Ο Σωκράτης Κόκκαλης έκανε, για τους δικούς του (επιχειρηματικούς ή άλλους) λόγους μια βασική επιλογή: να συνεργαστεί με το γκουβέρνο.
Γνωστή και επιχειρηματικά αποδεκτή επιλογή, ειδικά σε μια χώρα σαν τη δική μας όπου η επιχειρηματικότητα υπήρξε (και εξακολουθεί να είναι) πάντα πολύ στενά (έως ασφυξίας) συνδεδεμένη με το κράτος σε όλες τις μορφές του και τις λειτουργίες του.
Την επιλογή του αυτή «τη σφράγισε» με τη συμμετοχή του γιου του, Πέτρου Κόκκαλη, στο ευρωψηφοδέλτιο μιας υποτιθέμενης «αριστερο-προοδευτικής συμμαχίας» με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και κλαδιά μικρές, ασήμαντες πολιτικές προσωπικότητες και κινήσεις, προσφέροντας με τον τρόπο αυτό στην παρέα Τσίπρα, Παππά, Φλαμπουράρη μια ορατή (και ισχυρή επικοινωνιακά) διέξοδο από την πολιτική χλαπάτσα που έφαγε με την υπόθεση «Μυρσίνη Λοΐζου».
Ως εδώ όλα καλά και επιχειρηματικά σωστά και ο καθείς δικαιούται να εκτιμάει σε προσωπικό επίπεδο τις αιτίες αυτής της μοναδικής συγκόλλησης «του αρχιερέα της διαπλοκής» (κατά Καραμανλή) με την «πρώτη φορά αριστερά», σε μια σύζευξη που πάσχει εκ γενετής.
Το πρόβλημα ξεκινάει από την ώρα που η ετερόκλητη συμμαχία «Τσιπραίων με Κοκκαλικούς» καταλήγει στον Ολυμπιακό. Στην μαζικότερη, ισχυρότερη και πολυπληθέστερη αθλητική, κοινωνική, επικοινωνιακή και (άρα) πολιτική οικογένεια της χώρας, τις τύχες της οποίας διαχειρίζεται, την τελευταία δεκαετία, ο βασικότερος πολιτικός αντίπαλος του ΣΥΡΙΖΑ, ο Βαγγέλης Μαρινάκης.
Κακά τα ψέματα! Η υποψηφιότητα του, καθόλα επαρκούς για τη δουλειά αυτή, Πέτρου Κόκκαλη σε ένα ανερμάτιστο και ηττοπαθές ψηφοδέλτιο μιας απερχόμενης πολιτικής τάξης μεγέθους όπως ο τωρινός ΣΥΡΙΖΑ στοχεύει να αποκομίσει για τον εμπνευστή της ελάχιστα επικοινωνιακά οφέλη, τα οποία είναι προς διερεύνηση αν μπορούν να μετατραπούν σε εκλογικά.
Τα ερωτηματικά που προκύπτουν για το τελικό αποτέλεσμα εδράζονται στον ισχυρό και λειτουργικό συνεκτικό ιστό μεταξύ της μεγάλης πλειοψηφίας των απανταχού Ολυμπιακών, την ισχύ του οποίου, ειδικά σε περιόδους που η ερυθρόλευκη οικογένεια εισπράττει ακραίες κυβερνητικές επιθέσεις, κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει και – το χειρότερο- να πιστέψει ότι μπορεί να ελέγξει.
Καλώς ή κακώς οι ερυθρόλευκοι είναι περίεργα τρένα και δεν είναι δυνατόν ο Σωκράτης ή ο Πέτρος να μην το γνωρίζουν αυτό. Οι ίδιοι – κυρίως ο Σωκράτης – επένδυσαν κατ΄επανάληψη στο παρελθόν στην ακραία δυναμική αυτής της αθλητικο-πολιτικής οικογένειας, όταν οι πολιτικοί συσχετισμοί απειλούσαν ευθέως κάθε «intra» που ενδιέφερε την οικογένεια Κόκκαλη. Είναι απορίας άξιο λοιπόν γιατί σήμερα, σε συνθήκες απείρως χειρότερες, επιλέγουν να απευθυνθούν σε ένα κόσμο που είναι από τη φύση του «περίεργο τρένο», όταν αισθάνεται ότι απειλείται η ομάδα της ζωής του.
Η πιθανότητα να «απαντήσουν» στον Μαρινάκη ή να διεμβολίσουν τη μετοχική παρουσία του στην ΠΑΕ δεν προκύπτει από πουθενά. Η προοπτική να χρησιμοποιήσουν εκλογικά την ευρύτερη ολυμπιακή οικογένεια είναι έως δυσκοίλια. Περισσότερο ως μπούμεραγκ φαντάζει η κίνηση τους να συνδεθούν αυτή την περίοδο με μια πολιτική και κομματική παρέα σε αποδρομή, η ήττα της οποίας είναι προδιαγεγραμμένη.
Τι απομένει; Η επιχειρηματική διαχείριση του υπολειπόμενου κυβερνητικού διαστήματος, μέσω της οποίας είναι δυνατόν να διασφαλιστούν κάποιες δουλειές για το άμεσο και μεσοπρόθεσμο μέλλον, με κορυφαία (έτσι αναφέρει η αγορά) την υπόθεση «Καζίνο στα Βόρεια Προάστια».
Είναι «κακό πράγμα», γενικώς και αορίστως, η διαχείριση αυτή; Επιχειρηματικά όχι. Στην Ελλάδα βρισκόμαστε.
Απλώς, με τον Ολυμπιακό δεν μπορεί να έχει σχέση γιατί κινδυνεύει να καταστεί ανενεργή ή να συναντήσει μεγάλα εμπόδια όταν συνδεθεί «με την εκ γενετής τρέλα των απανταχού γαύρων για την ομάδα τους»…