Ο Παναθηναϊκός πικράθηκε για ακόμα μια φορά από τον Άγιαξ. Όπως το 1971 στον τελικό του Γουέμπλεϊ. Όπως το 1996 στο σαρωτικό 0-3 του επαναληπτικού στο ΟΑΚΑ. Και όπως το 2016 με τις δυο ήττες στον όμιλο του Europa League.
Η ήττα των Πρασίνων το 1971 είναι ίσως η μοναδική στην παγκόσμια ποδοσφαιρική ιστορία που γιορτάζεται από έναν σύλλογο και μάλιστα με τέτοιο πάθος για περισσότερο από μισό αιώνα. Για να μην πούμε για τον απίθανο παραλογισμό των πανηγυρικών αναφορών στο 0-1 του Άμστερνταμ το 1996, το οποίο ακολουθήθηκε από έναν διασυρμό στη ρεβάνς.
Φανταστείτε δηλαδή να πανηγύριζε ο Ολυμπιακός επειδή νίκησε 2-0 την (πρωταθλήτρια) Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ τη σεζόν 2013/14 στο πρώτο ματς ή να μνημονεύει για χρόνια η Μακάμπι Τελ Αβίβ το 1-4 του Καραϊσκάκη, αδιαφορώντας για το ανεπανάληπτο 1-6 της ρεβάνς.
Ως έναν βαθμό υπάρχει εξήγηση για όλα αυτά. Για μια ομάδα που τα τελευταία 28 χρόνια έχει πάρει μόλις δυο πρωταθλήματα, δηλαδή όσα ο ΠΑΟΚ και η ΑΕΚ από το 2018 μέχρι σήμερα και που, σε αντίθεση με τους προαναφερθέντες το τελευταίο της ήταν στο μακρινό 2010 της περιβόητης «μπουγάδας» του Νικόλα Πατέρα, το να προσπαθεί να πιαστεί από οτιδήποτε είναι εν μέρει κατανοητό. Έστω κι αν αυτό το «οτιδήποτε» αναφέρεται σε ήττες και αποκλεισμούς.
Ακόμα και σε αυτόν τον παραλογισμό όμως υπάρχει ένα όριο. Ή τέλος πάντων θα έπρεπε να υπάρχει ένα όριο. Οι περιβόητοι «εορτασμοί» για την ήττα στο Γουέμπλεϊ έχουν ενταθεί στα χρόνια της πράσινης φτώχειας που ξεκίνησαν το 1996 και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Σε σημείο που να θεωρούνται έως και φυσιολογικοί μετά από τόσο πες-πες και γράψε-γράψε. Οι αναφορές όμως στο «έπος του Άμστερνταμ» δεν έχουν καμία λογική. Οι μόνες μέρες στις οποίες είχαν λογική ήταν αυτές που μεσολάβησαν μέχρι τον επαναληπτικό, εκεί όπου ο Άγιαξ έσπασε την αδιανόητη γκίνια του πρώτου αγώνα. Να αυτοαποθεώνεσαι για μια νίκη που δυο εβδομάδες μετά οδήγησε σε ταπεινωτικό αποκλεισμό, μόνο στον πλανήτη του Παναθηναϊκού.
Το γαρ πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνη όπως πρωτοδιατύπωσε ο Καισάριος Δαπόντες. Αυτή η θλίψη έγινε τόσο μεγάλη, σε σημείο που γέννησε ένα τέρας παραφροσύνης. Κάπως έτσι φτάσαμε στα τωρινά. Ο χειρότερος Άγιαξ των τελευταίων δεκαετιών (και ένας από τους πιο κακούς τα τελευταία 60 χρόνια) απέκλεισε τον Παναθηναϊκό στα πέναλτι. Το μέγεθος της παραφροσύνης είναι πλέον τόσο αχανές ώστε ελλείψει άλλης αφορμής, ο οργανισμός του ΠΑΟ και τα προσκείμενα σε αυτόν δημοσιογραφικά «μετερίζια» εμφανίζουν ως επιτυχία το ότι ο αποκλεισμός ήρθε στα πέναλτι.
Μισό λεπτό όμως. Επειδή τούτη εδώ η στήλη δεν λέει ποτέ λόγια του αέρα, έχω την υποχρέωση να τεκμηριώσω τους παραπάνω χαρακτηρισμούς. Στην Eredivisie που ολοκληρώθηκε τον περασμένο Μάιο ο Άγιαξ τερμάτισε 5ος, θέση που συνιστά τη χειρότερη στον 21ο αιώνα. Το συνολικά χειρότερο βαθμολογικό πλασάρισμα του Αίαντα μετά τη 13η θέση του 1964/65 ήταν η 6η της σεζόν 1998/99. Μόνο που τότε ο Άγιαξ συγκέντρωσε 27 βαθμούς λιγότερους από την πρωταθλήτρια Φέγενορντ και μόλις 8 λιγότερους από τη δεύτερη Βίλεμ.
Στο περυσινό πρωτάθλημα ο Άγιαξ συγκέντρωσε 56 βαθμούς, τους λιγότερους στην ιστορία του με βαθμολογικό σύστημα 3-1-0 και αναλογικά οι λιγότεροι από το 1965. Το ίδιο ισχύει και για τις νίκες του: οι 15 σε 34 αγωνιστικές είναι οι λιγότερες εδώ και 6 δεκαετίες, ενώ για τη διαφορά με τους από πάνω δεν τίθεται καν ζήτημα. Από την πρωταθλήτρια Αϊντχόφεν η διαφορά ήταν στους 35 βαθμούς ενώ από τη δεύτερη Φέγενορντ στους 28. Όσο για το παθητικό των 61 τερμάτων δεν υπάρχουν πολλά να πεις, αφού πρόκειται για τη δεύτερη χειρότερη επίδοση όλων των εποχών, πίσω μόνο από τα 63 του 1959.
Δεν είναι όμως μονάχα αριθμητικό και στατιστικό το ζήτημα. Η αγωνιστική εικόνα του σημερινού Άγιαξ θυμίζει μικρομεσαία ομάδα που μπαίνει στα ματς με βασικό στόχο να μη χάσει και μετά ό,τι ήθελε προκύψει. Φαίνεται πως τα περυσινά χάλια οδήγησαν τους ανθρώπους του συλλόγου στην πρόσληψη του Φαριόλι, ενός προπονητή που εντυπωσίασε με το… αντιποδόσφαιρο που έπαιξε πέρυσι στη Νις (καλύτερη άμυνα της Ligue 1 αλλά και 6η χειρότερη επίθεση, πίσω ακόμα από εκείνη της προτελευταίας Λοριάν).
Από τότε που ο Άγιαξ άρχισε να γίνεται γνωστός στην Ευρώπη, στα χρόνια του Ρίνους Μίχελς δηλαδή, δεν πρέπει να υπάρχει άνθρωπος που να θυμάται τόσο παθητική προσέγγιση. Στο ΟΑΚΑ οι Ολλανδοί γύρισαν πίσω μετά το 0-1, ενώ το ίδιο ακριβώς έκαναν και στην πρεμιέρα με τη Χέρενφεν μέσα την έδρα τους. Άνοιξαν το σκορ στο τέλος του ημιχρόνου και ξόδεψαν όλο το β’ πίσω από την μπάλα, αφήνοντας τους φιλοξενούμενους να κάνουν το παιχνίδι τους. Τελικά κράτησαν το 1-0 με καρδιοχτύπι μέχρι την εκπνοή.
Κάπως έτσι προσέγγισε ο Φαριόλι και το παιχνίδι με τον Παναθηναϊκό. Για μεγάλο χρονικό διάστημα περίμενε τους Πράσινους, ενώ δεν είναι τυχαίο πως ακόμα και με μικρή διαφορά η κατοχή ήταν υπέρ των Πρασίνων. Πίσω από αυτήν την παθητική προσέγγιση του «να μη φάμε γκολ και κάτι θα γίνει» ίσως να κρύβεται και η ανασφάλεια της έλλειψης ποιοτικών ποδοσφαιριστών αλλά και παικτών με προσωπικότητα. Όταν ο βασικός σου φορ γράφει ιστορία ως ένας από τους ελάχιστους παίκτες (μην είναι και ο μοναδικός!) που χάνουν δυο πέναλτι στην ίδια διαδικασία, δεν χρειάζεται να πεις κάτι παραπάνω. Μιλάμε για τον Άγιαξ που έχει αναδείξει μερικούς από τους μεγαλύτερους φορ όλων των εποχών…
Είπαμε λοιπόν για τα στατιστικά του Άγιαξ, είπαμε και για την αγωνιστική προσέγγιση που δεν θυμίζει σε τίποτε την επιθετική φιλοσοφία που έκανε τον σύλλογο παράδειγμα σε ολόκληρο τον κόσμο και μια από τις πιο αγαπητές ομάδες διαχρονικά. Και όμως, ακόμα και αυτός ο τραγικός (για τα δεδομένα του) Άγιαξ είχε ένα παραπάνω xGoal από τον «φοβερό και τρομερό Παναθηναϊκό» όπως τον παρουσιάζουν κάποιοι από το βράδυ της Πέμπτης. Οι Ολλανδοί είχαν 2,44 xGoals και οι Πράσινοι 1,42. Δηλαδή ήταν σαφώς κατώτερη η ομάδα του Ντιέγκο Αλόνσο, πέρα από σούπερ τυχερή στις δυο απίθανες φάσεις των δοκαριών αλλά και στις αμέτρητες καραμπόλες που έφεραν το 0-1.
Τώρα, αν μετά από όλα αυτά υπάρχει σκεπτόμενος και έχων σώας τας φρένας άνθρωπος που να θεωρεί ότι ο αποκλεισμός του Παναθηναϊκού συνιστά αφορμή για πανηγυρισμούς, σημαίνει ότι τα σανοπωλεία που αυτοαποκαλούνται Μέσα Ενημέρωσης κάνουν καλή δουλειά…