Διαρρέεται αλλά δεν δημοσιοποιείται. Υπονοείται αλλά δεν επιβεβαιώνεται. Όλα όμως προοιωνίζονται πως είναι σε διαδικασία εξέλιξης μια νέα συνεργασία ποδοσφαιρικών δυνάμεων σε εθνικό επίπεδο.
Τη διαχειρίζονται(;), έστω και πρωτόλεια, ο ΠΑΟΚ και ο Ολυμπιακός. Γύρω τους κινούνται άλλες, επίσης υπολογίσιμες, δυνάμεις σε ένα αρχικό σύνολο με πολύ μεγάλη δυναμική και «αστείρευτες» δυνατότητες παρεμβάσεων και αλλαγών όπου αυτό είναι απαραίτητο.
Τι (δείχνει να) συνέχει αυτές τις δυνάμεις; Η ανάγκη επιβίωσης και απόδοσης των επενδύσεων τους στην ποδοσφαιρική οικονομία. Επένδυσαν σημαντικά ποσά και τι εισέπραξαν; Ένα καθεστώς διοίκησης και διαχείρισης που έχει κακοφορμίσει την τελευταία διετία, καθοδηγημένο από μια συμμαχία ποδοσφαιρικών φαντασμάτων και κυβερνητικών παρεμβάσεων στα όρια της ακραίας πρόκλησης.
«Για τα λεφτά τα κάνουν όλα» οι «new entry» συνεργαζόμενοι, δηλαδή για τα δικά τους λεφτά, καθώς τους συνδέει η προνομιακή σχέση που διαχωρίζει παντού τους επενδυτές ( στην πράξη και στο σχεδιασμό) από τους εθνικούς (και εσχάτως και διεθνείς) μπαταξήδες, που υποδύονται, «απ΄όξω, απ΄όξω», τους προέδρους, τους ιδιοκτήτες, τους διοικητές.
Σε δεύτερο επίπεδο προκύπτει ότι έχουν κουραστεί υπερβολικά να παριστάνουν τους αφελείς και να επιτρέπουν να επιβιώνουν με τα δικά τους λεφτά φαντάσματα άλλων εποχών, επαγγελματίες παρτάκηδες, διαχρονικοί νταβατζήδες, αιώνιοι «έμπειροι παράγοντες».
Σε κάθε περίπτωση, όμως, το θέμα είναι τα λεφτά. Στην τεράστια δυναμική που αναπτύσσουν επενδυμένα ορθά σε ένα αποδεκτό επιχειρηματικό πλαίσιο εδράζεται μια νέα συμμαχία ισότιμων συνεταίρων, στη λογική των οποίων η δική τους προσωπική πρόοδος και επιτυχία είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την εξέλιξη του αθλήματος σε όλους τους τομείς της εγχώριας ποδοσφαιρικής οικονομίας.
Δεν είναι άμοιρη ευθυνών, για την επόμενη μέρα που σχεδιάζεται στο ποδόσφαιρο, η ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Φαίνεται ότι αποτελεί κορυφαία πρόκληση για τις συνεργαζόμενες δυνάμεις (και όσες προστεθούν) η ταχύτατη προσέγγιση στα στάνταρ των ανεπτυγμένων ποδοσφαιρικά χωρών, για τις οποίες μετ΄επιτάσεως λέγεται πως « σε συνθήκες ακραίας κρίσης ο μόνος τομέας της οικονομίας τους, που ανέπτυξε ισχυρή δυναμική, προχώρησε σε δεκάδες επενδύσεις και αύξησε θεαματικά το παραγόμενο προϊόν είναι το ποδόσφαιρο». Από εκεί οι συγκρίσεις με την σαπισμένη ελληνική πραγματικότητα και οι διαπιστώσεις «δεν πάει άλλο»…
«Λογικό», θα ισχυριστεί κάποιος, «όταν το θέμα είναι τα λεφτά».» Λογικότατο, «επειδή το θέμα είναι, επιτέλους, τα λεφτά. Αλίμονο αν δεν ήταν τα λεφτά».
Η αστειότητα που έχει βιώσει ως επαγγελματικό ποδόσφαιρο τόσες δεκαετίες αυτή η χώρα με τα λεφτά έχει να κάνει. Συγκεκριμένα με την έλλειψη τους.
Αυτή η έλλειψη, σε συνδυασμό με κρατικές και κυβερνητικές ιδεοληψίες δεκαετιών, αποτυπωμένες εμμονικά σε νόμους, καταστατικά και κανονισμούς οδήγησαν σε ένα κακομοίρικο, κακορίζικο, φτωχοποιημένο ποδόσφαιρο.
Κύριοι τα πράγμα είναι απλά! Το ποδόσφαιρο, ως χώρος επαγγελματικής έκφρασης, πέτυχε την εκτόξευση του επειδή όσοι ασχολούνται μαζί του αποφάσισαν πως είναι ακριβό σπορ. Και το εξέλιξαν ανάλογα. Όσοι πιστοί προσέλθετε…
Υ.Γ. Το ποδόσφαιρο ήταν και παραμένει πάντα, εκτός από το αγαπημένο άθλημα, μια άκρως πολιτική διαδικασία, που απαιτεί πολιτικές λύσεις από όσους ενδιαφέρονται γι΄αυτό.