Το μεροκάματο στις μέρες μας είναι ζόρικη υπόθεση. Το ίδιο ισχύει και για τη δημοσιογραφία, σε μια απολύτως αλληλένδετη συνάρτηση. Αλλιώς τα λες και τα γράφεις όταν ο εργοδότης σου είναι κάποιος εκδότης κι αλλιώς όταν είσαι υπάλληλος κάποιου ιδιοκτήτη ΠΑΕ. Ή έστω της γυναίκας του και του γιου του.
Δεν είχα, δεν έχω και δεν θα έχω ποτέ κανένα πρόβλημα και ως εκ τούτου καμία απαίτηση από έναν συντάκτη που είναι «στρατευμένος» στο ρεπορτάζ ή στην αρθρογραφία μιας ομάδας και ως εκ τούτου τα βλέπει όλα από μια συγκεκριμένη σκοπιά. Όποια χοντράδα κι αν γράψει λοιπόν, το γεγονός πως είναι «δηλωμένος» προσδίδει μια τιμιότητα στην προσέγγισή του, ακόμα κι αν είναι παντελώς ηλίθια και τον εκθέτει ως άνθρωπο και ως επαγγελματία.
Είχα, έχω και θα έχω πάντοτε πρόβλημα με εκείνους που είτε εξαρχής είτε σε κάποιο σημείο της καριέρας τους, αποφάσισαν ότι είναι «αντικειμενικοί», ότι δεν συντάσσονται με τα συμφέροντα καμιάς ομάδας και άρα, η άποψή τους ενέχει αυτοδικαίως θέση αυθεντίας. Ακόμα και κάποιος λιγότερο παρατηρητικός μπορεί να διαπιστώσει σε αυτές τις «απόψεις» μια τεράστια σύμπτωση: ποτέ και για κανέναν λόγο δεν θα πάρουν το μέρος του Ολυμπιακού όταν πρόκειται για διαμάχη του με κάποιον ή κάποιους άλλους συλλόγους. Αγωνιστικά, παρασκηνιακά, οπουδήποτε.
Η τεράστια σύμπτωση παύει να είναι τέτοια όταν αρχίσεις να σκαλίζεις λιγάκι τα πράγματα. Τότε είναι που ανακαλύπτεις ότι κάποτε ήταν οπαδοί της ΑΕΚ ή του Παναθηναϊκού ή ότι υποστήριζαν τον Ολυμπιακό μέχρι να έρθει η ώρα που το επαγγελματικό τους συμφέρον – η τσέπη τους δηλαδή – τους έφερε ακριβώς απέναντι. Και κάπου εκεί θα συναντήσεις κι εκείνους που δηλώνουν Πανιώνιοι: το μεγαλύτερο ξεκάρφωμα όλων των αντιολυμπιακών αθλητικογράφων εδώ και σχεδόν τέσσερις δεκαετίες…
Αν σκαλίσεις ακόμη πιο προσεκτικά, βρίσκεις και το ποιος (και γιατί) τους πληρώνει, θεωρώντας ότι ως «αντικειμενικοί» θα μπορούν να επηρεάσουν και μια μερίδα οπαδών του εχθρού, του Ολυμπιακού δηλαδή. Έστω, τους πιο ανυποψίαστους ή τους περισσότερο αφελείς.
Τους καταλαβαίνεις όλους αυτούς με πολλούς τρόπους. Ο ασφαλέστερος όμως είναι ένας. Όλοι τους θέλουν το καλό του ελληνικού ποδοσφαίρου και γι’ αυτό στηλιτεύουν τα κακώς κείμενα. Εκτός αν δεν είναι «στα πράγματα» ο Ολυμπιακός. Τότε αφήνουν τις περισπούδαστες αναλύσεις για το πόσο ύποπτο είναι το παρασκήνιο και γιατί ο διαιτητής δεν έδωσε ένα φάουλ στη μεσαία γραμμή, για να μιλήσουν για «ποδόσφαιρο».
Τι κι αν γίνονται εγκλήματα; Αν δεν υπάρχει τρόπος να συνδεθούν με τον Ολυμπιακό ή έστω την επιρροή του, τα εγκλήματα παραβλέπονται για χάρη του αγνού ποδοσφαίρου. Μέχρι την ώρα που θα ξαναβαφτιστούν τέτοια, ακόμα κι αν πρόκειται για πταίσματα. Τουλάχιστον υπάρχει μια συνέπεια, δεν μπορείς να πεις.
Πέρυσι τέτοια εποχή ο ΠΑΟΚ (που θα ξεκινούσε την αυτοκρατορία του, για να μην ξεχνιόμαστε) αποκλείστηκε στο Άμστερνταμ από τον Άγιαξ. Έπαιξε καλά, αλλά αποκλείστηκε. Ο «αντικειμενικός» ο αρθρογράφος όμως ξεκινούσε το κείμενό του με αναφορές στη διαιτησία για τα πέναλτι (ακόμα και τις κάρτες!) που δόθηκαν αλλά και για ένα γκολ που ο ίδιος ήθελε να ακυρωθεί. Τι κι αν όλες οι αποφάσεις ήταν σωστές; Το αφεντικό σε αυτές τις περιπτώσεις είναι απόλυτο: πρέπει να ικανοποιηθεί από αυτά που θα γράψεις και θα του μεταφράσουν…
Ο ίδιος «αντικεμενικός» αρθρογράφος, έναν χρόνο μετά δεν είδε τίποτε περίεργο στη διαιτησία του Γουλβς – Ολυμπιακός. Και γι’ αυτό δεν έγραψε ούτε λέξη. Τίποτα. Nothing. Nada. Niente. Rien. Δεν του έκανε εντύπωση ότι ο διαιτητής που έδωσε πέναλτι στην επαφή του Ποντένσε, δεν έκανε το ίδιο στο εξόφθαλμο εναέριο σπρώξιμο του Ελ Αραμπί ή στο γκρέμισμα του Τσιμίκα από έναν αμυντικό που προτίμησε να κινηθεί προς τον αντίπαλο από το να πάει προς την πορεία της μπάλας. Ούτε οι κάρτες του έκαναν εντύπωση. Αυτές που κακώς δόθηκαν στον Ολυμπιακό και αυτές που κακώς δεν δόθηκαν στη Γουλβς.
https://athlosnews.gr/stin-uefa-i-exygiansi-krataei-dekaeties/
Τίποτα και πάλι. Εδώ δεν μιλάμε για διαιτησίες και παρασκήνια αλλά για ποδόσφαιρο. Και μιλώντας για ποδόσφαιρο, ρίχνουμε και τη σπόντα μας: όταν πουλάς παίκτες σαν τον Ποντένσε, τους βρίσκεις μπροστά σου. Το ότι δεν τους πούλησες στον Ατρόμητο αλλά σε μια αγγλική ομάδα επιπέδου Europa League δεν έχει καμία σημασία για τους «αντικειμενικούς» αυτού του τόπου. Ούτε το ότι εισέπραξες κάμποσα εκατομμύρια, τα οποία εγγυώνται την εύρυθμη λειτουργία σου στις προσεχείς σεζόν, ώστε να μη χρειαστούν εμβάσματα από μεγαλοσερβιτόρους για να ισοσκελίσεις το FFP.
Είναι αλήθεια πως ο Ολυμπιακός κάποια πράγματα τα βρίσκει μπροστά του. Την προαιώνια ευρωπαϊκή γκαντεμιά του, τους διαιτητές της UEFA που εδώ και δεκαετίες τον περνούν από χειρουργείο χωρίς αναισθητικό, αλλά και τα όποια λάθη του. Εξίσου αλήθεια είναι όμως και ότι αυτά που βρίσκει ο Ολυμπιακός μπροστά του, οι «αντικειμενικοί» (και τα αφεντικά τους) αργά ή γρήγορα τα βρίσκουν από πίσω τους. Τι να γίνει, οι νόμοι της φύσης είναι ανίκητοι…
ΥΓ. Εννοείται ότι η επιλογή του Μπόμπι Αλέν είχε τρομερό ρίσκο εξαρχής. Όσο σπουδαίος κι αν είναι ο πρώτος γκολκίπερ σου, οφείλεις να τον πλαισιώσεις με έναν τύπο που θα μπορεί να τον καλύψει επάξια, αν ο μη γένοιτο συμβεί κάτι απρόοπτο. Χρυσό παιδί ο Γάλλος, αλλά δεν μπορείς να βασιστείς γι’ αυτόν τον τόσο απαιτητικό ρόλο σε έναν τερματοφύλακα που στα 28 του είχε παίξει όλα κι όλα 14 ματς στην Α’ Γαλλίας και ένα ακόμη στη Β’.
Το να διαθέσεις π.χ. 200-250 χιλιάρικα για έναν αναπληρωματικό γκολκίπερ (έναν μπαρουτοκαπνισμένο 35αρη π.χ.) ακούγεται σε κάποιους υπερβολικό. Είναι ψίχουλα όμως μπροστά σε αυτά που μπορείς να κερδίσεις ή να χάσεις ακόμα και σε ένα-δυο ματς. Σαν κι αυτά που κέρδισε ο Ολυμπιακός το 2012 όταν ο Ρόι Κάρολ έσωσε δις την παρτίδα με τη Ρούμπιν Καζάν. Και σαν κι αυτά που έχασε την Πέμπτη στο Μολινό από την κακή επιλογή ενός άπειρου τερματοφύλακα, ο οποίος δεν μπορούσε να αποφασίσει αν θα έκανε κοντρόλ ή αν θα πετούσε την μπάλα πλάγια και μακριά…