Την πρώτη φορά, νιώσαμε ότι χάθηκε η μεγαλύτερη ευκαιρία για να ξαναπάμε σε ένα Μουντιάλ. Η Εθνική μας ήθελε νίκη επί της Δανίας στο ΟΑΚΑ για να τερματίσει 1η στον όμιλό της και να προκριθεί απ’ ευθείας στα τελικά της Γαλλίας (αφήνοντας έξω την Κροατία και στέλνοντας στα μπαράζ τους Δανούς), όμως δεν ήταν γραφτό…
Η υπεροχή της Εθνικής μας σε όλη τη διάρκεια του αγώνα δεν καρποφόρησε και στο 90’ ήρθε και η… κωλοφάση με το τετ α τετ που κυνηγάει ακόμα τον Αλέξη Αλεξανδρή –παρά τις αμέτρητες επιτυχίες που γεύτηκε στην τεράστια καριέρα του. Υπό πίεση ήταν ο επιθετικός του Ολυμπιακού, δεν είχε πολύ χρόνο να ζυγίσει το σουτ, στο τέλος-τέλος βρήκε εστία. Αλλά ο Πίτερ Σμάιχελ απέκρουσε με το πόδι και κράτησε το 0-0… Οι Δανοί διατηρήθηκαν στην 1η θέση και πήραν το εισιτήριο για τα τελικά και τους ακολούθησαν μέσω μπαράζ οι Κροάτες, οι οποίοι με το 3-1 επί της Σλοβενίας μας άφησαν στην 3η θέση να κλαίμε τη μοίρα μας. Το τι επακολούθησε στα τελικά της Γαλλίας, τόσο από Κροάτες (κυρίως) όσο και από τους Δανούς, το γνωρίζετε.
Χρειάστηκε να περάσουν ακριβώς έξι χρόνια για να λυτρωθούμε για εκείνο το «αχ, Αλέξη». Στις 11 Οκτωβρίου 2003, η Εθνική μας είχε πια τον Ότο Ρεχάγκελ στο τιμόνι και βρισκόταν ένα βήμα από την ολοκλήρωση ενός άθλου στα προκριματικά του Euro. Έχοντας στο μεταξύ νικήσει εκτός έδρας την Ισπανία (1-0) και εντός έδρας την Ουκρανία (επίσης με 1-0) στα δύο ματς-κλειδιά του ομίλου, υποδεχόταν στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας τη Βόρειο Ιρλανδία, έχοντας ως στόχο απλώς τη νίκη. Αρκούσε για την πρωτιά και την πρόκριση.
Αδύναμοι ήταν τότε οι αντίπαλοί μας, μια και δεν είχαν πετύχει ούτε ένα γκολ στον όμιλο (και μπόλικα ματς πριν από αυτόν), αλλά το άγχος βάραινε τα πόδια των διεθνών μας. Οι αναμνήσεις από το καταραμένο ματς με τη Δανία ήταν νωπές και γκολ δεν έμπαινε. Οι «μαύρες» σκέψεις είχαν αρχίσει να στριφογυρνάνε ακόμα και στα πιο αισιόδοξα ελληνικά μυαλά.
Η λύτρωση ήρθε στο 68’: ο Ζήσης Βρύζας έφυγε στην κόντρα, μπήκε στην περιοχή και ανατράπηκε από τον Τζορτζ ΜακΚάρτνεϊ. Ο Πορτογάλος διαιτητής έδωσε το πέναλτι, απέβαλε τον αντίπαλο αμυντικό και ο γόρδιος δεσμός έμοιαζε να λύνεται, μόνο που τα δευτερόλεπτα μέχρι να εκτελέσει ο Βασίλης Τσιάρτας την εσχάτη των ποινών έμοιαζαν αιώνας. Ακόμα και τα κλάσματα του δευτερολέπτου αφότου η μπάλα έφυγε από το αριστερό του πόδι και κατέληξε στα δίχτυα, περνώντας κάτω από το σώμα του γκολκίπερ, Μάικ Τέιλορ, φάνηκαν να κυλούν βασανιστικά!
Το «ναι, ρε Βασίλη» για την ιστορική πρόκριση στα τελικά μίας μεγάλης διοργάνωσης ήταν αρκετό για να μας γεμίσει χαρά, έξι χρόνια μετά την πίκρα του χαμένου Μουντιάλ (και δέκα από το φιάσκο των ΗΠΑ). Πού να ξέραμε τότε, ότι αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά σε όσα μας περίμεναν το καλοκαίρι του 2004 στην Πορτογαλία…