H Bωβούσα ή Βοβούσα, το βορειότερο και πιο απόμακρο από τα χωριά του Ανατολικού Ζαγοριού, καλωσορίζει τον επισκέπτη με ένα μεγάλο πέτρινο τοξωτό γεφύρι που στέκεται πάνω από τον ορμητικό Αώο από το 1748, συνδέοντας τους δύο μαχαλάδες εκατέρωθεν του ποταμού.
Είναι ένα από τα ελάχιστα όμοιά του σε όλη την Ελλάδα που αντέχουν ακόμα στην καρδιά ενός οικισμού. Χτίστηκε το 1748 από τον Αλέξιο Μήσιο και έχει αναγνωριστεί ως νεότερο αρχαιολογικό μνημείο.
Κάτω από το γεφύρι έχει δημιουργηθεί ένα μικρό φράγμα, το οποίο σχηματίζει ευρύχωρη φυσική πισίνα, κατάλληλη για μπάνιο, φυσικά μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες. Το βλάχικο όνομα του χωριού είναι Μπαϊάσσα ή Μπριάσα. Το νεότερο Βωβούσα προήλθε από την αρχαία ονομασία του Αώου, που ήταν «Βοϊούσας» (βοή-βουή), αφού ο αχός του ποταμού, που κυριολεκτικά «κόβει» στα δύο το χωριό, συντροφεύει κάθε στιγμή τη ζωή των ανθρώπων του.
Η Βωβούσα, είναι το χαρακτηριστικό χωριό των ξυλοκόπων της Πίνδου, καθώς όλοι οι κάτοικοι ασχολούνται με την υλοτομία, η οποία αποτελεί παράδοση της περιοχής.
Και μπορεί η οικονομική κρίση να πέρασε σαν λαίλαπα και οι εισαγωγές ξυλείας από άλλες χώρες, να συρρίκνωσαν την τοπική οικονομία, όμως οι υλοτόμοι της Βωβούσας δεν εγκαταλείπουν το χωριό, γιατί όπως λένε αγαπούν τον τόπο τους.
Οι κάτοικοι της Βωβούσας ήταν ανέκαθεν υλοτόμοι, πριονάδες, αγωγιάτες και έμποροι. Αρκετοί από αυτούς ασχολούνταν και με την κτηνοτροφία. Στις αρχές του αιώνα ζούσαν στο χωριό περίπου 120 οικογένειες και περισσότερα από 90 παιδιά πήγαιναν στο δημοτικό σχολείο. Σήμερα οι μόνιμοι κάτοικοι δεν ξεπερνούν τους 100, ενώ οι περισσότεροι έχουν σαν κύρια δραστηριότητα την υλοτομία και την επεξεργασία ξύλου.