Ο κ. Δημήτριος Μελισσανίδης «κάτι είναι» στην ΠΑΕ ΑΕΚ. Ξεκίνησε από «φίλαθλος», προβιβάστηκε σε «οιονεί διοικητικός ηγέτης» και πλέον πρέπει κάποια, αδιευκρίνιστη προς το παρόν, σχέση να τον συνδέει οργανικά με τη διοικητική δομή της εταιρείας. Απόδειξη, ότι η υπερασπιστική γραμμή του ενώπιον της Πειθαρχικής Επιτροπής της Λίγκας ξέφυγε από εκείνο το παλιό «είναι απλός φίλαθλος».
Ο κ. Ιωάννης Παπαδόπουλος είναι «απλός φίλαθλος». Δεν συνδέεται επ’ ουδενί διοικητικά με την ΑΕΚ με οποιαδήποτε ιδιότητα. Επειδή «έχει μεγάλη γνώση για το ποδόσφαιρο και ειδικές αναλυτικές ικανότητες, παρακολουθεί τους αγώνες μαζί με τον κ. Μελισσανίδη και ανταλλάσσουν απόψεις». Είναι ένας… ποδοσφαιρικός Ηλίας Νικολακόπουλος!
Οι δυο τους εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο την ευκαιρία που τους δόθηκε στο διάστημα της διακοπής του αγώνα ΑΕΚ – ΠΑΟΚ και παρουσίασαν, δια ζώσης, στην ελβετική διαιτητική αποστολή τον εγχώριο ποδοσφαιρικό πολιτισμό, καθώς είναι τοις πάσι γνωστό ότι ειδικεύονται στην παραγωγή και διάθεση πολιτιστικού προϊόντος με έμφαση στην προώθηση κασκόλ.
Η παράσταση τους υπήρξε εξαιρετική. Χρησιμοποιώντας την παγκόσμια γλώσσα του σώματος και την υποβλητική δύναμη του θεατρικού λόγου, που είναι κοινός σε όλες τις διαλέκτους του πλανήτη (ούτε γνώσεις ξένης γλώσσας δεν απαιτούνται), παρουσίασαν, ενώπιον των διαιτητών, ένα δρώμενο αντάξιο της παραδοσιακής ελληνικής φιλοξενίας, στην οποία ιδιαίτερα επιδίδονται οι έλκοντες την καταγωγή από τις χαμένες πατρίδες.
Το δρώμενο με τον γενικό τίτλο «δώσε και σ’ εμάς κανένα φάουλ ρε, ξέρω που μένεις» εξελίχθηκε σε δύο πράξεις. Μια «του δρόμου» έξω από την αίθουσα των αποδυτηρίων και μια μέσα στην αίθουσα. Και στις δύο πολύτιμη, για την ομαλή εξέλιξη, υπήρξε η βοήθεια και συνδρομή των αστυνομικών αρχών, καθώς η ισχυρή και αποτρεπτική φυσική τους παρουσία επέτρεψαν στους ηθοποιούς να αποδώσουν με ακρίβεια και δύναμη τους ρόλους και απέτρεψαν κάθε σκέψη παρέμβασης τρίτων που θα μπορούσαν, απαιτώντας οι άμοιροι προστασία των διαιτητών (από ποιους άραγε;), να διακόψουν την παράσταση.
Ήταν τόσο καθηλωτική η ερμηνεία των πρωταγωνιστών και τόση η θεατρική έκσταση που παρήγαγε, ώστε σε κάποια στιγμή οι διαιτητές ένιωσαν τον καναπέ να τους πνίγει, ζήτησαν με το βλέμμα βοήθεια και στήριξη για να ξεφύγουν από τον ψυχαναγκαστικό αυτοκτονικό ιδεασμό που τους περικύκλωσε. Ευτυχώς γι’ αυτούς βρέθηκε μπροστά τους ο Μανούχος (γνωστός του Παπαδόπουλου από τις εκλογές της ΕΠΣ Αργολίδας στις οποίες είχε προσφέρει τις πολύτιμες εκλογικές γνώσεις του) και έβαλε τα στήθη του μπροστά στην θεατρική λάβα που απειλούσε να εκραγεί «σαν ηφαίστειο που ξυπνά απ’ όνειρο βαθύ κι ό,τι φτιάχνει τα βουνά κλαίει να γεννηθεί». Ερευνώνται από την πυροσβεστική της διαιτησίας τα εγκαύματα του…
Οι Ελβετοί συγκλονίστηκαν τόσο πολύ από ό,τι είδαν ώστε κατέθεσαν με δάκρυα χαράς στα μάτια στο βιβλίο συγχαρητηρίων τις θριαμβευτικές εντυπώσεις τους και μετέφεραν εγγράφως και στην ιδιαίτερη πατρίδα τους τη δύναμη και την μέθεξη του θεατρικού λόγου και της παράστασης, όπως οι ίδιοι την ένιωσαν, για να μάθουν κι οι υπόλοιποι πόσο ωραία περνάει κανείς όταν έρχεται στην Αθήνα και στο Ολυμπιακό στάδιο για να διευθύνει ένα αγώνα.
Μετά από όλα αυτά μόνο ως νεοελληνικό ανέκδοτο μπορεί να εκληφθεί η απαίτηση μερικών – μερικών (ειδικώς από Θεσσαλονίκη και Πειραιά μεριά) «να τιμωρηθεί το δίδυμο της αμαρτίας (;)» με ποινές που προβλέπονται σε κάποιον πειθαρχικό κώδικα, την ώρα που τους πρέπει δημόσιος έπαινος… Ανθ’ ημών Γουλιμής ρε φίλε!
Κανένα σέβας, καμία ενσυναίσθηση. Αλλά, τι να περιμένει κανείς από «ευεργετηθέντες αχάριστους», κάτι Μαρινάκηδες και κάτι Σαββίδηδες, που δεν κατανοούν τη μεγάλη προσφορά του διδύμου Μελισσανίδη – Παπαδόπουλου στη διεθνή καταξίωση του ελληνικού ποδοσφαιρικού θεατρικού λόγου; Εύκολα βρίσκει κανείς τη σήμερον ημέρα θεατρικό κείμενο με τέτοια δύναμη γραφής όπως το « δώσε και σ’ εμάς κανένα φάουλ ρε, ξέρω που μένεις;»
Κι ο Κάρολος Κουν στην αρχή τέτοια απαξίωση βίωσε… Μετά αναγνωρίστηκε η προσφορά του, αλλά ήταν αργά…