Σε καταγγελία εναντίον του πρώην ιδιοκτήτη των Harrods, Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ, ότι έπεσαν θύματα βιασμού, κατά την περίοδο που εργάζονταν στο πολυτελές πολυκατάστημα του Λονδίνου, προχώρησαν πέντε γυναίκες.
Μάλιστα, το δημοσίευμα του BBC αναφέρει ότι έχει στα χέρια του τις καταθέσεις από 20 γυναίκες, πρώην υπαλλήλους του Αλ Φαγέντ, οι οποίες αναφέρουν πως ο Αιγύπτιος επιχειρηματίας τους επιτέθηκε σεξουαλικά ή τις βίασε.
Σύμφωνα με το βρετανικό Μέσο υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι, κατά τη διάρκεια της ιδιοκτησίας του Αλ Φαγέντ, η εταιρεία όχι μόνο απέτυχε να παρέμβει, αλλά βοήθησε στη συγκάλυψη των υποθέσεων.
Οι σημερινοί ιδιοκτήτες του Harrods δήλωσαν ότι είναι «εντελώς τρομοκρατημένοι» από τους ισχυρισμούς και ζητούν «ειλικρινή συγγνώμη» από τα θύματα.
«Ο ιστός της διαφθοράς και της κατάχρησης σε αυτή την εταιρεία ήταν απίστευτος και πολύ σκοτεινός», ανέφερε ο δικηγόρος Μπρους Ντράμοντ, από τη νομική ομάδα που εκπροσωπούσε ορισμένες από τις γυναίκες.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι επιθέσεις από τον δισεκατομμυριούχο που πέθανε σε ηλικία 94 ετών στις 30 Αυγούστου του 2023, έλαβαν χώρα σε Λονδίνο, Παρίσι, το Σεν Τροπέ και Άμπου Ντάμπι.
«Έκανα προφανές ότι δεν ήθελα να συμβεί αυτό (η σεξουαλική επαφή). Δεν έδωσα συγκατάθεση. Ήθελα απλώς να τελειώσει», τόνισε στην καταγγελία της μια από τις γυναίκες, η οποία πρόσθεσε ότι ο Αλ Φαγέντ τη βίασε στο διαμέρισμά του στο Παρκ Λέιν.
Μια άλλη γυναίκα λέει είπε ήταν έφηβη, την περίοδο που τη βίασε σε ένα οίκημα στο Μέιφερ. «Ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ ήταν ένα τέρας, ένα σεξουαλικό αρπακτικό χωρίς καμία απολύτως ηθική πυξίδα», τόνισε και πρόσθεσε ότι όλο το προσωπικό των Harrods ήταν τα «παιχνίδια» του.
«Ήμασταν όλοι πολύ φοβισμένοι. Καλλιέργησε τον φόβο. Αν έλεγε “πήδα”, οι υπάλληλοι θα ρωτούσαν “πόσο ψηλά;”», περιέγραψε με γλαφυρό τρόπο.
Ο Αλ Φαγέντ αντιμετώπισε καταγγελίες σεξουαλικής επίθεσης όσο ήταν ζωντανός, αλλά αυτοί οι ισχυρισμοί είναι πρωτοφανούς κλίμακας και σοβαρότητας. Το BBC πιστεύει ότι πολλές περισσότερες γυναίκες μπορεί να έχουν δεχθεί επίθεση από τον εκλιπόντα επιχειρηματία.
Ο πρώην ιδιοκτήτης των Harrods «ήταν άθλιος»
Η επιχειρηματική σταδιοδρομία του Αλ Φαγιέντ ξεκίνησε στους δρόμους της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, όπου πωλούσε αναψυκτικά στους περαστικούς. Ο γάμος του με την αδερφή ενός εκατομμυριούχου Σαουδάραβα εμπόρου όπλων, τον βοήθησε να καλλιεργήσει νέες σχέσεις και να χτίσει την αυτοκρατορία του.
Μετακόμισε στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1974 και ήταν ήδη γνωστό δημόσιο πρόσωπο όταν ανέλαβε τα Harrods το 1985. Τις δεκαετίες του 1990 και του 2000 εμφανιζόταν τακτικά ως καλεσμένος σε τηλεοπτικές εκπομπές.
Ο Αλ Φαγιέντ, του οποίου ο γιος, Ντόντι, σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα μαζί με την πριγκίπισσα Νταϊάνα το 1997, έγινε γνωστός στη νέα γενιά μέσω της σειράς του Netflix, το περίφημο «The Crown».
Ο Αλ Φαγέντ προσπαθούσε να προσεγγίσει τη βασιλική οικογένεια για χρόνια.
Οι γυναίκες με τις οποίες μίλησε το BBC, αναφέρουν για εκείνος τα χειρότερα. «Ήταν άθλιος», σημείωσε η Σοφία, η οποία εργάστηκε ως προσωπική βοηθός του από το 1988 έως το 1991. Η ίδια συμπλήρωσε ότι προσπάθησε να τη βιάσει περισσότερες από μία φορές. «Αυτό με θυμώνει, ο κόσμος δεν πρέπει να τον θυμάται έτσι. Δεν είναι έτσι όπως φαινόταν», όπως χαρακτηριστικά επισήμανε.
Ο ιδιοκτήτης των Harrods περιόδευε τακτικά τους ορόφους του πολυκαταστήματος και εντόπιζε νεαρές εργαζόμενες γυναίκες που έβρισκε ελκυστικές, οι οποίες στη συνέχεια θα προωθούνταν για να εργαστούν στα γραφεία του στον επάνω όροφο, ανέφεραν στο BBC πρώην εργαζόμενοι.
Οι επιθέσεις γίνονταν στα γραφεία του Harrods, στο διαμέρισμα του Αλ Φαγέντ στο Λονδίνο ή σε ταξίδια στο εξωτερικό, συχνά στο Παρίσι στο ξενοδοχείο Ritz, του οποίου ήταν επίσης ιδιοκτήτης, ή στη βίλα Windsor, που του ανήκε.
Στο Harrods, άλλοι πρώην εργαζόμενοι είπαν ότι ήταν ξεκάθαρο τι συνέβαινε. «Όλοι βλέπαμε κάποιες να περνούν την πόρτα και σκεφτόμασταν “καημένη, σήμερα είναι η σειρά σου”. Νιώθαμε εντελώς ανίσχυροι να το σταματήσουμε», ανέφερε η Άλις, μια γυναίκα που δεν χρησιμοποίησε το πραγματικό της όνομα.
Η Ρέιτσελ (επίσης μη πραγματικό όνομα) εργάστηκε ως προσωπική βοηθός στο Harrods τη δεκαετία του 1990. Ένα βράδυ μετά τη δουλειά, κατήγγειλε ότι την κάλεσαν στο πολυτελές διαμέρισμά του Αλ Φαγέντ, με θέα στο Χάιντ Παρκ του Λονδίνου. Το κτίριο προστατεύονταν από το προσωπικό ασφαλείας και διέθετε ένα γραφείο που στελεχωνόταν από υπαλλήλους του πολυκαταστήματος.
Η Ρέιτσελ ανέφερε ότι ο Αλ Φαγέντ της ζήτησε να καθίσει στο κρεβάτι του και μετά έβαλε το χέρι του στο πόδι της, ξεκαθαρίζοντας τι ήθελε. «Θυμάμαι ότι ένιωθα το σώμα του πάνω μου, το βάρος του. Μόνο που τον ακούω να κάνει αυτούς τους θορύβους… Και απλά γύρισα αλλού στο κεφάλι μου. Με βίασε», περιέγραψε.
«Αφού με βίασε, μου είπε να πλυθώ με Dettol»
Το BBC μίλησε με 13 γυναίκες που κατήγγειλαν ότι ο Αλ Φαγέντ τους επιτέθηκε σεξουαλικά στο ίδιο διαμέρισμα. Τέσσερις από αυτές, συμπεριλαμβανομένης της Ρέιτσελ, λένε ότι βιάστηκαν.
Η Σοφία, η οποία κατήγγειλε ότι δέχθηκε σεξουαλική επίθεση, περιέγραψε την όλη κατάσταση ως έναν εφιάλτη. «Δεν μπορούσα να φύγω. Δεν είχα σπίτι για να επιστρέψω, έπρεπε να πληρώσω το ενοίκιο», ανέφερε.
Η Τζέμα, η οποία εργάστηκε ως προσωπικός βοηθός του Αιγύπτιου μεγιστάνα από το 2007 ως το 2009, επισήμανε ότι η συμπεριφορά του Αλ Φαγέντ γινόταν πιο τρομακτική στη διάρκεια ταξιδιών στο εξωτερικό. Αυτή κορυφώθηκε με τον βιασμό της στη Βίλα Ουίνστορ στο Δάσος της Βουλώνης (Γαλλία).
Η Τζέμα είπε ότι ξύπνησε ξαφνιασμένη στην κρεβατοκάμαρά της. Ο Αλ Φαγέντ ήταν δίπλα στο κρεβάτι της, φορώντας απλώς μια μεταξωτή ρόμπα. Στη συνέχεια προσπάθησε να έρθει σε επαφή μαζί της.
«Του είπα “όχι, δεν σε θέλω”. Και συνέχισε απλώς να προσπαθεί να μπει στο κρεβάτι. Σε εκείνο το σημείο ήταν από πάνω μου και πραγματικά δεν μπορούσα να κινηθώ. Ήμουν μπρούμυτα στο κρεβάτι και εκείνος απλώς πίεσε τον εαυτό του πάνω μου».
Όπως κατήγγειλε η γυναίκα, αφού τη βίασε, εκείνη έκλαψε, ενώ εκείνος σηκώθηκε και της είπε επιθετικά να πλυθεί με Dettol. «Προφανώς ήθελε να σβήσω κάθε ίχνος του από πάνω μου», σημείωσε.
Οκτώ άλλες γυναίκες είπαν επίσης ότι δέχθηκαν σεξουαλική επίθεση από τον Φαγέντ στα ακίνητά του στο Παρίσι. Πέντε από αυτές περιέγραψαν τις επιθέσεις ως απόπειρα βιασμού.