Ο Ανδρέας Καταχανάς σχολιάζει τους πρωταγωνιστές του πρώτου τελικού στο League Cup και στέκεται στο γεγονός πως ο Ολυμπιακός παραμένει το μεγάλο φαβορί για το τρόπαιο, παρά την ήττα από τον ψυχωμένο Παναθηναϊκό του εκπληκτικού Ράπτη.
Ένα από τα μεγαλύτερα κέρδη όχι μόνο του Παναθηναϊκού, αλλά και της Εθνικής, είναι αυτό το παιδί που έκανε τη διαφορά κι έδωσε τη νίκη στην ομάδα του, σε ένα από τα καλύτερα ντέρμπι αιωνίων που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στο τάραφλεξ.
Για τον 20χρονο Αλέξανδρο Ράπτη έχουν ειπωθεί πολλά από την πρώτη στιγμή που τον είδαμε να αγωνίζεται. Έχει χτυπητές αδυναμίες στην υποδοχή, αλλά με το σέρβις που έχει και την εκτελεστική του ικανότητα από τη θέση «4», το ελληνικό βόλεϊ έχει κάθε λόγο να χαμογελά.
Στις αδυναμίες του χτύπησε ο Ολυμπιακός στο διάστημα που κυριάρχησε, όπως ήταν λογικό. Ο Ανδρεόπουλος είχε διπλό πονοκέφαλο: Από τη μία, έβλεπε τον γιο του να μην μπορεί να μπει στο ματς κι από την άλλη τον Ράπτη να γίνεται σκόνη στην υποδοχή.
Ουσιαστικά, οι Στάροβιτς – Ρανγκέλ έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να κρατήσουν ζωντανό τον Παναθηναϊκό στο ματς. Ακόμα και στο διάστημα που οι Ερυθρόλευκοι έπαιζαν σχεδόν… μόνοι τους, ο Σέρβος με τον Βραζιλιάνο έπαιρναν σημαντικούς πόντους κι έδιναν ελπίδα στην ομάδα τους πως μπορεί να ψάξει έστω ένα σετ για να ξαναμπεί στο ματς.
ΑΤΟΠΗ Η ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΣΜΙΤ – ΦΙΝΓΚΕΡ
Στο καλό του διάστημα, ο Ολυμπιακός έκανε πολλά πράγματα άψογα. Με πρώτο και κύριο την πίεση από το σέρβις. Το jump speed πάνω στους ακραίους του Παναθηναϊκού έβγαλε νωρίς νοκ άουτ τους δύο μικρούς στην πίσω ζώνη.
Βουλκίδης και Γκέργκι ήταν εντυπωσιακοί. Ειδικά ο Ούγγρος, τελείωσε το ματς με πέντε άσσους, 16/24 επιθέσεις και καλή υποδοχή. Έκανε κάποια λάθη σε κρίσιμα σημεία, αλλά συνολικά το πρόσημο ήταν θετικό. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για τον Φίνγκερ.
Ο Τσέχος διαγώνιος ακόμα δεν έχει κλέψει τις καρδιές των φίλων του Ολυμπιακού, όπως έκανε πέρσι ο Σμιτ. Είναι παράξενο πως ο παίκτης που τελειώνει υπέροχα τις ψηλές μπάλες, έχει κρύο αίμα και δεν τον σταματάει ούτε τριπλό μπλοκ να μην κερδίζει τα εύσημα ποτέ και πάντα να υπάρχει το ερώτημα: «Θα γυρίσει ο Σμιτ»;
Το επίπεδο του Φίνγκερ είναι πολύ υψηλό. Για τις πάσες που πήρε σε πολλά σημεία του αγώνα, τη δουλειά του την έκανε και με το παραπάνω. Και είναι παράλογο να πρέπει να γίνεται αυτή η άτοπη σύγκριση.
Εν προκειμένω, ο Τσέχος χάλασε πολλές φορές την υποδοχή του τριφυλλιού, είχε 50% στην επίθεση (23/46), χώρια η συνεισφορά του στο μπλοκ και οι μπάλες που τελείωσε επιτυχημένα απέναντι σε μια ομάδα που είναι η κορυφαία σε μπλοκ στο πρωτάθλημα.
Υπάρχουν περιπτώσεις που τα στατιστικά δε λένε πάντα την αλήθεια. Επί παραδείγματι, ο Χουσάι αδυνατούσε να τελειώσει σωστά τις κρίσιμες επιθέσεις όταν η ομάδα του τον χρειάστηκε πραγματικά στο διάστημα που ξεκίνησε η «πτώση», δεν ήταν αξιόπιστος στην κόντρα μπάλα και προβλημάτισε σε θεωρητικά εύκολες φάσεις στην υποδοχή του.
ΑΔΥΝΑΜΟΣ ΚΡΙΚΟΣ Ο ΤΕΡΒΑΠΟΡΤΙ
Ο πραγματικά αδύναμος κρίκος των Ερυθρολεύκων όμως, ήταν ο Τερβαπόρτι. Σπάνια μας συνηθίζει σε τόσο άσχημα ματς ο Φινλανδός. Κάπου άρχισε να πέφτει η απόδοση του, είχε κακές επιλογές και δυστυχώς για τον ίδιο και την ομάδα του, ο Μουνιόθ ξέχασε ότι υπάρχει ένας Στιβαχτής στο ρόστερ.
Γιατί, εδώ που τα λέμε, η διαφορά του Ολυμπιακού από τις άλλες ομάδες και εν προκειμένω από τον Παναθηναϊκό, είναι ο πάγκος του. Παίκτη να ξεκουράσει τον Τερβαπόρτι και να του δώσει ανάσες, έχει. Αντίθετα, οι Πράσινοι είναι «αναγκασμένοι» να ξεζουμίζουν τον Γιάκομπσεν.
Σε ένα ματς, λοιπόν, που η επτάδα για Χ, Ψ λόγους κολλάει και δε λειτουργεί καλά, το εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι πως δεν μπαίνουν παίκτες να σπάσουν το μομέντουμ των Πρασίνων και παράλληλα να κρατήσουν την υποδοχή (Ριζόπουλος).
Ο ΤΣΑΤΣΙΤΣ ΕΚΑΝΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ
Από την άλλη, ο Ανδρεόπουλος διαχειρίστηκε καλύτερα το (μικρό) ρόστερ του. Το Τσάτσιτς – Ράπτης στη θεωρία έμοιαζε… καταστροφικό. Ο Μαυροβούνιος δεν είχε δείξει έτοιμος στα πρώτα παιχνίδια του και ο Παναθηναϊκός δεν είχε μάθει να ζει χωρίς την ασφάλεια που προσφέρει ο Ανδρεόπουλος κρατώντας την υποδοχή.
Ο Τσάτσιτς έβγαλε άμυνες, συμμάζεψε σημαντικά την πίσω ζώνη, πίεσε από το σέρβις και είχε φάση για highlight το μονό μπλοκ στον Ασπιώτη που μείωσε για την ομάδα του σε 2-1 σετ, όταν ξεκίνησε η αντεπίθεση των Πράσινων.
Με την όλη αγωνιστική συμπεριφορά του, άφησε χώρο στον φρέσκο από το τρίτο σετ και μετά, Ράπτη, να σηκώσει μεγάλο βάρος της επίθεσης και να προκαλέσει προβλήματα στην υποδοχή του Ολυμπιακού. Κούμπωσε εξαιρετικά με τον νεαρό ακραίο, έβγαλε πολλές άμυνες και ήταν σταθερός.
Στα δικά μου μάτια, ο αφανής ήρωας του τριφυλλιού ήταν ο Τσάτσιτς. Γιατί έκανε όλα τα παραπάνω χωρίς να εντυπωσιάσει και να κάνει τρομερά αισθητή την παρουσία του. Και αποδεικνύεται γιατί ο Παναθηναϊκός χρειαζόταν ξένο ακραίο.
Ήταν ο παίκτης – κλειδί σε μια ακόμα ονειρική βραδιά για τον Αλέξανδρο Ράπτη που δεν κάνει τη σεζόν που περιμέναμε, ίσως όμως το ματς με τον Ολυμπιακό να αποτελέσει την αφετηρία για καλύτερα πράγματα όσο φτάνουμε στην κορύφωση της σεζόν.
ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΧΩΡΙΣ ΟΥΣΙΑ, ΟΡΕΚΤΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Το Λιγκ Καπ ήταν και παραμένει μια διοργάνωση χωρίς ιδιαίτερη ουσία. Ένα εσωτερικό τουρνουά, που ίσως από του χρόνου να έχει μια πιο επίσημη μορφή. Παρόλα αυτά, μας έδωσε ένα εκπληκτικό ματς. Με πολλές φάσεις, πρωταγωνιστές, απίθανες άμυνες και υπέροχα σέρβις. Μακάρι κι ο επαναληπτικός να κινηθεί στο ίδιο μήκος κύματος.
Ο Ολυμπιακός εξακολουθεί να είναι το φαβορί, παρότι παίζει σε μια δύσκολη έδρα με έναν Παναθηναϊκό διψασμένο να πάρει ένα τρόπαιο. Ο Μουνιόθ έχει στήσει μια ομάδα που ανταποκρίνεται στα «πρέπει», ενώ ακόμα τους Πράσινους δεν τους έχουμε δει να κάνουν κάτι τέτοιο και μάλιστα μπροστά στον κόσμο τους. Η υποδοχή θα είναι το κλειδί σε μια εβδομάδα στον Άγιο Θωμά.
Το βέβαιο είναι πως ανεξαρτήτως αποτελέσματος, αναμένονται συναρπαστικοί ημιτελικοί και τελικοί. Ο ανταγωνισμός και οι απαιτήσεις αυξάνονται. Το μεγαλύτερο κέρδος στο φινάλε της σεζόν, ας είναι να έχει αγκαλιάσει περισσότερος (φίλαθλος) κόσμος το βόλεϊ.
Κι ας λείψουν τα ευτράπελα…