα χρόνο αργότερα την βοηθά να κερδίσει το Copa del Rey. Ομως, οι σχέσεις του με την Μπάρτσα ήταν σχεδόν από την αρχή προβληματικές και το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το σοκ από τον σοβαρότατο τραυματισμό του από τον «χασάπη του Μπιλμπάο», Αντονι Γκοϊκοετσέα, συνέβαλε στο ξεκίνημα μιας σχέσης αγάπης με την κοκαΐνη, που λίγο αργότερα θα γινόταν «δεσμός» και εθισμός.

Μια σειρά από διαφωνίες του με τη διοίκηση των «μπλαουγκράνα» τον φέρνουν στο κατώφλι της Νάπολι. Η ομάδα του ιταλικού Νότου πλήρωσε για να τον αποκτήσει ένα νέο ποσό ρεκόρ για την εποχή, περίπου 7 εκατομμύρια δολάρια. Η Νάπολι ταίριαξε στον Μαραντόνα και ο ίδιος ταίριαξε με αυτή την αυθεντικά λαϊκή ομάδα, με αποτέλεσμα να απολαύσουν μαζί σχεδόν μια πενταετία θριάμβων (1987-1991) στη διάρκεια των οποίων οι «παρτενοπέι» κέρδισαν δύο πρωταθλήματα στη Serie A, ένα Κύπελλο Ιταλίας και ένα Κύπελλο UEFA.

Oμως, τα προβλήματα των ναρκωτικών ήρθαν ξανά για να στοιχειώσουν τη ζωή του Μαραντόνα. Η σεζόν 1990-1991, δεν ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς. Λίγους μήνες πριν είχε διαταράξει και τις σχέσεις του με τους Ιταλούς φιλάθλους, όταν στο Μουντιάλ της Ιταλίας είχε καλέσει τον ιταλικό Νότο να υποστηρίξει Αργεντινή στον μεταξύ τους ημιτελικό και όχι τη «Σκουάντρα Ατζούρα» που αντιπροσώπευε τον πλούσιο ιταλικό Βορρά.

Η Νάπολι προερχόταν από την κατάκτηση του τίτλου, αλλά ενώ ο ίδιος λατρευόταν ακόμα ως θεός την πόλη, με τη διοίκηση τα πράγματα δεν ήταν εξίσου καλά. Αποτέλεσμα ήταν να απουσιάζει συχνά από τις προπονήσεις, ενώ την ίδια ώρα έδινε το παρών σε πάρτι μελών της Καμόρα.

Στις 17 Μαρτίου 1991 σε έλεγχο ντόπινγκ μετά από αγώνα πρωταθλήματος κόντρα στη Μπάρι βρίσκεται θετικός στην κοκαΐνη. Οργισμένος αφήνει υπονοούμενα ότι οι αρχές της χώρας τον έχουν «στήσει» λόγω φορολογικών θεμάτων και των σχέσεών του με την Καμόρα, όμως ο πέλεκυς της τιμωρίας πέφτει βαρύς. Η ιταλική ποδοσφαιρική ομοσπονδία προχωρά σε 15μηνο αποκλεισμό του, διάστημα που μοιάζει αφάνταστα βαρύ για έναν ποδοσφαιριστή που βρίσκεται στα 31 χρόνια του και η φυσική κατάσταση δεν ήταν ποτέ το δυνατό του σημείο.

Ο Μαραντόνα επιστρέφει στην Αργεντινή και παίρνει την κάτω βόλτα. Περίπου σαράντα μέρες μετά, στις 26 Απριλίου 1991, συλλαμβάνεται σε διαμέρισμα στο Μπουένος Αϊρες με ποσότητες κοκαΐνης.

H είδηση σοκάρει την Υφήλιο, η φωτογραφία του με ένα χαβανέζικο πουκάμισο και το χαμένο βλέμμα του κάνει το γύρο του κόσμου και ο ίδιος παραδέχεται ανοιχτά πλέον τον εθισμό του στα ναρκωτικά.

Ο Μαραντόνα μένει μόνο για ένα βράδυ στη φυλακή, μέχρι να πληρώσει την εγγύηση και να αφεθεί ελεύθερος από τις αρχές, αλλά παραμένει για χρόνια φυλακισμένος μέσα στα προσωπικά του αδιέξοδα.

Στις 6 Μαΐου του ίδιου χρόνου η ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Αργεντινής τον τιμωρεί με 14 μήνες αποκλεισμό από την αγωνιστική δράση για χρήση απαγορευμένων ουσιών. Λίγες ημέρες αργότερα σε έφοδο σε ξενοδοχείο βρίσκεται μεθυσμένος μαζί με δύο φίλους του με 50 γραμμάρια κοκαΐνης πάνω του.

Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου του επιβάλλεται ποινή φυλάκισης 14 μηνών με αναστολή για κατοχή ναρκωτικών ουσιών στη Νάπολι.

Ο Μαραντόνα γίνεται οξύθυμος, νευρικός και οι επιθέσεις σε δημοσιογράφους που τον ακολουθούν σε κάθε του βήμα είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο. Λίγους μήνες πριν το Μουντιάλ των ΗΠΑ, τον Φεβρουάριο του 1994 κι ενώ κάνει την ύστατη προσπάθεια να επανέλθει σε ένα αξιοπρεπές αγωνιστικό επίπεδο, πυροβολεί με αεροβόλο όπλο δημοσιογράφους που περιμένουν στην είσοδο του εξοχικού του σπιτιού και τραυματίζει ελαφρά πέντε άτομα.

Στο Μουντιάλ των ΗΠΑ δίνει κανονικά το παρών και μάλιστα επιτυγχάνει ένα εξαιρετικό γκολ στο θριαμβευτικό 4-0 απέναντι στην εθνική Ελλάδας στις 21 Ιουνίου 1994. Η εικόνα του πανηγυρισμού του μπροστά στην κάμερα ήταν ένα από τα highlights της αγωνιστικής.

Πολλοί βιάστηκαν τότε να μιλήσουν για το come back του «Πίμπε ντ’ Ορο», έπεσαν όμως δραματικά έξω. Το δείγμα που δίνει στις 29 Ιουνίου στον αγώνα με τη Νιγηρία, βρίσκεται θετικό σε εφεδρίνη και τιμωρείται με νέο 15μηνο αποκλεισμό. Ο ίδιος κατηγορεί δημοσίως τον πρόεδρο της FIFA, Ζοάο Χαβελάνζε, ότι έδωσε εντολή να βάλουν εφεδρίνη στο δείγμα του για να αναδειχθεί παγκόσμια πρωταθλήτρια η Βραζιλία.

O Μαραντόνα αποχώρησε τελικά από το ποδόσφαιρο το 1997 σε ηλικία 37 ετών, ουσιαστικά όμως η καριέρα του είχε τελειώσει από τα 30 σχεδόν χρόνια του. Η πολύχρονη χρήση κοκαΐνης τον έστειλε ένα βήμα από το θάνατο με μια σοβαρή καρδιακή προσβολή το 2004, όταν και γλίτωσε την τελευταία στιγμή, τον οδήγησε επανειλημμένα σε κέντρα αποτοξίνωσης, ακόμα και σε κλινικές για συρραφή στομάχου, προκειμένου να απαλλαγεί από το υπερβολικό βάρος που είχε αποκτήσει.

Σήμερα, έχοντας ξεπεράσει την πίκρα για τον τρόπο που σπατάλησε το ταλέντο του και έχοντας προφανώς κάνει την αυτοκριτική του μπορεί να χαμογελά ξανά, με τα πάνω και τα κάτω του, όπως όλοι οι κανονικοί άνθρωποι. Εξακολουθεί κάποιες φορές να γίνεται ακόμη πρώτη είδηση, ευτυχώς όμως μόνο για λεκτικές αντιπαραθέσεις, ή προβληματικές συμπεριφορές, όπως οι πρόσφατες στο Μουντιάλ της Ρωσίας, αποφεύγοντας ωστόσο να πλησιάζει τα όρια.

Και μπορεί να μην κατάφερε να σώσει την καριέρα του, έσωσε όμως με πολύ κόπο και προσπάθεια τη ζωή του. Nτριμπλάροντας τον θάνατο με την ίδια μαεστρία που εκείνο το μαγικό βράδυ της 22ας Ιουνίου 1986 είχε ντριμπλάρει τους Αγγλους αμυντικούς, «αιχμαλωτίζοντας» μια για πάντα τις καρδιές των εκατομμυρίων εραστών της μπάλας που έκτοτε δηλώνουν φανατικοί και αμετανόητοι θαυμαστές του…

ΕΥΘΕΩΣ με τον Γιώργο Χαλά Γιώργος Χαλάς