Μια ακόμα θλιβερή πρωτιά διεκδικεί η Ελλάδα που… κατάφερε να γίνει η μόνη χώρα, όπου οι φόροι αυξήθηκαν τόσο πολύ, σε μια εποχή που η τάση που καταγράφει ο ΟΟΣΑ για τα μέλη του είναι η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, η ελάφρυνση των φορολογικών βαρών για τους εργαζόμενους και η σταθεροποίηση των συντελεστών του ΦΠΑ.
Στην Έκθεση «Tax Policy Reforms 2018» ο Οργανισμός καταγράφει σημαντικές φορολογικές εξελίξεις σε χώρες όπως η Αργεντινή, η Γαλλία, η Λετονία, οι ΗΠΑ, με στόχευση στην ενίσχυση των επενδύσεων και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Μεταξύ αυτών των εξελίξεων σημειώνει την τάση μείωσης των φορολογικών βαρών στις επιχειρήσεις, ακόμα και σε χώρες που παραδοσιακά έχουν υψηλούς συντελεστές. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο μέσος συντελεστής φόρου επιχειρήσεων στις χώρες του ΟΟΣΑ έχει πέσει από το 32,5% το 2000 στο 23,9% το 2018. Ανάλογες κινήσεις και στη φορολογία των φυσικών προσώπων.
Ωστόσο, η Ελλάδα δεν συμπεριλαμβάνεται σε αυτές τις χώρες. Το αντίθετο.
Σύμφωνα με την Έκθεση, στην Ελλάδα καταγράφηκε η μεγαλύτερη αύξηση φόρων ως ποσοστό του ΑΕΠ -σχεδόν κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες- μεταξύ 2015 και 2016, ως αποτέλεσμα των φόρων που επιβλήθηκαν σε εισοδήματα και κατανάλωση, λόγω της υποχρέωσης δημοσιονομικής προσαρμογής. Το πρόβλημα είναι ότι η Ελλάδα διατηρεί αυτά τα θλιβερά πρωτεία ακόμα κι αν το έτος αναφοράς είναι το 2007, καθώς στο διάστημα 2007- 2016 οι φόροι ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκαν κατά 7,4 ποσοστιαίες μονάδες. Για την ιστορία, στον αντίποδα, η μεγαλύτερη μείωση καταγράφηκε στην Ιρλανδία (από το 30,4% στο 23%).
Δεν μπορεί, δε, να πει κανείς ότι είναι θετικό, πως στην ίδια διετία, η Ελλάδα είχε και τη μεγαλύτερη μείωση δημόσιων δαπανών, προκειμένου να πετύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους, καθώς αυτή η μείωση δεν φαίνεται να έγινε ορθολογικά, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της ποιότητας των παρεχόμενων δημόσιων υπηρεσιών.
Κόντρα, επίσης, στη γενικότερη τάση μείωσης των φορολογικών βαρών στην εργασία, στην Ελλάδα -για τους γνωστούς λόγους- καταγράφεται αύξηση αυτών των επιβαρύνσεων (είτε με τη μορφή του φόρου εισοδήματος είτε με τη μορφή των ασφαλιστικών εισφορών). Το μόνο παρήγορο είναι ότι… παρέα με την Ελλάδα ανάλογες επιβαρύνσεις καταγράφονται στην Τσεχία, στη Λετονία, στην Ιρλανδία, στη Σλοβενία, καθώς και στο Μεξικό και στην Τουρκία.
Πρωτιές διεκδικεί η Ελλάδα και στο πεδίο της φορολογίας των ακινήτων, φυσικά λόγω ΕΝΦΙΑ, ο οποίος ζει και βασιλεύει. Μεταξύ 2000 και 2016, σε 20 χώρες του ΟΟΣΑ καταγράφονται αυξήσεις στη φορολογία της ακίνητης περιουσίας. Ως ήταν αναμενόμενο, η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται σε αυτές, καταλαμβάνοντας, μάλιστα, την έκτη θέση πίσω από τη Μ. Βρετανία, τη Γαλλία, το Λουξεμβούργο, το Βέλγιο και τον Καναδά.
Από την Έκθεση δεν θα μπορούσαν να λείπουν τα στοιχεία για το ΦΠΑ και ειδικότερα στο ειδικό καθεστώς των νησιών, που εκπνέει οριστικά στο τέλος του έτους. Σημειωτέον, ότι με αυτά τα λόγω έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση του… βαθμολογικού πίνακα των χωρών του ΟΟΣΑ, ξεπερνώντας ακόμα και τη Γαλλία!
Στην Έκθεση γίνεται, επίσης, αναφορά σε προγραμματισμένα φορολογικά αντίμετρα, που προβλέπουν τη μείωση του πρώτου συντελεστή της φορολογικής κλίμακας από το 22% στο 20%, την κατάργηση της έκτακτης εισφοράς σε εισοδήματα ως 30.000 ευρώ, τη μείωση του φόρου στις επιχειρήσεις στο 26%, ως αντιστάθμισμα της δραστικής περαιτέρω μείωσης του αφορολογήτου κατά περίπου 3.000 ευρώ, φέρνοντας επιβαρύνσεις σε χαμηλόμισθους- χαμηλοσυνταξιούχους. Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει, όμως, ότι η εφαρμογή αυτών των αντίμετρων τελεί υπό την έγκριση των Θεσμών.
Διαβάστε την έκθεση ΕΔΩ