Γίνεται να είσαι κυπελλούχος Ευρώπης και ταυτόχρονα παγκόσμιος πρωταθλητής στην γκρίνια; Αν λέγεσαι Ολυμπιακός, όλα είναι δυνατά. Όπως το να πετυχαίνεις κάτι που για δεκαετίες φάνταζε αδιανόητο και τρεις μήνες αργότερα αρκετοί απ’ όσους είχαν βγει στους δρόμους τα ξημερώματα της 30ης Μαΐου 2024 να είναι στα κάγκελα για τις μεταγραφές έγιναν (και κυρίως αυτές που δεν έγιναν), πριν ακόμη κλείσει το μεταγραφικό παράθυρο.
Δυσκολεύομαι πολύ να αποφασίσω για το αν πρέπει να αποδώσω τα παραπάνω (οπαδικά) φαινόμενα στο ασύγκριτο μεγαλείο αυτού του συλλόγου ή στην παρανοϊκή παθογένεια που προκύπτει από τις αμέτρητες επιτυχίες. Και νομίζω ότι δεν υπάρχει ρεαλιστικός τρόπος υπολογισμού για το κατά πόσο αυτή η πίεση λειτουργεί ευεργετικά ως προς την κατάκτηση νέων κορυφών ή αγχωτικά σε σημείο νεύρωσης και εκτροχιασμού των πάντων: παικτών, προπονητών και βέβαια διοίκησης.
Όπως και να ‘χει, αυτή είναι μια πραγματικότητα που κοντεύει να συμπληρώσει πλέον τρεις δεκαετίες. Από το σωτήριο έτος 1996 και την απαρχή της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας που γνώρισε το ελληνικό ποδόσφαιρο, η απαίτηση για κούπα κάθε μα κάθε χρόνο ξεπέρασε τα όρια της «ψύχωσης» (όπως είχε πει κάποτε ο Κάτανετς και απολύθηκε με συνοπτικές διαδικασίες) και έφτασε εκείνα της σχιζοφρένειας.
Στα 26 πρωταθλήματα που ακολούθησαν – μέχρι και το 2022 δηλαδή – ο Ολυμπιακός κατέκτησε τα 22 και το τρομερό είναι πως για να χάσει κάποια από αυτά που έχασε, χρειάστηκε να γίνουν πράματα και θάματα. Το 2004 ήταν ο Δούρος που αλλοίωσε μια ολόκληρη σεζόν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα (η διπλή αποβολή Κυργιάκου – Τζιοβάνι και το πέναλτι υπέρ του Ολυμπιακού έγινε απλώς αποβολή του Βραζιλιάνου), το 2010 ήταν η περιβόητη «μπουγάδα» της Παναθηναϊκής Συμμαχίας που οι αμαρτίες της πληρώνονταν για πολλά χρόνια και στη συνέχεια προέκυψε η διαβόητη «Εξυγίανση».
Οι τρεις αρχικοί σύμμαχοι θύμισαν… απαλλοτριωτές τραπεζών που δεν τα βρήκαν στη μοιρασιά και ξεκίνησαν να πιστολιάζουν ο ένας τον άλλον: τα πρώτα σκάγια πήγαν στον ΠΑΟ με αποκορύφωμα τον επαναληπτικό κυπέλλου στην Τούμπα και τον αλησμόνητο Κύζα (4-0 ο ΠΑΟΚ), στη συνέχεια τα έφαγε η ΑΕΚ στον τελικό της ντροπής στο Πανθεσσαλικό με το οφσάιντ γκολ που έκρινε την κούπα, για να έρθει το ΠΑΟΚ – ΑΕΚ του Κομίνη όπου το όπλο του Ιβάν Σαββίδη αποδείχθηκε νεροπίστολο μπροστά στα… κανόνια του Μελισσανίδη.
Βρισκόμαστε πλέον στη σεζόν 2024/25. Ο Ολυμπιακός έχει χάσει τα τέσσερα από τα τελευταία επτά πρωταθλήματα όμως η σεζόν των 100 χρόνων του τον βρίσκει με το σήμα του νικητή του Conference League στο μπράτσο. Αυτό που θα φορεθεί για πρώτη φορά στο Groupama Stadium και που θα υπενθυμίζει σε όλους το έπος του που ολοκληρώθηκε στις 29 Μαΐου στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Οι Ερυθρόλευκοι έγιναν η μοναδική ομάδα στην ιστορία του ποδοσφαίρου που σηκώνει ευρωπαϊκό τρόπαιο έχοντας προσλάβει τρεις διαφορετικούς προπονητές (και άλλους τρεις τεχνικούς διευθυντές) στην ίδια σεζόν. Αυτό από μόνο του λέει πολλά για τα περί παράνοιας που έγραψα πιο πάνω. Ασφαλώς και η κούπα δεν ήρθε ως το επιστέγασμα της άρτιας υλοποίησης ενός άριστα εκπονημένου σχεδιασμού. Τούτο είναι αυταπόδεικτο από τον τρόπο με τον οποίο έφυγε ο Μαρτίνεθ, ήρθε ο Καρβαλιάλ, ακολούθησε ο Μεντιλίμπαρ και στο ενδιάμεσο προστέθηκε σχεδόν μια εντεκάδα παικτών μέσα στον Γενάρη, έστω κι αν μονάχα τρεις από τους καινούργιους μπήκαν στην ευρωπαϊκή λίστα που άλλαξε παντοτινά το στάτους του Θρύλου.
Αρκετοί αντιμετωπίζουν το θαύμα του Conference League ως μια σύμπτωση, υποτιμώντας ακούσια ή εκούσια ένα απίθανο κατόρθωμα. Έχω την αίσθηση ότι κάνουν λάθος, έστω κι αν η σειρά των συγκυριών είναι ομολογουμένως εντυπωσιακή. Αυτό όμως έχει συμβεί στο παρελθόν σε κάμποσες υπερβάσεις. Μια σειρά συγκυριών ήταν κι αυτή που οδήγησε την Ελλάδα στην κατάκτηση του Euro 2004. Μπορείς όμως να μειώσεις τον τελικό θρίαμβο της εθνικής, παρόλο που δεν πίστευε κανείς σε αυτόν την ώρα που ξεκινούσε το τουρνουά;
Πρώτα και πάνω απ’ όλα, το έπος της Νέας Φιλαδέλφειας είναι αποτέλεσμα της προαναφερθείσας παράνοιας που έχει διαποτίσει τον σύλλογο τις τελευταίες δεκαετίες. Θεωρούσα βιαστική (και άρα λανθασμένη) την απομάκρυνση του Μαρτίνεθ πριν καν ανακοινωθεί, όπως πίστευα ότι ο Καρβαλιάλ είναι ανεπαρκής για το μέγεθος και την τρέλα του Ολυμπιακού, επίσης πριν επισημοποιηθεί η πρόσληψή του. Αμφότερες ήταν κινήσεις χωρίς (ποδοσφαιρική) λογική και θαρρώ ότι δεν χρειάζεται περαιτέρω επιχειρηματολογία.
Η περίπτωση του Μεντιλίμπαρ ήταν εντελώς διαφορετική. Μέχρι να πάει στη Σεβίλλη τον Μάρτιο του 2023 ήταν ένας κλασικός προπονητής μικρομεσαίων ομάδων με το ανάλογο στάτους. Ότι το πρώτο τρόπαιο της καριέρας του θα ήταν το Europa League στα 62 του μάλλον δεν θα το περίμενε ούτε ο ίδιος, αν και στην περίπτωση της Σεβίλλης είναι αποδεδειγμένο πως όλα γίνονται. Για το Conference League με τον Ολυμπιακό πάλι, δεν υπάρχουν λόγια. Ακόμα και ο θεός είναι βέβαιο πως πιάστηκε στον ύπνο. Όταν ξύπνησε από τους ξέφρενους πανηγυρισμούς σε όλη την επικράτεια, ήταν πλέον πολύ αργά.
Μέσα σε μερικούς μήνες η ευρωπαϊκή μοίρα επέστρεψε στον Ολυμπιακό με τόκο όσα του είχε στερήσει για καμιά 50αριά χρόνια, αρχής γενομένης από την ιστορία του Παλοτάι το 1974. Είμαι σίγουρος ότι οι περισσότεροι δεν έχουν συνειδητοποιήσει τι ακριβώς συνέβη το βράδυ της 28ης Μαΐου και πως θα τους πάρει πολύ καιρό ακόμη ώσπου να κατανοήσουν πλήρως τη σημασία του.
Μέχρι τότε, η καθημερινότητα θα μας τρώει τα συκώτια. Βρισκόμαστε στην 5η αγωνιστική και το ξεκίνημα των κυπελλούχων Ευρώπης είναι αποκαρδιωτικό. Εκείνο όμως που προκαλεί τη μεγαλύτερη ανησυχία είναι η διαφαινόμενη έλλειψη ελπίδας για άμεση βελτίωση. Δεν στέκομαι ποτέ στα αποτελέσματα, αφού πρωτίστως με ενδιαφέρει η εικόνα. Αυτό λοιπόν που παρουσιάζει ο Ολυμπιακός από την πρεμιέρα είναι όλο και πιο αποκρουστικό, με αποκορύφωμα την ήττα με κάτω τα χέρια από τον Άρη. Έναν Άρη που δέχτηκε τρία γκολ από τον ΟΦΗ και που είχε μόλις μια νίκη στις 4 πρώτες αγωνιστικές.
Δεν θα σας κουράσω με το ποιοι έφυγαν και ποιοι ήρθαν, θεωρώντας δεδομένο ότι όποιος διαβάζει αυτό το κείμενο είναι πλήρως ενήμερος για τι έγινε και τι όχι στη μεταγραφική περίοδο του καλοκαιριού. Η εικόνα του ρόστερ αυτή τη στιγμή δεν είναι ικανή να δώσει αφορμή για αισιόδοξες προβλέψεις στη συνέχεια. Η φράση – κλειδί είναι «αυτή τη στιγμή». Γιατί σε έναν μήνα μπορεί κάποιος ή κάποιοι παίκτες να έχουν εντελώς διαφορετική δυναμική.
Παρότι η ευρωπαϊκή λίστα κατατέθηκε στις 4/9, είχα την πεποίθηση πως θα υπάρξει τουλάχιστον μια κίνηση ακόμη, για να μην πω δυο. Ακόμα και σε επίπεδο ελεύθερων περίμενα ότι θα προκύψει κάποια κινητικότητα και γι’ αυτό καθυστερούσα να κάνω τη σούμα. Στο μεταξύ ήρθε η γκέλα με τον Παναιτωλικό, άρχισα να συνειδητοποιώ ότι το ρόστερ θα μείνει έτσι και ανέβαλα το ΕΥΘΕΩΣ για μερικές μέρες ακόμα, έχοντας πλέον τη βεβαιότητα ότι κάτι «κακό» θα γίνει στο Χαριλάου. Και να ‘μαστε…
Στο τώρα λοιπόν, ο Ολυμπιακός βρίσκεται στην πρωτοφανή γι’ αυτόν κατάσταση να έχει ένα από τα πιο μικρά ρόστερ της σύγχρονης ιστορίας του. Κρίνοντας με τα μέχρι στιγμής δεδομένα μάλιστα, το ποσοτικό έλλειμμα δεν ισοσκελίζεται από τυχόν ποιοτικό πλεόνασμα. Ο αριθμός των ποδοσφαιριστών που ενδεχόμενη απουσία τους θα δημιουργούσε τρομερό πρόβλημα θαρρώ πως είναι μεγαλύτερος από κάθε άλλη φορά.
Αν… βήξει ο Ελ Κααμπί, από πίσω του υπάρχει ο Γιάρεμτσουκ που προς το παρόν δείχνει εντελώς εκτός κλίματος. Πίσω από Βέλντε και Ζέλσον Μαρτίνς είναι στην πραγματικότητα μονάχα ο Μασούρας, ο οποίος μάλιστα ξεκίνησε με τραυματισμό τη σεζόν. Κι εκεί που λες ότι επιστρέφει ο Γιώργος και θα υπάρχει μια έξτρα λύση, προκύπτει θέμα με τον Πορτογάλο που το Σάββατο έδειχνε ότι κάτι δεν πάει καλά από νωρίς. Κάποιοι θα πουν για τον Γουίλιαν, ωστόσο έχω εδώ και καιρό την πεποίθηση πως ο Βραζιλιάνος θα υπολογίζεται περισσότερο ως επιτελικός παρά ως εξτρέμ. Αν όχι από επιλογή, κάποια στιγμή αυτό θα γίνει από ανάγκη.
Τι θα γίνει αν χρειαστεί να λείψει ο Έσε από τον άξονα; Ο Μεντιλίμπαρ θα κληθεί να μάθει απέξω τα Δώδεκα Ευαγγέλια, εκτός αν υπάρχει κάποιος που να πιστεύει ότι αυτό το πράγμα που παρουσιάζουν οι Ντάνι Γκαρθία και Στάμενιτς μπορεί να υποκαταστήσει έστω και εν μέρει τα τρεξίματα του Αργεντινού. Ο οποίος είναι παρασυρμένος από τη γενική μετριότητα, για να τα λέμε όλα.
Κάτι ανάλογο ισχύει και για την άμυνα. Μπορεί ο Κάρμο να ήταν κι αυτός αλλού γι’ αλλού στο Χαριλάου (και τυχερός που η χοντρή γκάφα του δεν πληρώθηκε στην τεράστια ευκαιρία του Μορόν), παρ’ όλα αυτά θεωρείται αδιανόητη η απουσία του από το κέντρο της άμυνας. Και δεν χρειάζεται καν να αναλογιστούμε το απευκταίο σενάριο ενός τραυματισμού του Ροντινέι…
Επί της ουσίας, η μόνη απουσία που φαίνεται ότι θα μπορούσε να αντέξει αύριο το πρωί ο Ολυμπιακός είναι αυτή του Ορτέγκα. Του μοναδικού παίκτη που θεωρητικά δεν έχει αντικαταστάτη πίσω του, χωρίς αυτό να είναι μομφή για τον Αποστολόπουλο. Η μομφή είναι προς το πρόσωπο του Αργεντινού ο οποίος έχει γίνει στόχος πλέον όλων των προπονητών του πρωταθλήματος, προφανώς όχι τυχαία. Ως έναν βαθμό υπάρχει και ευθύνη του Βέλντε, αλλά μέχρι εκεί. Θα έβαζα και τον Τσικίνιο στις αναντικατάστατες απουσίες, όμως έτσι όπως χρησιμοποιείται τον τελευταίο καιρό μάλλον δεν θα καταλάβαινε κανείς αν έλειπε από την ενδεκάδα…
Επαναλαμβάνω πως σε έναν μήνα μπορεί κάποιοι εκ των Γουίλιαν, Ολιβέιρα, Στάμενιτς και Ντάνι Γκαρθία να έχουν βρει τη φόρμα τους και να έχουμε διαφορετικά δεδομένα στα χέρια μας. Σήμερα όμως η κατάσταση μοιάζει άκρως προβληματική και γίνεται ακόμα χειρότερη όταν βλέπεις τη συνολική εικόνα των λεγόμενων «βασικών».
Το γεγονός της έλλειψης καλοκαιρινών προκριματικών για πρώτη φορά μετά το 2015 μάλλον κακό έκανε παρά καλό. Σε συνδυασμό με τον νωπό ακόμη θρίαμβο του Conference προέκυψε ένας εφησυχασμός που δεν δικαιώνεται από τα όσα συμβαίνουν στο χορτάρι εδώ και έναν μήνα. Η εξήγηση θεωρώ πως είναι πολύ πιο περίπλοκη απ’ ό,τι νομίζει ο πολύς κόσμος στο ιντερνετικό καφενείο των social media.
Το ρόστερ είναι όντως μικρό. Εγκληματικά μικρό, σε σημείο που για κάθε απουσία θα πρέπει να μπαίνει παίκτης της Κ19 στην αποστολή προκειμένου να συμπληρώνεται 20άδα. Δεν μπορώ να φέρω στο μυαλό μου ομάδα με τους στόχους, τις αγωνιστικές υποχρεώσεις αλλά και την (παρανοϊκή) πίεση του Ολυμπιακού που να έχει τόσο λίγους «υπολογίσιμους» παίκτες στο δυναμικό της. Όταν μάλιστα είσαι από τους πρώτους διδάξαντες των μεγάλων – έως υπερβολικά μεγάλων – ρόστερ, μια τόσο απότομη αλλαγή πλεύσης δύσκολα θα μπορέσει να αφομοιωθεί χωρίς ισχυρούς κραδασμούς.
Γιατί το ρόστερ είναι τόσο μικρό; Προφανώς δεν είμαι εγώ αυτός που μπορεί να δώσει την απάντηση. Τα βέλη των περισσότερων πέφτουν στη διοίκηση, δικαίως ή αδίκως. Δικαίωμα σε υποθέσεις έχει ο καθένας. Τα δεδομένα ωστόσο λένε πως ο προπονητής της ομάδας δήλωσε στις 13 Σεπτεμβρίου ότι «έχουμε σχηματίσει μια πάρα πολύ καλή ομάδα με έναν πολύ ικανοποιητικό αριθμό παικτών. Νομίζω πως δεν χρειαζόμαστε τίποτα άλλο. Έχουμε μια ομάδα πολύ καλή και ολοκληρωμένη και έχουμε παίκτες γεμάτους ποιότητα που μπορούν να μας βοηθήσουν πολύ».
Πριν από οτιδήποτε άλλο, οι προπονητές πληρώνονται πρωτίστως για να φταίνε. Ακόμα κι αν δώσεις στον Κλοπ τους 20 πιο ανίκανους παίκτες του κόσμου, τα αρνητικά αποτελέσματα δεν θα διώξουν τους 20 παίκτες, αλλά τον ίδιο τον Γερμανό. Εδώ λοιπόν έχουμε τον προπονητή του Ολυμπιακού να δηλώνει χωρίς περιστροφές πως διαθέτει έναν πολύ ικανοποιητικό αριθμό παικτών με ποιότητα και μια πολύ καλή και ολοκληρωμένη ομάδα.
Το αν όντως ο Μεντιλίμπαρ δεν ήθελε οργανωτή, άλλο αριστερό μπακ, κάποιον επιθετικογενή επιπλέον ή τέλος πάντων 2-3 παίκτες ακόμη (ονομαστικά ή μη) δεν έχω τη δυνατότητα να το διασταυρώσω. Οι δηλώσεις του στην COSMOTE TV όμως παραμονές του καταστροφικού αγώνα με τον Παναιτωλικό είναι αδύνατον να αμφισβητηθούν. Και να μην τις πίστευε που λέει ο λόγος, είναι αρκετές για να βγάλουν από τις πλάτες της διοίκησης το μεγαλύτερο βάρος της ευθύνης για ό,τι στραβό προκύψει. Το οποίο δυστυχώς προέκυψε άμεσα και επαναλήφθηκε έξι μέρες αργότερα.
Ο Βάσκος θα είναι για πάντα ο προπονητής που οδήγησε τον Ολυμπιακό στη μεγαλύτερη στιγμή της ιστορίας του και μάλιστα υπό άκρως αντίξοες συνθήκες. Ο κόσμος θα τον λατρεύει ακόμα κι αν κάνει 10 ήττες σερί ή αν αποφασίσει αύριο το πρωί να φύγει από την Ελλάδα. Κάποτε ίσως δούμε και το άγαλμά του έξω από το Καραϊσκάκη, αφού δεν μπορώ να σκεφτώ άλλον πιο ιδανικό για μια τέτοια τιμή.
Τα συναισθήματα της πλειοψηφίας για τον Μεντιλίμπαρ δεν πρόκειται να αλλάξουν ό,τι και να γίνει. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν θα κρίνεται καθημερινά για τις επιλογές του αλλά και την εικόνα που παρουσιάζει η ομάδα. Και για να τα λέμε όλα, δεν νομίζω ότι χρειάζεται κάποιος τον Ποντένσε, τον Φορτούνη ή τον Όρτα προκειμένου να αποφύγει τις 66 σέντρες κόντρα στον Παναιτωλικό. Γενικώς νομίζω ότι δεν χρειάζεσαι τον Ποντένσε ή τον Φορτούνη για να βγάλεις 2-3 δουλεμένα πράγματα στο παιχνίδι σου. Θα τους χρειαστείς προφανώς για να σε ξελασπώσουν κάποια στιγμή ή να βγουν μπροστά στα μεγάλα ματς, αλίμονο όμως αν μετά από κάθε αγώνα κόντρα στους Παναιτωλικούς της Super League συζητάμε ξανά και ξανά γι’ αυτούς.
Αν μπορεί ένας άσημος Ιταλός προπονητής με 18 νέους παίκτες στο ρόστερ να σε φέρει σε πολύ δύσκολη θέση μόλις τη 2η αγωνιστική, να κάνει άλογο τον Παναθηναϊκό με σχεδόν 30 τελικές την αμέσως επόμενη και να απειλήσει την ΑΕΚ με ήττα (όπως συνέβη την Κυριακή στη Λεωφόρο), δεν μπορώ να δεχτώ ότι αδυνατεί να παρουσιάσει οτιδήποτε συγκροτημένο ο Ολυμπιακός του Μεντιλίμπαρ. Όχι με τον Βέλντε, τον Ζέλσον Μαρτίνς, τον Τσικίνιο και τον Ελ Κααμπί στη ενδεκάδα, αλλά με τον Παπακανέλλο, τον Κωστούλα, τον Μπακούλα και τα υπόλοιπα χρυσά πιτσιρίκια. Περίπου όπως συνέβαινε στα φιλικά δηλαδή, εκεί όπου θαυμάζαμε την ομοιογένεια και τη συνοχή της ομάδας, προσδοκώντας βάσιμα την περαιτέρω βελτίωση με την προσθήκη των βασικών και των μεταγραφών που εκκρεμούσαν.
Ακόμα κι αν ο Μέντι είχε δηλώσει ότι χρειάζεται κάνα δυο παίκτες ακόμη, και πάλι δεν θα μπορούσε να σταθεί κάτι τέτοιο ως επαρκής δικαιολογία για το διπλό χάλι με Παναιτωλικό και Άρη. Θα δικαιολογούταν σε κάποιον βαθμό αν καλούταν να αναπληρώσει κάποια από τις απουσίες που προανέφερα. Από τη στιγμή όμως που η «καλή» του ενδεκάδα ήταν εκεί, όφειλε να εμφανίσει κάτι διαφορετικό.
Τώρα, αν διαφωνεί κάποιος ότι αυτή ήταν η καλύτερη ενδεκάδα στη δεδομένη χρονική στιγμή, ακόμα και ο ίδιος ο Βάσκος όπως γράφτηκε, να το συζητήσουμε. Ειλικρινά, ποιος από τον πάγκο θεωρείται – πάντα τη στιγμή που μιλάμε – καλύτερος ή τέλος πάντων πιο έτοιμος από αυτούς που ξεκίνησαν κόντρα στον Άρη; Και ποιος από αυτούς που μπήκαν φάνηκε καλύτερος από εκείνον που αντικατέστησε ώστε να έχει νόημα μια τέτοια κουβέντα;
Παίζεις το πρώτο ματς στο γήπεδό σου με μεγάλο κοινό, αφού στο αυγουστιάτικο παιχνίδι με την Καλλιθέα πολλοί ήταν ακόμα σε διακοπές. Αντίπαλός σου είναι ο Παναιτωλικός που δεν τον λες και χαρισματικό σύνολο. Αντί να τον κάνεις να φτύσει αίμα από το 10λεπτο και στο 20′ να παρακαλάει να λήξει το ημίχρονο για να φάει όσα λιγότερα γκολ γίνεται, του επιτρέπεις να νιώσει άνετα στο Καραϊσκάκη κάνοντας ακριβώς ό,τι θα επιθυμούσε ο αντίπαλος προπονητής.
Από το μπλαζέ ύφος, τις άσκοπες και ακίνδυνες πασούλες, τις δεκάδες σέντρες και τη νοοτροπία «έχουμε κερδίσει το ματς πριν το παίξουμε» του Παναιτωλικού, περάσαμε στην ψυχρολουσία του «Βικελίδης» σχεδόν με τη σέντρα και όσα δεινά ακόμη έφερε το γρήγορο 1-0 του Άρη. Σε δεύτερο διαδοχικό παιχνίδι, με εντελώς διαφορετικές συνθήκες και αυτή τη φορά εν πλήρη γνώσει των δυσκολιών που θα προέκυπταν, ο Ολυμπιακός εμφανίστηκε πρωτίστως πνευματικά και μετά αγωνιστικά απροετοίμαστος.
Ο Ποντένσε ή ο Φορτούνης (αφού αυτά είναι τα πρώτα ονόματα που μπαίνουν στην κουβέντα εδώ και καιρό) ίσως μπορούσαν με μια προσωπική ενέργεια να δώσουν τη λύση κόντρα στον Παναιτωλικό, υπερκερνώντας τη συνολική ομαδική αδυναμία που εμφάνισαν οι Ερυθρόλευκοι. Δεν ξέρω όμως τι θα μπορούσαν να κάνουν ώστε να αποτρέψουν ένα γκολ μόλις στο 3ο λεπτό, σε ένα ματς που άπαντες όφειλαν να μπουν με το μαχαίρι στα δόντια. Ακόμα και οι πιο άσχετοι με το παρασκηνιακό υπόβαθρο του αγώνα ποδοσφαιριστές, το μόνο που χρειαζόταν να κάνουν ώστε να μπουν στο κλίμα ήταν να διαβάσουν τις δηλώσεις και τα ρεπορτάζ από τη Θεσσαλονίκη τις προηγούμενες μέρες.
Κατά τα λοιπά, απορώ με αυτούς που απορούν κάθε καλοκαίρι σχετικά με τη μεταγραφική τακτική της ομάδας. Λες και είναι η πρώτη φορά που έρχονται παίκτες στα τέλη Αυγούστου ή στις αρχές Σεπτέμβρη ή που άλλοι κάνουν προετοιμασία, άλλοι παίζουν στα φιλικά και άλλοι είναι βασικοί τον Οκτώβριο. Ζούμε σε μια χώρα με αμέτρητες παθογένειες για τις οποίες αποκλειστικά υπεύθυνοι είμαστε εμείς και κάμποσες γενιές πριν από μας. Συνεπώς, θεωρώ εξωπραγματικό το να περιμένουμε ένας ελληνικός αθλητικός οργανισμός να λειτουργεί π.χ. με γερμανικά πρότυπα όταν η έδρα του είναι ο Πειραιάς και όχι το Μόναχο ή η Φρανκφούρτη.
Από την άλλη, υπάρχουν κάποια μικρά πράγματα από τα οποία μπορεί να γίνει μια καλή αρχή. Όπως το να ανακοινώνονται οι διάρκειες των συμβολαίων που υπογράφουν οι νέοι παίκτες ή το καθεστώς απόκτησής τους. Ήρθαν ελεύθεροι; Με αγορά; Με δανεισμό; Προβλέπεται οψιόν αγοράς; Επίσης θα ήταν ιδιαιτέρως χρήσιμη η επίσημη πληροφόρηση σχετικά με τους τραυματισμούς αλλά και τον εκτιμώμενο χρόνο απουσίας ενός παίκτη. Απλές αλλά πολύ σημαντικές πληροφορίες πρωτίστως για τους οπαδούς και ύστερα για τους δημοσιογράφους.
Κάπου μέσα σε όλον αυτόν τον πανικό ανοίγει και η συζήτηση για τους πρωταθλητές Ευρώπης του Συλαϊδόπουλου. Από τις συνεχόμενες παρουσίες τους στα φιλικά φτάσαμε στο άλλο άκρο, αυτό του Amber Alert: με το που μπήκε ο Σεπτέμβριος τους χάσαμε εντελώς από τις αποστολές. Μετά από 5 αγωνιστικές ο μόνος που έχει κάνει ντεμπούτο είναι ο Κωστούλας στο πρώτο ημίχρονο της πρεμιέρας στο Πανθεσσαλικό.
Προσέξτε κάτι εδώ. Η ενσωμάτωση των μικρών στην πρώτη ομάδα είναι κομβικής σημασίας και αποτελεί διαδικασία που πρέπει να εξελιχθεί με τον πιο ομαλό τρόπο. Η παρουσία τους, τουλάχιστον στο πρώτο διάστημα, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως «πολυτέλεια». Αν αυτή η πολυτέλεια φτάσει στο σημείο να θεωρηθεί ανάγκη, το παιχνίδι κινδυνεύει να χαθεί. Δεν μπορείς να φέρεις από τον πάγκο έναν πιτσιρικά όταν ένα ματς πάει να στραβώσει, διότι αυτομάτως δημιουργείς προσδοκίες αλλά και πίεση που δεν του αναλογεί. Αλίμονο αν υπάρχει κάποιος που να το γνωρίζει αυτό καλύτερα από τον Μεντιλίμπαρ, συνεπώς από την πλευρά μου δεν υπάρχει καμία μομφή ως προς τους χειρισμούς του στη συγκεκριμένη υπόθεση.
Και τώρα; Τι γίνεται τώρα;
Στις ιντερνετικές σφυγμομετρήσεις η άποψη «φταίει η διοίκηση/ο Μαρινάκης» συγκεντρώνει ποσοστά Κιμ Γιονγκ Ουν. Συχνά μάλιστα δεν χρειάζεται καν να υπάρχει αντικείμενο φταιξίματος: φταίνε γενικώς. Το καλό/κακό της υπόθεσης είναι ότι δεν μπορείς να πάρεις σοβαρά τον διαδικτυακό όχλο. Από το «Μαρινάκη θεέ, πάρε την ΚΑΕ» μέχρι το «Βαγγέλη πούλα» η απόσταση καλύπτεται σε χρόνο dt με το roller coaster της ερυθρόλευκης παράνοιας.
Εννοείται ότι τα 3/7 πρωταθλήματα δεν έχουν καμία σχέση με τα 17/19 της περιόδου 1997 – 2017. Ποιος όμως δεν θα άλλαζε μερικά πρωτάθλημα για μια ευρωπαϊκή κούπα; Έτσι δεν έλεγαν σχεδόν όλοι για χρόνια, όταν γκρίνιαζαν από την εποχή του Κόκκαλη κιόλας με την επωδό «τι να τα κάνω τα πρωταθλήματα, θέλω πορεία στην Ευρώπη»;
Μόλις λίγους μήνες μετά τον θρίαμβο του Conference League φαίνεται πως η σκέψη της μεγαλύτερης επιτυχίας ελληνικού συλλόγου στην Ευρώπη δεν αρκεί για να κατευνάσει τα πνεύματα. Διότι τι να το κάνεις το ευρωπαϊκό άμα δεν μπορείς να πάρεις ένα πρωτάθλημα; Διαβάζοντας φωναχτά την προηγούμενη πρόταση ελπίζω να αντιλαμβάνεστε κι εσείς τον παραλογισμό.
Ο Ολυμπιακός οφείλει κάθε χρόνο να παλεύει για τον τίτλο του πρωταθλητή και να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί γι’ αυτό. Κάποιες φορές, ενδέχεται το «ό,τι καλύτερο» να μην αποδειχθεί αρκετό διότι απλούστατα δεν παίζει μόνος του. Όποιος όμως νιώθει ότι έχει κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσε, τότε μπορεί να κοιμηθεί λίγο πιο ήσυχα ακόμα κι αν το αποτέλεσμα δεν είναι επιθυμητό.
Στην προκειμένη περίσταση είναι σαφές ότι κάτι έχει εκτιμηθεί λάθος. Επαναλαμβάνω πως για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια το πρόβλημα μοιάζει και ποσοτικό πέρα από συνολικά ποιοτικό. Για να ανατραπεί αυτή η εντύπωση θα πρέπει να μπουν στην εξίσωση κάποιοι από τους πιτσιρικάδες, που όμως εξήγησα πιο πάνω τις δυσκολίες της ιδιαίτερης περίπτωσής τους. Και επειδή δυσκολεύομαι να πιστέψω πως μια διοίκηση με φιλοσοφία τεράστιων ρόστερ και αμέτρητων μεταγραφών κάθε χρόνο ξαφνικά πήγε στο άλλο άκρο, είναι σαφές ότι κάτι μεσολάβησε γι’ αυτή τη μεταστροφή.
Τουλάχιστον για εκείνους που αγαπούν και πονούν πραγματικά την ομάδα, το τελευταίο που έχει σημασία είναι το ποιος φταίει. Ας υποθέσουμε ότι ο Μεντιλίμπαρ είπε ψέματα (άγνωστο γιατί) στις πρόσφατες δηλώσεις του και ότι στην πραγματικότητα ήθελε περισσότερους παίκτες ή/και άλλους από αυτούς που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στη διάθεσή του και ότι τα πάντα είναι ευθύνη της διοίκησης. Δηλαδή του Μαρινάκη. Θα ζητούσατε από τον Μαρινάκη να παραιτηθεί και να έρθει ο επόμενος; Μήπως θα μπαίνατε στον πειρασμό των συλλαλητηρίων όπως κάποιοι άλλοι; Προφανώς όχι, ειδικά από τη στιγμή που αυτός πληρώνει πάντα, όχι μόνο τα δικά του λάθη, αλλά και των υπολοίπων.
Αυτό που μπορεί να γίνει τώρα πριν από οτιδήποτε άλλο είναι μια ειλικρινής κουβέντα μεταξύ προέδρου και προπονητή, με μοναδικό αντικείμενο το αν ο Βάσκος νιώθει ικανός να εγγυηθεί την επιστροφή της αγωνιστικής ηρεμίας στην ομάδα. Χωρίς δημοσιότητα, χωρίς διαρροές, όπως θα μιλούσαν δυο πολύ καλοί φίλοι που εκτιμούν και σέβονται ο ένας τον άλλον. Και ανάλογα με την πορεία της κουβέντας, να παρθούν αποφάσεις για το καλό όλων: της ομάδας αλλά και του προπονητή που κανείς Ολυμπιακός δεν θα ξεχάσει όσο ζει και που θα μνημονεύεται από όλες τις γενιές που θα ακολουθήσουν.
Στην παρούσα φάση, επιμένω ότι το ποιος φταίει δεν έχει καμία σημασία. Έτσι κι αλλιώς, αυτός που την πληρώνει πάντα όταν μια ομάδα δεν πηγαίνει καλά είναι ο προπονητής, ανεξάρτητα από το ποσοστό ευθύνης του. Τη δεδομένη χρονική στιγμή ο Ολυμπιακός έχει στον πάγκο του τον άνθρωπο που πριν από λίγους μήνες τον οδήγησε στη μεγαλύτερη βραδιά της ιστορίας του, αλλά και ολόκληρου του ελληνικού ποδοσφαίρου. Αν ο ίδιος πιστεύει ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί σύντομα, θεωρώ πως δεν έχει νόημα οποιαδήποτε κουβέντα ή υπονοούμενο περί αντικατάστασής του.
Το μόνο σίγουρο είναι πως σοβαρές παρεμβάσεις στο ρόστερ δεν μπορούν να γίνουν στο προσεχές τρίμηνο (με την υποσημείωση ότι το παράθυρο για μεταγραφές ελεύθερων κλείνει στις 30/9). Οπότε ο ρεαλιστικός στόχος είναι να παραμείνεις όσο πιο κοντά στην κορυφή γίνεται μέχρι τότε, κερδίζοντας χρόνο ενόψει των επιβεβλημένων διορθωτικών κινήσεων. Γιατί αν κάτι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι πως με τον συγκεκριμένο αριθμό παικτών η σεζόν δεν βγαίνει μέχρι το τέλος. Εκτός αν εμφανιστούν συμπτώματα… Μπαρτσελόνα, με τους μικρούς να μπαίνουν ο ένας μετά τον άλλον και να κάνουν τη διαφορά όπως συνέβη στο 1-5 επί της Βιγιαρεάλ, όπου αγωνίστηκαν για τους Καταλανούς συνολικά 9 παίκτες κάτω των 20 ετών.
ΥΓ. Νομίζω ότι καθίσταται σαφές πως το κεφάλαιο Europa League περνά σε πολύ κατώτερη μοίρα υπό αυτές τις συνθήκες. Το ξέρω πως ακούγομαι απαισιόδοξος, ωστόσο θεωρώ ότι αυτή είναι η πιο ρεαλιστική προσέγγιση στην παρούσα φάση. Και οι υπόλοιποι εγχώριοι ανταγωνιστές δείχνουν προβληματικοί στο ξεκίνημα, όμως οι προσδοκίες για βελτίωση, ειδικά στον Παναθηναϊκό, είναι σαφώς μεγαλύτερες αφού το υλικό του είναι πάρα πολύ καλό.
Θα έλεγα το ίδιο και για την ΑΕΚ, ωστόσο ο υδροκεφαλισμός που παρατηρείται στο ρόστερ με τους πολλούς ποιοτικούς επιθετικογενείς (υγιείς και μη) και τους συγκριτικά κατώτερους αμυντικογενείς είναι πολύ πιθανό να μην εξισορροπηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα…