Κάποια στιγμή, δεν ξέρω ακριβώς πότε, οι ιστορικοί του μέλλοντος είναι εξόχως πιθανό να χρησιμοποιούν τον χρονικό προσδιορισμό προ και μετά social media, όταν θα θέλουν να αναφερθούν στον 21ο αιώνα ή συνολικά στην τρίτη μετά Χριστόν χιλιετία. Ο αντίκτυπος του facebook και του twitter είναι τόσο ισχυρός που όχι απλά μπορεί να διαμορφώσει την «κοινή γνώμη», αλλά ακόμα και να ανεβάσει ή να ρίξει μια κυβέρνηση. Είτε με πληρωμένα τρολ, είτε με… απλήρωτα.
Εδώ και πολλά χρόνια, χρησιμοποιώ το facebook κατά 99% για επαγγελματικούς λόγους. Έχοντας αποκτήσει πλέον μια εμπειρία 15 ετών, μπορώ με σχετική ευκολία να σφυγμομετρήσω μια κατάσταση, ανάλογα με τις αντιδράσεις συγκεκριμένων ανθρώπων τους οποίους έχω κατηγοριοποιήσει στο μυαλό μου βάσει της συμπεριφοράς και των αντιδράσεών τους σε διάφορα θέματα, αθλητικά, πολιτικά, κοινωνικά.
Οι κατηγορίες δεν είναι και τόσο πολλές βέβαια, ειδικά όταν η κουβέντα έρχεται στον Ολυμπιακό. Το θέμα είναι πως σπανίως εκπλήσσομαι τόσο όσο το βράδυ της Τετάρτης. Σε ένα ποστ για τον Πλάνιτς (αυτόν που θέλει η ΑΕΚ και που έκανε ένα ωραιότατο δώρο στους Ερυθρόλευκους το οποίο πέρασε ανεκμετάλλευτο), εμφανίστηκε από κάτω ένας ορυμαγδός σχολίων «για τα χάλια του Ολυμπιακού». Δεν θα το συζητούσα τώρα βεβαίως, αν όλα αυτά είχαν συμβεί μετά την ισοφάριση – φάβα του Χαζίζα και όχι πριν…
Οι πρωταθλητές Ελλάδας ήταν αγκαλιά με ένα αποτέλεσμα – μισή πρόκριση και την ίδια στιγμή ένας μεγάλος αριθμός οπαδών τους γκρίνιαζε σε κάθε ποστ και κάθε τοίχο για την εικόνα της ομάδας του Μαρτίνς. Υπό άλλες συνθήκες, ένα τέτοιο φαινόμενο θα άγγιζε την παράνοια, ακόμα και για τα υψηλότατα στάνταρ του κόσμου των Πειραιωτών. Δεν χρειάζεται λοιπόν να περιγράψω τι έγινε μετά το 1-1…
Το γιατί έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που ακόμα και στην προοπτική μιας ευρωπαϊκής νίκης εκτός έδρας πολλοί οπαδοί είναι έξαλλοι, μάλλον το γνωρίζουν όλοι. Είτε πρόκειται για τους ομολογουμένως λίγους υποστηρικτές του Μαρτίνς που έχουν απομείνει, είτε για εκείνους που ζητούν – συνήθως χωρίς καθόλου τακτ – να πακετάρει και να γυρίσει στην πατρίδα του.
Είμαι από εκείνους που δεν φοβούνται να «βάλουν χέρι» στον κόσμο και δεν είναι λίγες οι φορές που τα κείμενά μου κοντράρουν το περιβόητο «κοινό αίσθημα». Στην προκειμένη περίπτωση ωστόσο, κατανοώ πλήρως όλους εκείνους που νιώθουν ότι δεν πάει άλλο και ότι κάτι πρέπει να αλλάξει. Ασχέτως αν δεν δικαιολογώ υβριστικούς ή απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς δημοσίως προς το πρόσωπο του προπονητή, όποιος κι αν είναι αυτός.
Είχα γράψει πριν από κάποιους μήνες ότι ο Πέδρο είχε φάει όλη την πίστωση χρόνου που υπήρχε διαθέσιμη και ότι το φετινό καλοκαίρι θα κρινόταν αυστηρά από το πρώτο κιόλας επίσημο ματς. Βέβαια, η γκρίνια έχει αρχίσει από το πρώτο φιλικό, αλλά αυτήν δεν μπορεί κανείς να την πάρει στα σοβαρά. Κυρίως επειδή σχεδόν κανένας δεν ξέρει πραγματικά γιατί γκρινιάζει.
Ο Ολυμπιακός βρίσκεται σε ένα κομβικό σημείο, έχοντας μπροστά του μια πρόκληση που κυμαίνεται από 35 μέχρι 40 εκ. ευρώ. Διότι το Champions League για μια ομάδα στο επίπεδο των Ερυθρόλευκων είναι ακριβώς αυτό και τίποτε άλλο: λεφτά με ουρά. Και όταν μιλάμε για ένα ποσό ικανό να καλύψει σχεδόν εξ ολοκλήρου το ετήσιο μισθολογικό μπάτζετ του ρόστερ, τα υπόλοιπα είναι περιττά.
Κάπου εδώ δίνεται εμμέσως και η απάντηση στο αφελέστατο ερώτημα «και τι να κάνουμε στους ομίλους του Champions League με τέτοια εικόνα;». Ούτε που θυμάμαι πόσες φορές έχω γίνει κακός επισημαίνοντας τις χαοτικές διαφορές που χωρίζουν το ελληνικό ποδόσφαιρο (καλώς ή κακώς, κομμάτι του είναι και ο Ολυμπιακός) από το… κανονικό που παίζεται σε αρκετές χώρες της Ευρώπης. Συνεπώς, ο αυτοσκοπός είναι η πρόκριση στους ομίλους και τα αμέτρητα λεφτά που αυτή φέρνει.
Σε περίπτωση που δεν το έχετε αντιληφθεί, τα τελευταία 7 χρόνια (δηλαδή σε τρεις παρουσίες) ο Ολυμπιακός έχει στους ομίλους του Champions League δυο νίκες. Μια με το πέναλτι που είχε κάνει εκείνος ο γίγαντας του Ερυθρού Αστέρα και άλλη μια με το γκολ του Χασάν στο 92’ κόντρα στη Μαρσέιγ.
Από την εποχή που οι Ερυθρόλευκοι αποκλείονταν με 9, ακόμη και με 10 βαθμούς, έχουμε φτάσει στη σημερινή όπου ακόμα και μια σκέτη νίκη είναι αρκετή για να σε στείλει στο Europa. Αυτό αποτυπώνει σε μεγάλο βαθμό το πόσο πολύ έχει ανοίξει η ψαλίδα στη διοργάνωση από τότε που οι όμιλοι γέμισαν με ομάδες από τα τέσσερα κορυφαία πρωταθλήματα του κόσμου. Για σκεφτείτε το λίγο: 16 από τις 32 ομάδες προέρχονται από την Αγγλία, την Ισπανία, τη Γερμανία και την Ιταλία. Βρέξει – χιονίσει, χωρίς προκριματικά.
Αν σε αυτές τις 16 προσθέσουμε τις γαλλικές, τις πορτογαλικές, τον Άγιαξ και δυο – τρία ακόμη σημαντικά ποδοσφαιρικά μεγέθη από άλλες χώρες, οι πιθανότητες διάκρισης είναι πια πολύ λιγότερες από εκείνες που υπήρχαν μέχρι πριν από μερικά χρόνια. Οι οποίες ήταν λίγες έτσι κι αλλιώς. Κλείνει η κουβέντα για το Champions League.
Το αποκλειστικό ζητούμενο σε αυτή τη φάση ασφαλώς και δεν είναι η «μπαλάρα» αλλά οι προκρίσεις. Τι θα γίνει όμως όταν έρθει η σειρά της «μπαλάρας»; Δυστυχώς, οι εκτιμήσεις δεν μπορούν να είναι ευοίωνες με τα τωρινά δεδομένα…
Σε περίπτωση που δεν το γνωρίζατε, οι ομάδες δεν λειτουργούν με διακόπτες. Τουλάχιστον απ’ όσο γνωρίζω, κανένας προπονητής στον κόσμο δεν έχει ανακαλύψει τον τρόπο να πατάει ένα κουμπί και από εκεί που η ομάδα του έπαιζε παθητικό ποδόσφαιρο και προσέγγιζε φοβικά σχεδόν κάθε ματς, ξαφνικά να γίνει Λίβερπουλ και Μπάγερν που θα ισοπεδώνει και θα πνίγει τον αντίπαλο.
Διαβάζω με ένα ελαφρύ μειδίαμα τόσο καιρό τα σχόλια εκείνων που υπερασπίζονταν την ομάδα – δηλαδή τον Μαρτίνς – στα πολλά φιλικά που προηγήθηκαν. Αφήνω κατά μέρους την ατάκα «τα φιλικά είναι για τους προπονητές» που πάντα με διασκεδάζει όταν τη βλέπω μπροστά μου. Όχι γιατί είναι εσφαλμένη, αλλά γιατί διατυπώνεται με τέτοιο στόμφο που επιχειρεί να ακυρώσει την άποψη οποιουδήποτε τολμήσει να ψελλίσει πως ίσως κάτι να μην πηγαίνει καλά.
Τι ήθελε να δει στα φιλικά ο Πέδρο; Αυτό σίγουρα το ξέρει μόνο εκείνος και οι συνεργάτες του. Οφείλω ωστόσο να ομολογήσω πως όταν διάβασα τις δηλώσεις του κατά την αποχώρηση της αποστολής από την Αυστρία, μου δόθηκε η εντύπωση ότι και ο ίδιος ήταν αρκετά μπερδεμένος.
Για να μη λέμε όμως λόγια του αέρα, διαβάστε την απάντηση που έδωσε ο τεχνικός του Ολυμπιακού σε ερώτηση σχετικά με τα συμπεράσματά του στην προετοιμασία:
«Οι προετοιμασίες είναι πάντα σημαντικές. Κρατάω πολύ σημαντικά πράγματα από αυτήν την προετοιμασία. Ουσιαστικά κρατάω την ίδια ιδέα που είχα στο τέλος της περασμένης χρονιάς, οπότε και είχα δει κάποια πράγματα τα οποία ήθελα να τσεκάρω στην προετοιμασία. Κρατάω θετικά συμπεράσματα. Σίγουρα οι παίκτες ήρθαν με άλλο πνεύμα, πιο θετικό από πέρυσι. Και η φυσική τους κατάσταση είναι καλύτερη από ό,τι πέρυσι. Προερχόμαστε από δύσκολη χρονιά. Ήταν λοιπόν σημαντική προετοιμασία για να βγάλω συμπεράσματα και τώρα κοιτάζουμε μπροστά».
Μαρτίνς: «Εξήγησα στον Φορτούνη πως θα πρέπει να βρει άλλη ομάδα γιατί δεν τον υπολογίζω»
Συμπαθάτε με, αλλά στην αρχή νόμιζα πως ο αμίμητος Θωμάς Μάτσιος έμαθε πορτογαλικά και μπήκε στο σώμα του Πέδρο. Όσο για το «είδαμε μία ομάδα που πίεζε πολύ ψηλά με περισσότερη ένταση. Είχε κατοχή της μπάλας σε πολλά φιλικά σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Είδαμε μία ομάδα που, πέρα από την κατοχή, είχε και την πίεση ψηλά», δεν υπάρχουν πολλά να πεις. Δεν έχει σημασία που δεν τα είδαμε εμείς, από τη στιγμή που τα είδε ο τεχνικός των πρωταθλητών Ελλάδας.
Για στατιστικούς κυρίως λόγους, έχω την πεποίθηση πως ο Ολυμπιακός θα περάσει και τη Μακάμπι Χάιφα και τον Απόλλωνα Λεμεσού. Από εκεί και πέρα όμως, θα πρέπει να γίνει μια πολύ μεγάλη συζήτηση σχετικά με το τι προσδοκίες υπάρχουν για τη συνέχεια. Σέβομαι τους ευσεβείς πόθους εκείνων που δηλώνουν ακόμη «υποστηρικτές του Μαρτίνς», είτε επειδή θεωρούν ότι αυτό επιβάλλει το οπαδικό τους καθήκον, είτε απλώς για να πάνε κόντρα σε όλους εκείνους που τον απαξιώνουν και τον βρίζουν. Δυστυχώς, δεν μπορώ να συμμεριστώ την αισιοδοξία τους…
Να μιλήσουμε και αμιγώς ποδοσφαιρικά; Ένα απλό παράδειγμα που λέει πολλά. Τουλάχιστον από το φιλικό με τη Σλάβια κι έπειτα, ο Ολυμπιακός απέφευγε οτιδήποτε είχε σχέση με το περιβόητο build up από την άμυνα. Όταν η μπάλα έβγαινε άουτ ή κατέληγε στον τερματοφύλακα, η πρώτη επιλογή – ανεξάρτητα από το αν ήταν ο Βατσλίκ ή όχι – ήταν ένα βολέ – γιόμα και όχι μια πάσα σε μπακ ή στόπερ με την οποία συνήθως ξεκινούν το χτίσιμο της επίθεσής τους οι ομάδες που επιδιώκουν να παίζουν με κατοχή μπάλας και να ορίζουν τον ρυθμό. Όπως δηλαδή οφείλει να κάνει ο Ολυμπιακός στο 90% των αγώνων που δίνει κάθε χρόνο.
Αυτό το φαινόμενο λοιπόν, δεν ήταν συμπτωματικό και φάνηκε το βράδυ της Τετάρτης στο Ισραήλ. Και εννοείται ότι δεν είναι καθόλου κολακευτικό για την ομάδα ενός προπονητή που βρίσκεται πλέον πέμπτο χρόνο στο πάγκο της. Από πέρυσι ήταν σαφές πως ο Ολυμπιακός είναι τρομερά αδούλευτος στο επιθετικό/δημιουργικό κομμάτι, ωστόσο οι διάφορες δικαιολογίες – αλλά και η καλή θέληση αρκετών – απέτρεψαν την πολύ μεγάλη γκρίνια σε επίπεδο ΜΜΕ.
«Μα ήταν μόλις το πρώτο επίσημο ματς» λένε εκείνοι που προσπαθούν να υπερασπιστούν την κατάσταση. Αυτό είναι ακριβές. Όπως ακριβές είναι και ότι τόσο το πρώτο επίσημο όσο και τα οκτώ φιλικά που προηγήθηκαν, ήταν καρμπόν με τη συχνά θλιβερή εικόνα που εμφάνισαν οι Ερυθρόλευκοι στο περυσινό πρωτάθλημα. Το οποίο κατέκτησαν περπατώντας διότι ήταν σαφώς λιγότερο θλιβεροί από τους τραγικούς αντιπάλους τους.
Μοντέστο και Ολυμπιακός: Ένας αποχαιρετισμός που λέει πολλά και υπονοεί ακόμα περισσότερα
Ο οπαδός έχει την υποχρέωση να βρεθεί στο γήπεδο και να στηρίξει με κάθε τρόπο την ομάδα του στα 90κάτι λεπτά του αγώνα. Όποιος κι αν παίζει, όποιος κι αν κάθεται στον πάγκο. Ταυτόχρονα όμως, έχει και το δικαίωμα να κάνει κριτική γι’ αυτά που δεν του αρέσουν. Πάντα θα υπάρχουν εμμονικοί που θα γκρινιάζουν σε κάθε ευκαιρία και με κάθε αφορμή. Αυτοί όμως κατά κανόνα είναι λίγοι ή σχετικά λίγοι. Πλέον, εκείνοι που παραπονιούνται για την εικόνα της ομάδας είναι πάρα πολλοί για να αγνοηθούν. Όταν μάλιστα ανάμεσά τους περιλαμβάνονται και κάμποσοι που ήδη πλήρωσαν για το διαρκείας τους.
Έχουν απομείνει πέντε αγώνες μέχρι ο Ολυμπιακός να κλειδώσει την παρουσία του στους ομίλους του Champions League. Σε καμία περίπτωση δεν θα είναι ζητούμενο το θέαμα, αλλά οι προκρίσεις. Όσο αυτές θα έρχονται, κανείς δεν θα μπορεί (και δεν θα πρέπει) να γκρινιάζει στον Μαρτίνς. Από τη στιγμή όμως που ο κόουτς επέλεξε συνειδητά να έχει μια ομάδα που θα ζει για το αποτέλεσμα, είναι προφανές και ποιος θα «πεθάνει» όταν ένα κρίσιμο αποτέλεσμα δεν θα είναι το επιθυμητό…
ΥΓ. Μέσα στο επόμενο διάστημα θα ξεκινήσει μια σειρά podcast στον ΑΘΛΟ. Είναι κάτι που σας είχαμε υποσχεθεί εδώ και καιρό και που δεν θα επέτρεπα ποτέ να γίνει άρπα κόλλα. Περισσότερες πληροφορίες προσεχώς…