Πάει καιρός που σχεδόν με ενοχλεί το να με αποκαλούν «δημοσιογράφο», πόσο μάλλον να συστήνομαι ως τέτοιος. Τη δεδομένη χρονική στιγμή, πιστεύω ότι ακόμα και το «συνοδός πολυτελείας» εμπεριέχει περισσότερο επαγγελματικό πρεστίζ. Ενδεχομένως και ηθικό, τουλάχιστον από κάποιες περιπτώσεις που είμαι σε θέση να γνωρίζω προσωπικά. Προσπαθώ να σκεφτώ σε ποιο άλλο σινάφι θα μπορούσε να έρθει ως μάρτυρας εναντίον σου και υπέρ της (πρώην) εργοδοσίας σου, ένας συνάδελφος ο οποίος επίσης απολύθηκε.
Αλήθεια τώρα, φέρτε στο μυαλό σας την εικόνα. Να διεκδικείτε τη νόμιμη αποζημίωσή σας και να έρθει να καταθέσει εναντίον σας – μεταξύ άλλων – ένας άλλος απολυμένος «συνάδελφος», ο οποίος όμως πήρε τη δική του αποζημίωση και μάλιστα ολόκληρη. Κατ’ εξαίρεση βεβαίως, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους απολυμένους που εκδιώχθηκαν με τετράμηνη προειδοποίηση ώστε να χάσουν τη μισή αποζημίωσή τους. Και στο τέλος, να προσφεύγεις στο Πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ και να μαθαίνεις ότι δεν προέκυψε καμία συνέπεια. Δηλαδή, παίρνεις και επίσημα το μήνυμα «ο θάνατός σου η ζωή μου, ρουφιάνευε για να επιβιώσεις και κανείς δεν πρόκειται να σε πειράξει»…
Δεν προσπάθησα ποτέ μου να το παίξω αρεστός με τα κείμενά μου. Ίσα – ίσα, έχω υπάρξει πολλάκις ιδιαιτέρως δυσάρεστος: όχι μόνο με τους ιδεολογικά αντίθετους, αλλά και με τους αποδώ. Κριτική στον Σωκράτη Κόκκαλη όταν ήταν παντοδύναμος, κριτική στον Βαγγέλη Μαρινάκη όταν ο Ολυμπιακός ήταν πανίσχυρος και δεν είχε αντίπαλο, (ανελέητη) κριτική στους Αγγελόπουλους για χρόνια, ακόμα και στις εποχές του back2back ή των τελικών της Euroleague. Η λογική πίσω απ’ όλα αυτά ήταν μια και μοναδική: το καλό του συλλόγου που ο Γιάννης Ιωαννίδης με έκανε οπαδό του (κι ας μην το γνωρίζει).
Σε καθημερινή βάση διαβάζω κείμενα με τα οποία διαφωνώ. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν εκτιμώ τους συντάκτες τους και δε σέβομαι τις απόψεις τους. Υπάρχει όμως κάτι που δεν μπορώ να το προσπεράσω: η χυδαιότητα. Αν μάλιστα πρόκειται για χυδαιότητα μασκαρεμένη με σοβαροφάνεια και δήθεν καταγγελτικό ύφος, ακόμα χειρότερα.
Το βράδυ της Κυριακής είχαμε έναν νεκρό από ενέδρα αντίπαλων οπαδών. Θέλω να το προσέξουμε λίγο αυτό. Νεκρός από ενέδρα, όχι από επεισόδια, «ραντεβού» και άλλες τέτοιες ηλιθιότητες στις οποίες ενδεχομένως να βρισκόταν οικεία βουλήσει. Για την τραγική κατάληξη αυτού του ανθρώπου ευθύνονται κάποιοι που έχουν συγκεκριμένη οπαδική ταυτότητα. Θα μπορούσαν να υποστηρίζουν οποιαδήποτε ομάδα, χωρίς αυτό να εμπλέκει με οποιονδήποτε τρόπο τον αντίστοιχο σύλλογο: κατακάθια και εγκληματικά στοιχεία μπορείς να βρεις παντού, το ότι κάποιος δηλώνει Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ ή ΚΟΔΗΣΟ δε σημαίνει ότι η ομάδα ή το κόμμα του έχει οποιαδήποτε ευθύνη για τις πράξεις του.
Στην προκειμένη περίπτωση, οι υπαίτιοι αυτού του θανάτου χρεώνονται οπαδικά στον ΠΑΟΚ. Ασφαλώς και δεν έχει καμία ευθύνη ο σύλλογος για τις πράξεις κάποιων μεμονωμένων κρετίνων που καταπατούν τον μισό ποινικό κώδικα. Εκεί που το πράγμα γίνεται λεπτό είναι στη συνέχεια.
Όταν μια ολόκληρη εξέδρα τραγουδά πανηγυρικά για έναν νεκρό, δίχως να ιδρώνει κανένα αυτί. Και κυρίως, όταν τα επίσημα όργανα «ενημέρωσης», δηλαδή προπαγάνδας, του συγκεκριμένου συλλόγου, σφυρίζουν αδιάφορα και κάνουν ότι δεν άκουσαν, δεν είδαν και το παίζουν «έλα μωρέ, συμβαίνουν αυτά».
Η εκπομπή που κατακεραυνώνει την… παράγκα του Ολυμπιακού στο κανάλι του Ιβάν Σαββίδη, πέρασε την είδηση σε μια ατάκα του παρουσιαστή της, ο οποίος ανάθεμα κι αν κατάλαβε τι σκατά διάβασε. Εννοείται ότι δεν αναφέρθηκε πουθενά το όνομα του ΠΑΟΚ και εννοείται πως αυτή η μασημένη μέσα από τα δόντια αναφορά δεν προέκυψε τυχαία. Όταν ώρες πριν την έναρξη της εκπομπής η Ελληνική Αστυνομία με ανακοίνωσή της κάνει λόγο για οπαδούς του ΠΑΟΚ, δεν είναι δυνατόν να προσπαθείς να κρύψεις ακόμα και την επίσημη ενημέρωση. Εδώ δεν υπάρχουν δικαιολογίες: αν κάποιος σου υπέδειξε να μην το κάνεις, του λες «αδερφέ, εγώ είμαι δημοσιογράφος και η δεοντολογία μου επιβάλλει έστω να διαβάσω το κείμενο της ΕΛΑΣ». Σε αντίθετη περίπτωση, δεν είσαι δημοσιογράφος. Είσαι υπάλληλος. Από αυτούς που ενδεχομένως να εκτιμούν κάποιοι συγκεκριμένοι εργοδότες και που σιχαίνονται όλοι οι νοήμονες άνθρωποι.
Τα χειρότερα ωστόσο ήρθαν σήμερα. Διάβασα με πραγματική θλίψη ένα άρθρο που δήθεν στηλίτευε τα δήθεν κακώς κείμενα των ημερών μας. Ειλικρινά, είναι πολύ δύσκολο να φτάσει κάποιος ως τον επίλογο χωρίς να αποφύγει τον εμετό ή έστω το αίσθημα της ναυτίας. Ρε Κωστάρα, αλήθεια τώρα; Την ώρα που υπάρχει νεκρός μετά από ενέδρα οπαδών (της ομάδας σου, της ομάδας μου, κάποιας άλλης, δεν έχει σημασία) συζητάμε για το αν είναι ομοφοβικός ο Κούγιας και αν ευνοείται ο… Ολυμπιακός; Κάθισες και έγραψες ένα κατεβατό μόνο και μόνο για να ξεπλύνεις έναν θάνατο και κυρίως, την εγκληματική ηλιθιότητα εκατοντάδων ανθρώπων που δηλώνουν ομοϊδεάτες σου, κάνοντας μια αναφορά δέκα λέξεων; Και περνώντας εντέχνως την «ανακρίβεια» περί ραντεβού θανάτου, ενώ όλες οι μαρτυρίες μιλούν για ενέδρα;
Σταθείτε ρε στα πόδια σας. Αναζητήστε λίγη από την αξιοπρέπεια που σας στέρησαν και γράψτε αυτά που πιστεύετε εσείς και όχι αυτά που σας λένε ή «πρέπει» να γράψετε. Το πολύ – πολύ να σας λογοκρίνουν, να σας υποβαθμίσουν, να σας ξαναλογοκρίνουν και να σας εξωθήσουν σε παραίτηση. Ή και να σας απολύσουν, στην καλύτερη περίπτωση. Στην τελική, μπορεί να μην πάρετε καν αποζημίωση όπως του λόγου μου. Ανταλλάζεται όμως με τίποτα το συναίσθημα του να τα έχετε καλά με τον εαυτό σας και να λέτε «σας γράφω όλους στα παπάρια μου, εγώ θα πω τη γνώμη μου γιατί αυτό διαχωρίζει τον δημοσιογράφο από τον υπάλληλο»;