Σε μια σειρά τελικών το πιο σώφρον που μπορείς να κάνεις είναι να ξεχάσεις γρήγορα ό,τι συνέβη και να πας απευθείας στο επόμενο. Βέβαια, όταν ο ένας τελικός απέχει από τον άλλον μια εβδομάδα, έχεις το περιθώριο να ανασυνταχθείς, να δεις τι μπορείς να βελτιώσεις και κυρίως να δουλέψεις την ψυχολογία σου.
Ο Παναθηναϊκός έκανε ένα από τα καλύτερα φετινά του παιχνίδια και το 1-0 απέναντι στον Ολυμπιακό ήρθε πιο εύκολα από ό,τι φαίνεται στο τελικό 3-1: λέμε εύκολα γιατί κοιτώντας απλώς τη διακύμανση στα τρία του κερδισμένα σετ, βρισκόταν στα μισά του καθενός με παγιωμένη απόσταση τριών ή τεσσάρων πόντων από τους Ερυθρόλευκους.
Χτυπούσε πολύ από τα εννέα μέτρα με αρκετό, όμως, ρίσκο (6 άσους για 32 χαμένα), έπαιζε ταχύτατα στην καλή υποδοχή με τον Έλγκερτ να φορτώνει τους περιφερειακούς του (33 τελειωμένες επιθέσεις σε 58 προσπάθειες με 47% efficiency). Ο Καναδός πασαδόρος δεν κέρδισε την εμπιστοσύνη του προπονητή του φέτος, κοιτώντας όμως στεγνά την απόδοσή του στον 1ο τελικό δεν μπορεί να πει κάποιος πως δεν διάβασε σωστά τον Ολυμπιακό και δεν αξιοποίησε τις συνθήκες υπέρ της ομάδας του, που τελείωνε τις επιθέσεις με ευκολία από όλες τις θέσεις (λιγότερο από την «3») σε ποσοστό 58% (49% αποτελεσματικότητα έναντι 29% του αντιπάλου του).
Ακόμα και ο Φαν Χάρντερεν, μπορεί να μην ήταν εντυπωσιακός όμως τελείωσε ψηλές μπάλες μα κυρίως έκανε ελάχιστα λάθη κι αυτό στην οικονομία του αγώνα μετρά διπλά.
Γενικότερα, οι Πράσινοι από τον πρώτο πόντο του αγώνα έπαιζαν χωρίς άγχος και με κύριο μέλημα να μη συμβεί κάτι ανάλογο με τον περυσινό πρώτο τελικό, μεταφέροντας πια την πίεση εξ ολοκλήρου στον Ολυμπιακό που θα κληθεί να κρατήσει την έδρα του την Τετάρτη.
Δίχως την παραμικρή υπερβολή, οι Ερυθρόλευκοι παρουσιάστηκαν στο Μετς σαν να βρίσκονται σε στάδιο καλοκαιρινής προετοιμασίας. Σαν να μαζεύτηκαν για πρώτη φορά έξω από το γήπεδο φορώντας σαγιονάρες και είπαν «άντε πάμε για το πρώτο ματς της σεζόν». Εικόνα παρόμοια με αυτή σε αναμετρήσεις της κανονικής περιόδου στο πρωτάθλημα: όταν φυσικά στο μυαλό παικτών (και δη έμπειρων) έχει περάσει η λογική ότι «θα γυρίσουμε ξαφνικά τον διακόπτη και θα παίξουμε εκεί που πρέπει», είναι αναμενόμενο κάποια στιγμή το σώμα σου να μην υπακούσει.
Για αυτό και η εμφάνιση στον πρώτο τελικό σε επίπεδο πνευματικής προετοιμασίας ήταν η χειρότερη δυνατή και συνολικά η πιο άσχημη σε κρίσιμο παιχνίδι φέτος.
Ο Πέριν χάθηκε μέσα στο ματς παρότι στο μεγαλύτερο διάστημα ήταν ο καλύτερος του Ολυμπιακού, ο Ατανασίεβιτς κινήθηκε σε πολύ ρηχά νερά με κακή απόδοση στην ψηλή μπάλα, ο Τράβιτσα δεν απέφυγε τα λάθη στις πάσες του και ο Παγένκ έκλεισε τον αγώνα χωρίς άσο.
Η αναλογία κερδισμένων/χαμένων σερβίς του Ολυμπιακού ήταν καλύτερη από την αντίστοιχη του Παναθηναϊκού, τα λάθη λιγότερα, όμως αυτή είναι η μία ανάγνωση.
Η άλλη λέει ότι οι Ερυθρόλευκοι ήταν σαν να έπαιζαν με δύο βασικές απουσίες. Η μία κυριολεκτικά και η άλλη μεταφορικά: Χωρίς τον Τζούριτς αυτή τη φορά δεν έσπαγε μπάλα στο φιλέ για αυτό και οι άμυνες ήταν ελάχιστες (6 ανά σετ) με τον Αρμενάκη να είναι ωσεί παρών στα δύο πρώτα σετ και τον Παπαγγελόπουλο να βοηθάει περισσότερο αλλά ούτε εκείνος να κάνει διαφορά στο μπλοκ.
Η δεύτερη απουσία ήταν αυτή του Κουμεντάκη. Ο Εβρίτης ακραίος είναι σκιά του καλού εαυτού του και επειδή είναι παίκτης ψυχολογίας, είναι εμφανές πως όταν στραβώσει το πράγμα δεν μπορεί με τίποτα να ακολουθήσει. Πήρε τον πρώτο του πόντο στο 3ο σετ, έδωσε 9 (!) στον Παναθηναϊκό από λάθη του και στον πάγκο δεν υπήρχε ο Δαλακούρας να βοηθήσει λόγω ενοχλήσεων. Όχι πως ο Αντρέα Γκαρντίνι είναι λάτρης των αλλαγών και επεμβαίνει γρήγορα στα παιχνίδια (πχ. αλλαγή Κωστόπουλου όταν πια ο Παναθηναϊκός είχε ανοίξει τη διαφορά στο δεύτερο σετ).
Ο Ιταλός αυτή τη φορά δεν είχε καλές λύσεις στον πάγκο (γενικότερα οι καλοί Έλληνες που μπορούν να σταθούν σε αυτό το επίπεδο και ερχόμενοι από πίσω είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού), αλλά δεν είναι πως μέσα στη σεζόν συνηθίζει στις αλλαγές.
Το δείγμα κακής νοοτροπίας φέτος ήταν το πρωτάθλημα, ό,τι κι αν συμβεί στο τέλος: δεν νοείται επειδή ο αντίπαλος ξεφεύγει ή χάνεις ένα σετ να παρατάς το επόμενο. Ούτε να κερδίζεις εύκολα ένα σετ – επειδή κατέβασε ρυθμό ο Παναθηναϊκός – και να μπαίνεις να κυνηγάς από το 6-1 (!) στο τέταρτο, ούτε εννοείται να παρατάς τη φάση στην άμυνα: εδώ βέβαια να σημειώσουμε ότι οι Πράσινοι έμοιαζαν να έχουν καλύτερο επίπεδο φυσικής κατάστασης από τον τρόπο που έπεφταν για κάθε μπάλα.
Η πίεση – με την οποία έχει μάθει να ζει ο Ολυμπιακός – θα είναι μεγάλη την εβδομάδα που ακολουθεί. Δικαιολογίες μπορούν να βρουν όλοι, αλλά η πραγματικότητα είναι σκληρή και οφείλεις στους τελικούς τουλάχιστον να παλεύεις. Κάτι που επ’ ουδενί δεν συνέβη στον πρώτο, με τον Παναθηναϊκό να αξιοποιεί τα όπλα του και να κάνει το 1-0 σε μια σειρά που είναι δύσκολη η όποια πρόβλεψη λόγω της μεγάλης απόστασης από τον πρώτο ως και τον τρίτο τελικό.