33.3 C
Athens

Αυτά που πέρασαν κι αυτά που έρχονται (μέρος 1ο): Η αλυσιδωτή αντίδραση μιας αναπάντεχης απουσίας και η κακή αξιολόγηση μιας επικείμενης απειλής

Ο Γιώργος Χαλάς αναλύει σε ένα διπλό ΕΥΘΕΩΣ γιατί έγιναν όσα έγιναν στην μπασκετική σεζόν που πέρασε, καθώς και την επόμενη μέρα του πληγωμένου αλλά και αποφασισμένου για επιστροφή Ολυμπιακού εν μέσω ακραίας τοξικότητας και αθέμιτου ανταγωνισμού

Παρασκευή 7 Ιουνίου, λίγη ώρα πριν τα μεσάνυχτα. Η ερυθρόλευκη πλευρά των σόσιαλ παραληρεί για το 2-0, την ώρα που η πράσινη είναι εξαφανισμένη αδυνατώντας να πιστέψει πώς το διαφαινόμενο πανηγυρικό πρωτάθλημα (με σκούπες και 35άρες όπως ονειρεύονταν κάποιοι) είναι πια σχεδόν χαμένο.

Ο Ολυμπιακός είχε βάλει 181 πόντους στους δυο πρώτους τελικούς, ο Μπαρτζώκας ήταν σκακιστής, οι Αγγελόπουλοι θρυλικοί μάγκες και το ρόστερ – παρότι κουτσουρεμένο στους ψηλούς αφού ο Μιλουτίνοφ έμεινε μόνος – επαρκέστατο για να φέρει έναν εκ των πραγμάτων απίθανο τίτλο στο ΣΕΦ. Τον τρίτο της σεζόν και 8ο συνολικά από το 2021 και την επιστροφή στις εγχώριες διοργανώσεις.

Ακριβώς το ίδιο βράδυ ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος έκανε χυδαιότατη επίθεση στη Βάσω Τσαρούχα, ενώ νωρίτερα είχαν στοχοποιηθεί ο… Coffee Legend Ηλίας Καρπάνος αλλά και η σύζυγός του. Και πες εντάξει, αυτοί που δεν ξέρουν και που ο εγκέφαλός τους έχει υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη από τις αναθυμιάσεις των δημοσιογραφικών υπονόμων μπορεί να πείστηκαν ότι ο Πατρινός ρέφερι μεγάλωσε με αφίσες του Ντέιβιντ Ρίβερς στο δωμάτιό του. Αυτοί που ξέρουν όμως έβαλαν τα γέλια ακόμα και στον υπαινιγμό ότι Καρπάνος είναι/ήταν οπαδός του Ολυμπιακού…

Παρασκευή 14 Ιούνιου, επίσης λίγο πριν τα μεσάνυχτα. Η σοβαρή «υποψία» που είχε δημιουργηθεί δυο 24ωρα νωρίτερα (μετά το Game 4 δηλαδή) πως ο Μπαρτζώκας «δεν κάνει», το ρόστερ είναι για πέταμα και οι Αγγελόπουλοι «φταίνε για όλα», επιβεβαιώθηκε. Το πώς φτάσαμε από τη θριαμβολογία του 2-0 στην ισοπέδωση του 2-3 δεν θέλει πολλή σκέψη. Και σίγουρα ελάχιστους απασχολεί το γιατί.

Ότι ο Ολυμπιακός των 10 ξένων θα είχε πρόβλημα ενόψει τελικών Basket League ήταν κάτι που είχα επισημάνει πριν από πολλούς μήνες, αν και αυτονόητο επί της ουσίας. Μπορεί οι Σίκμα και Μπραζντέικις να μη δυσκόλεψαν καθόλου τον Γιώργο Μπαρτζώκα, ωστόσο η τελική απόφαση για το αν θα κοβόταν ο Μιλουτίνοφ ή ο Μόουζες Ράιτ δεν ήταν καθόλου εύκολη. Και πάλι όμως, θα περίσσευε ένας ακόμη. Ποιος θα ήταν ο 7ος; Ο Σακίλ ΜακΚίσικ ή ο Αϊζέια Κάνααν;

Ο ΜακΚίσικ ήταν εξαιρετικός στο break, ο Κάνααν κομβικός στο 2-0. Παρότι και οι δυο ήταν συνολικά κατώτεροι των προσδοκιών σε ολόκληρη τη σειρά, θα υπήρχε σίγουρα ένα μεγάλο ερωτηματικό για το πώς θα έβγαινε ποσοτικά το πράγμα χωρίς έναν από τους δυο σε κάθε ματς. Ειδικά από τη στιγμή που Ναζ ΜήτρουΛονγκ και Λούντζης έπαιξαν 29 δευτερόλεπτα στους τελικούς. Και οι δυο μαζί. Τελικά ανέλαβε η κακοδαιμονία να βγάλει τον Μπαρτζώκα από τη δύσκολη θέση. Κάταγμα ο Φαλ και αντίο πλεονέκτημα στο «5», τη μοναδική θέση στην οποία ο Ολυμπιακός υπερτερούσε καθαρά έναντι του ΠΑΟ, έστω και με τον Ράιτ εκτός λίστας.

Στα δυο πρώτα ματς της σειράς ο Ολυμπιακός ήταν πειστικά ανώτερος και αδικήθηκε από την τελική διαφορά. Στο Game 3 πήρε γρήγορα το «μήνυμα» με τα απανωτά φάουλ στο πρώτο δίλεπτο, αλλά κι εκεί κατάφερε να βγάλει την ψυχή του Παναθηναϊκού (και της τριάδας που είχε χλομιάσει από την ερυθρόλευκη επιστροφή).

Το μόνο παιχνίδι στο οποίο οι Ερυθρόλευκοι φάνηκαν κατώτεροι των αντιπάλων τους ήταν το 4ο. Ακόμα κι εκεί όμως, το μόνο που χρειαζόταν ήταν λίγο λιγότερο τρέμουλο στις βολές. Για την οικονομία της κουβέντας και για να μη χαλάω παραπάνω τις καρδιές των φανατικών αναγνωστών μου από την απέναντι πλευρά (είναι πάρα πολλοί και τους ευχαριστώ), ας πούμε ότι η διαιτησία έπαιξε έδρα, έστω και χωρίς την πρόθεση να αλλοιώσει το αποτέλεσμα όπως αποδείχθηκε.

Ο 5ος τελικός έμοιαζε χαμένος από χέρι. Και τέτοιος ακριβώς αποδείχθηκε. Μπορεί οι παίκτες του Μπαρτζώκα να έχασαν πανεύκολα το +11 της πρώτης περιόδου και να πήγαν στο ημίχρονο με -9, εντούτοις στην 3η περίοδο ήταν συγκλονιστικοί. Όπως συγκλονιστική ήταν και η προσπάθεια του Καρπάνου και του Πουρσανίδη να μην αφήσουν κανένα περιθώριο στον Ολυμπιακό.

Από την ώρα που οι Πειραιώτες πέρασαν μπροστά, οι τυφλοί είδαν και οι μουγκοί μίλησαν. Καθαρά επιθετικά φάουλ με βολές για τον Ολυμπιακό έγιναν καλάθια σε βάρος του, αν και το πραγματικό αριστούργημα ήταν οι 3 βολές στον Σλούκα, ο οποίος πρώτα έσπρωξε καθαρά τον Πίτερς με τον αγκώνα του και στη συνέχεια έκανε ότι σουτάρει. Σφυρίγματα σαν κι αυτό χρησιμεύουν ως υπενθύμιση πως δεν θα είναι καθόλου απλή υπόθεση το να φύγεις νικητής.

Όλα αυτά υπό το διόλου διακριτικό βλέμμα του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, ο οποίος έβαλε τις φωνές κάμποσες φορές στους διαιτητές εξ αποστάσεως, ενώ καταγράφηκε στο φύλλο αγώνα και η εξύβρισή τους μετά το τέλος του ματς. Όλα αυτά ενώ ήταν ήδη τιμωρημένος, έστω και με το «χάδι» των τριών (καλοκαιρινών) μηνών…

Για να τα λέμε όλα, οι μισοί από αυτούς που αγωνίστηκαν ήταν εκτός τόπου και χρόνου. Όταν μάλιστα παίρνεις μόλις 4 πόντους από τους βασικούς σου γκαρντ, είναι πραγματικά απίστευτο το ότι ως ομάδα ήσουν τόσο ανταγωνιστική που χρειάστηκε να μπει σε λειτουργία η γκρι πριονοκορδέλα σε κρίσιμες στιγμές. Και δεν θα μάθουμε ποτέ τι άλλο θα γινόταν αν ο Γκος ευστοχούσε σε ένα θεωρητικά εύκολο αμαρκάριστο σουτ από τα 4 μέτρα. Ή αν έστω έβαζε την μπάλα στο παρκέ σε ένα λάθος που θα ήταν ασυγχώρητο ακόμα και σε πρωτάθλημα παμπαίδων.

Υπάρχει λόγος που ο Ολυμπιακός νίκησε (και φέτος) δυο φορές τον Παναθηναϊκό στην Ευρωλίγκα και έχασε έξι στο πρωτάθλημα (πέρα από τις 4 νίκες σε Super Cup, τελικό κυπέλλου και τελικούς). Ο λόγος αυτός εντοπίζεται ασφαλώς στο περασμένο καλοκαίρι. Οι Ερυθρόλευκοι έχασαν δυο σημαντικά ελληνικά διαβατήρια στο «1» και το «4» και ο ΠΑΟ βρήκε δυο, ακριβώς στις ίδιες θέσεις. Πέραν του Σλούκα προέκυψε και Μήτογλου, ο οποίος με αιτιολογία που επισήμως δεν μάθαμε ποτέ και που πολύ θα ήθελα να μας εξηγήσει κάποιος αρμόδιος, επέστρεψε σε χρόνο-ρεκόρ από την τιμωρία των 32 μηνών για ντόπινγκ.

Σε αυτή την εξέλιξη οι Πειραιώτες ήταν αδύνατον να βρουν αντίδοτο αφού δεν υπήρχε κανένας διαθέσιμος Έλληνας υψηλού επιπέδου στην αγορά. Η περίπτωση του Ναζ φαινόταν να λύνει κάποια προβλήματα, ωστόσο στο παρκέ δεν αποδείχθηκε κάτι τέτοιο παρά τις αρχικές προσδοκίες.

Και για να το πάμε και πιο μακριά το πράγμα, ακόμα κι αν στη θέση του Μπραζντέικις ήταν ο Μάικ Τζέιμς, το ποσοτικό πρόβλημα στα γκαρντ θα παρέμενε (μιλάμε πάντα για τους τελικούς): πέραν του Ράιτ και του Σίκμα, ο Μπαρτζώκας θα έπρεπε να κόψει και τον Κάνααν και τον ΜακΚίσικ στους τελικούς, αν βεβαίως ο Φαλ ήταν υγιής και διαθέσιμος. Ποιοτικά προφανώς δεν υφίσταται σύγκριση, αλλά επιμένω πως με τρία γκαρντ πολύ δύσκολα θα έβγαινε μια τόσο εξοντωτική σειρά, από τη στιγμή που Λούντζης και Ναζ ήταν στην πραγματικότητα εκτός πλάνων.

Παρένθεση. Υπήρξε και η σκέψη να δηλωθούν όλοι οι ψηλοί στη λίστα, αφήνοντας τον Κάνααν εκτός 7άδας και κόβοντας ένα 5άρι σε κάθε ματς. Μια τέτοια επιλογή όμως θα έμοιαζε με τεράστιο ρίσκο (για τον λόγο που προανέφερα), πέρα από το ότι θα φαινόταν ακατανόητη στον περισσότερο κόσμο. Ποιος να το ήξερε ότι αν είχε προχωρήσει αυτή η ιδέα, ο εμπνευστής της ενδεχομένως να αποθεωνόταν αφού ο Ολυμπιακός δεν θα χρειαζόταν να βγάλει μια άκρως επίπονη σειρά 5 αγώνων με τον Μιλουτίνοφ μοναδικό καθαρόαιμο 5άρι.

Η δικαίωση της αναβάθμισης Πίτερς και η απογοήτευση με Μπραζντέικις και Σίκμα

Πίσω από την επιλογή του Λουκ Σίκμα υπήρχε μια συγκεκριμένη λογική, με την υποσημείωση ότι προοριζόταν εξαρχής για μπακ απ του Άλεκ Πίτερς και όχι για αντι-Βεζένκοφ όπως έγραφαν κάποιοι. Δεν μπορώ να πω ότι την ενστερνίστηκα αυτή τη λογική, παρότι μπορούσα να κατανοήσω το σκεπτικό. Σε περίπτωση που το θυμάστε, ο Αμερικανός ήταν ο μοναδικός παίκτης που «έκαψα» από τον Δεκέμβριο. Τεσσάρι που αποδεικνύεται ότι εκτός από σουτ δεν διαθέτει ούτε τη μίνιμουμ αθλητικότητα, δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να σταθεί στο επίπεδο του Ολυμπιακού. Και δεν στάθηκε.

Ακόμα πιο κατανοητή η επιλογή του Μπραζντέικις, ειδικά στο τάιμινγκ που έγινε κι ενώ υπήρχε ανασφάλεια σχετικά με την περίπτωση του ΜακΚίσικ. Τόσο με τη Ζαλγκίρις όσο και με την εθνική στο Μουντομπάσκετ, ο Λιθουανός έπειθε ότι θα μπορεί να δώσει λύσεις στο «2» και στο «3» είτε με προσωπικές ενέργειες είτε με αξιοπρεπές σουτ από μακριά. Ποιος να φανταζόταν ότι με το που πατούσε στο ΣΕΦ θα ξεχνούσε το μπάσκετ και δεν θα μπορούσε να βάλει ούτε λέι απ.

Εκ των πραγμάτων οι συγκεκριμένες μεταγραφές αποδείχθηκαν απογοητευτικές πάνω στο παρκέ. Το παράδοξο είναι πως εκείνη με το φαινομενικά μικρότερο ρίσκο (είπαμε, οι εξαιρετικές εικόνες που είχαμε από τον Μπραζντέικις ήταν φρεσκότατες) πήρε τον μακράν χειρότερο βαθμό, αν αναλογιστούμε πως ο Σίκμα είχε κάποιες εκλάμψεις όπως εκείνη στο break της Βαρκελώνης.

Από την άλλη, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε στον Μπαρτζώκα ότι η απόφαση αναβάθμισης του Πίτερς τον δικαίωσε απόλυτα. Ο Αμερικανός ήταν σπουδαίος σε πάρα πολλά ματς, έστω κι αν κάποιες από τις καλύτερες εμφανίσεις του στο τελευταίο κομμάτι της σεζόν προέκυψαν σε ήττες. Όπως στον ημιτελικό με τη Ρεάλ, στο 1-1 της Βαρκελώνης και βέβαια στο Game 5 του ΟΑΚΑ όπου ήταν καταπληκτικός.

Δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος πιο αποτελεσματικό αντι-Βεζένκοφ (ειδικά στο επιθετικό σκέλος) και σίγουρα δεν συγκρίνεται καν με την μπανανόφλουδα που παραλίγο να πατήσει ο Ολυμπιακός με τον Μίροτιτς. Διότι μπορεί η τεράστια κλάση του Μαυροβούνιου να μην αμφισβητείται, το ίδιο όμως ισχύει και για την ευπάθειά του σε τραυματισμούς που έγινε αιτία να χάσει 13 από τα 34 ματς της σεζόν στη Euroleague. Απέναντι στο ένα και μοναδικό του Πίτερς (14η αγωνιστική με τη Βαλένθια κι αυτό λόγω άδειας για τη γέννηση της κόρης του), η διαφορά είναι χαοτική.

Όταν πια έκλεισε η πεντάδα των ψηλών με την προγραμματισμένη απόκτηση του Φίλιπ Πετρούσεφ, ο Ολυμπιακός της Euroleague είχε πλέον ισορροπία στις περισσότερες θέσεις και το μόνο που χρειαζόταν ήταν υγεία και λίγη τύχη. Δυστυχώς, ούτε το ένα στοιχείο βρέθηκε, ούτε το άλλο. Ο τίτλος της ερυθρόλευκης σεζόν θα μπορούσε να συνοψίζεται στο «από το δόξα τω θεώ στο βόηθα Παναγιά», αφού στα τέλη Ιανουαρίου τραυματίστηκαν με διαφορά λίγων ημερών Μουσταφά και Μιλουτίνοφ.

Η αστραπιαία κίνηση με τον Μόουζες Ράιτ μάλλον δεν έτυχε της δέουσας αναγνώρισης. Όχι ως προς τη συνεισφορά του Μωυσή, αλλά ως προς το δείγμα αντίδρασης του οργανισμού: από εκεί που ο Ολυμπιακός φάνηκε να τελειώνει οριστικά, ξαφνικά βρέθηκε με ένα απίθανο σερί νικών να διεκδικεί το πλεονέκτημα έδρας. Ο Αμερικανός δεν ήρθε μόνος του, κάποιοι τον επέλεξαν και κάποιοι τον πλήρωσαν για να έρθει. Και επειδή χώθηκε η Βαλένθια με προσφορά 60 χιλιάδων τον μήνα την τελευταία στιγμή, οι Αγγελόπουλοι ανέβηκαν στα 70 προκειμένου να τον φέρουν άμεσα αφού και οι ίδιοι είχαν πειστεί για την προοπτική του.

Μέχρι πριν λίγες μέρες θεωρούσα αυτονόητο τον τεράστιο αντίκτυπο της απουσίας του Φαλ από τους τελικούς. Αναθεώρησα ωστόσο, διαβάζοντας από πολλούς ότι «δεν μας έλειψε ο Φαλ αλλά ένας ακόμη αξιόπιστος σκόρερ πέραν του Πίτερς». Ένας χαρισματικός closer τέλος πάντων, που θα έπαιρνε την ευθύνη στα τελευταία λεπτά.

Προφανώς τέτοιος παίκτης – ένας κλασικός finisher ή έστω κάποιος με την ικανότητα να πάει αποφασιστικά προς το αντίπαλο καλάθι – δεν υπήρξε στο ερυθρόλευκο ρόστερ φέτος. Από τη στιγμή που δεν υπήρξε λοιπόν, δεν γίνεται να τον αναπολείς ενόψει τελικών. Σε αντίθεση με έναν παίκτη που τον έχεις ήδη στη διάθεσή σου και που έχει ξεκάθαρη επιρροή στο παιχνίδι σου. Είμαι από τους πρώτους που έχουν επισημάνει τα κουσούρια του Μουσταφά και που εκνευρίζονται όταν τον βλέπουν να κάνει… σέντρες προς τα έξω ενώ βρίσκεται κάτω από το καλάθι με κοντύτερους αντιπάλους. Ωστόσο δεν μπορώ να παραγνωρίσω τη συνολική σημασία της παρουσίας του.

Ο Ολυμπιακός σκόραρε κατά μέσο όρο 85 πόντους στους τελικούς. Το συνολικό σκορ λοιπόν δεν του έλειψε σε καμία περίπτωση. Αυτό που του έλειψε πραγματικά ήταν ένα σκιάχτρο στη ρακέτα. Στο καθοριστικό Game 4 ο Ναν παίρνει σερί ατομικές προσπάθειες στο τελευταίο δεκάλεπτο βάζοντας πέντε δίποντα (και ένα τρίποντο). Οι περισσότερες εξ αυτών είναι μέσα στη ρακέτα και κατά κανόνα κοντά στον Μιλουτίνοφ.

Κάτι αντίστοιχο έκανε και ο Σλούκας στο πρώτο ημίχρονο στον 5ο τελικό, πηγαίνοντας διαρκώς σε μπούκες χωρίς να υπάρχει δραστική αμυντική λύση. Ότι ήταν το κορυφαίο ημίχρονο της καριέρας του δεν τίθεται αμφιβολία. Το στοιχείο βεβαίως που προκάλεσε πραγματικά μεγάλη εντύπωση είναι η ενέργεια που έβγαλε για 11 συνεχόμενα λεπτά, το διάστημα δηλαδή στο οποίο πέτυχε τον εξωπραγματικό αριθμό των 25 πόντων.

Μέχρι και πριν λίγο καιρό, 9/10 διεισδύσεις του Σλούκα κατέληγαν σε πάσα προς τα έξω. Δεν γίνεται λοιπόν να μην εντυπωσιάζεσαι βλέποντας έναν 34χρονο παίκτη που πάντοτε απέφευγε όπως ο διάολος το λιβάνι τις επαφές, να κάνει στο τελευταίο ματς μιας επίπονης σεζόν πράγματα που δεν τα έκανε ούτε στα 25. Όπως τα απίθανα πατήματά του κοντά στο καλάθι που θύμιζαν… Γκάλη στα καλύτερά του ή το αδιανόητο φαινόμενο να επιδιώκει την επαφή στην επίθεση και να βάζει δυνατά το σώμα του σε κάθε άμυνα, στοιχείο για το οποίο ουδέποτε διακρινόταν.

Ακόμα κι αν ο Φαλ τελείωνε τα ματς άποντος, ακόμα κι αν δεν είχε την παραμικρή συνεισφορά στη δημιουργία του παιχνιδιού (πράγμα δυσκολότατο), η παρουσία του στην άμυνα θα ήταν αρκετή για να προκαλέσει συμφόρηση στην ερυθρόλευκη ρακέτα. Κυρίως όμως, θα επέτρεπε και στον Μιλουτίνοφ να παίρνει βαθιές ανάσες και να παίζει κανονική άμυνα και όχι απλώς να επιτηρεί/παρενοχλεί όποιον πλησίαζε απειλητικά κοντά του.

Η αλυσιδωτή αντίδραση μιας αναπάντεχης απουσίας

Πέρα από την έξτρα κόπωση με την οποία επιβαρύνθηκε ο Σέρβος, πολλοί φαίνεται να μη λαμβάνουν υπόψη τους το γεγονός ότι αδυνατούσε να γίνει aggresive στην άμυνα, γνωρίζοντας ότι θα πρέπει να παίξει τουλάχιστον 30 λεπτά απέναντι σε έναν τύπο με τα διαρκή σπρωξίματα αλλά και την «ασυλία» του Ματίας Λεσόρ. Κάτι βεβαίως που δεν θα συνέβαινε αν ο Φαλ ήταν διαθέσιμος ή αν έστω υπήρχε η δυνατότητα βάσει κανονισμών να αντικατασταθεί εκτάκτως ο Γάλλος από τον Ράιτ στη λίστα των 7 ξένων.

Και τι σχέση έχουν όλα αυτά με την απουσία finisher και το επιθετικό μπλοκάρισμα των τελευταίων λεπτών, θα αναρωτηθεί κάποιος. Όταν ένα ματς μπαίνει στα τελευταία λεπτά του, κάθε κατοχή μετράει. Σε εκείνο το σημείο τα μακρινά σουτ λιγοστεύουν και οι ομάδες προσπαθούν να σιγουρέψουν κατοχές και τελειώματα. Από τη στιγμή που ο ένας και μοναδικός σέντερ σου τα έχει φτύσει (όπως ο Μιλουτίνοφ στο Game 4), η ρακέτα σου γίνεται κέντρο διερχομένων.

Αν σε αυτό το κρίσιμο σημείο δέχεσαι εύκολα καλάθια σχεδόν σε κάθε άμυνα, η ψυχολογία σου καταρρακώνεται και κάθε επόμενη επίθεσή σου φορτώνεται με επιπλέον άγχος. Δεν είναι να απορείς λοιπόν που η αδυναμία του Ολυμπιακού να κλείσει τη ρακέτα στον Ναν, συνοδεύτηκε από ένα διάστημα πεντέμισι λεπτών χωρίς καλάθι εντός παιδιάς στην 4η περίοδο του Game 4.

Κάτι που δεν συνέβη βεβαίως στον 5ο τελικό, αφού ο ΠΑΟ ήταν αυτός που μπλόκαρε επιθετικά (με την εντολή για παγίδες στον Ναν που θεωρήθηκε δεδομένο ότι θα επιδιώξει πολλές ατομικές προσπάθειες) και οι Ερυθρόλευκοι εκείνοι που έβρισκαν καλάθια και έφτασαν από το -9 του 36′ στο -1 του 39′. Είχε όμως έρθει νωρίτερα το κακό με τους 25 πόντους του Σλούκα.

Το τάιμ άουτ στα 5:27 πριν το τέλος του ημιχρόνου πάρθηκε ώστε να εξηγήσει ο Μπαρτζώκας στους παίκτες του πως έπρεπε να αμυνθούν απέναντί του. Και με το που βγήκαν ξανά στο παρκέ έφαγαν άλλους 11. Χρειάστηκε να μεσολαβήσει το ημίχρονο μέχρι να σταματήσει η αιμορραγία και να μείνει ο Σλούκας με ένα καλάθι και δυο βολές-δώρο (από το περιβόητο «φάουλ» του Πίτερς) στο δεύτερο 20λεπτο.

Η καθοριστική απουσία του Φαλ είχε σοβαρό αντίκτυπο και στον Φίλιπ Πετρούσεφ. Επί της ουσίας αχρήστεψε το μπακ απ του Πίτερς, αφού ο Σέρβος χρησιμοποιήθηκε κυρίως στο «5» ώστε να δίνει ανάσες στον συμπατριώτη του. Πέρα από την έξτρα επιβάρυνση του Πίτερς δηλαδή, ο Μπαρτζώκας έχασε και μια επιπλέον απάντηση στους Μήτογλου και Χουάντσο. Στο πιο μεγάλο ματς της χρονιάς, ο Πετρούσεφ χρεώθηκε με 4 φάουλ σε μόλις 5′ συμμετοχής (παίζοντας αποκλειστικά ως σέντερ) και κάπως έτσι ο Παναθηναϊκός πήρε 15 ριμπάουντ από τα τεσσάρια του, ενώ ο Ολυμπιακός μόλις 4 στα 36 λεπτά του εξαιρετικού επιθετικά Πίτερς. Τομέας στον οποίο πηγαίνει εξαιρετικά ο Φίλιπ όταν αγωνίζεται στο «4».

Τώρα που θεωρώ ότι έγινε πλήρως κατανοητό το μέγεθος της αλυσιδωτής αντίδρασης που προκάλεσε η απουσία του Μουσταφά, μπορώ ευκολότερα να εκφράσω την έκπληξή μου για το πώς εξελίχθηκαν οι τελικοί. Το να φτάνεις το πρωτάθλημα σε ένα σουτ υπό αυτές τις συνθήκες και μάλιστα με διαιτησία εχθρική όπως αυτή του 5ου τελικού (για εκείνη του 3ου δεν υπάρχουν λόγια) απέναντι στον κατά τεκμήριο καλύτερο και μακράν πιο επιτυχημένο Παναθηναϊκό των τελευταίων 13 χρόνων, είμαι βέβαιος πως δεν συνιστά λόγο ισοπέδωσης.

Βάζω κάτω λοιπόν όλα τα παραπάνω, αλλά και το γεγονός πως αυτή ήταν η πρώτη κούπα που πανηγύρισε ο ΠΑΟ σε βάρος του Ολυμπιακού από το 2018 και ομολογώ πως δεν μου προκύπτουν «ντροπές» και άλλα τέτοια που ακούστηκαν. Ας μου πει εξηγήσει και μένα κάποιος γιατί είναι «ντροπή» να χάνεις ένα πρωτάθλημα σε ένα σουτ, όταν προέρχεσαι από 7 σερί τίτλους επί των Πρασίνων και ταυτόχρονα βιώνεις την πιο γκαντέμικη σεζόν σου στον 21ο αιώνα. Χώρια τα τρία σερί φάιναλ φορ που πιστοποιούν ότι είσαι σταθερά στην ευρωπαϊκή ελίτ την τελευταία τριετία.

Και πάνω απ’ όλα όταν πρόκειται για την ίδια ομάδα που λίγο καιρό πριν είχε ρεκόρ 18-1 απέναντι στον Παναθηναϊκό, το οποίο θα ήταν 18-0 αν δεν υπήρχαν οι Τηγάνηδες του περυσινού 2ου τελικού. Ακόμα και στην εποχή του Κορυδαλλού ο Ολυμπιακός έβρισκε τρόπους να νικά τον ΠΑΟ, οπότε κανείς δεν μπορεί να απαξιώσει το ιστορικό σερί που μεγαλύτερό του μεταξύ αιωνίων μονάχα στο πόλο συναντάται. Μόνο υπάλληλοι γνωστού σάιτ θα επιχειρούσαν κάτι τέτοιο, για λόγους που είναι προφανείς ακόμα και στον αφελέστερο οπαδό…

Η κακή αξιολόγηση μιας απειλής που ερχόταν

«Δηλαδή όλα έγιναν καλά και δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα;» είναι η ερώτηση που δέχομαι, κάποιες φορές με δόση ειρωνείας. Νομίζω ότι η απάντηση είναι προφανής εκ του αποτελέσματος. Αν όλα είχαν γίνει «καλά», ο Ολυμπιακός θα ήταν πρωταθλητής Ελλάδας και Ευρώπης και όχι ο αιώνιος αντίπαλός του. Άρα, είναι αυταπόδεικτο ότι δεν έγιναν όλα καλά. Το ίδιο ακριβώς θα σας έλεγα και στην περίπτωση που είχε γίνει η υπέρβαση με την κατάκτηση του πρωταθλήματος, διότι περί τέτοιας θα επρόκειτο βάσει όλων όσων ανέλυσα πιο πάνω. Θα ήταν επιτυχία, αλλά και πάλι θα υπήρχαν κάμποσα πράγματα προς επιδιόρθωση.

Για να φτάσουμε σε μια ρεαλιστική προσέγγιση σχετικά με το τι θα μπορούσε να έχει γίνει καλύτερα, θα πρέπει να πάμε πίσω στο καλοκαίρι του 2023. Μπορώ με βεβαιότητα πλέον να πω ότι η επερχόμενη «απειλή» δεν αξιολογήθηκε με ακρίβεια ως προς το μέγεθός της. Ίσως γιατί – ως ένα σημείο φυσιολογικά – οι Ερυθρόλευκοι ένιωθαν καβάλα στ’ άλογο μετά από μια τόσο κυριαρχική διετία που ευρωπαϊκά σημαδεύτηκε από τρία σουτ: τα δυο εύστοχα του Μίτσιτς και του Γιουλ και το ένα άστοχο του Σλούκα.

Το πρώτο μεγάλο λάθος θεωρώ πως ήταν η ουσιαστικά σιωπηλή αποδοχή του τεράστιου σκανδάλου της μη αφαίρεσης βαθμών από τον Παναθηναϊκό. Ο ΑΘΛΟΣ επέμενε ότι το προσεχές πρωτάθλημα αλλοιωνόταν πριν καν ξεκινήσει και δυστυχώς δικαιώθηκε. Οι κανονισμοί έγιναν κουρελόχαρτο και μετά το -12 του πρώτου γύρου στο ΣΕΦ τον Οκτώβριο, ήταν σχεδόν δεδομένο ότι το πλεονέκτημα έδρας θα πήγαινε στους Πράσινους.

Στο ντέρμπι του β’ γύρου ο Ολυμπιακός πήγε χωρίς τον Φαλ, έχασε και τον Μιλουτίνοφ και παρότι θα μπορούσε να είχε πάρει τη νίκη αν ο – κατά συρροή μοιραίος πια – Γουίλιαμς-Γκος ήταν πιο προσεκτικός σε ένα άχαστο λέι απ (έχοντας ήδη κερδίσει το φάουλ), θα έπρεπε να ξανανικήσει στο ΟΑΚΑ στο Top6 ώστε το πλεονέκτημα να γίνει δικό του. Με λίγα λόγια, οι βάσεις για την απώλεια του τίτλου είχαν ήδη μπει από το σκάνδαλο του περασμένου καλοκαιριού και χρειαζόταν μονάχα μια στραβοτιμονιά ώστε να πιάσουν τόπο.

(Συνεχίζεται)

Περισσότερη ΑΠΟΨΗ από το Athlosnews

ΣΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ

Euro 2024 LIVE: Ουκρανία – Βέλγιο και Σλοβακία – Ρουμανία

Παρακολουθήστε LIVE την εξέλιξη των αγώνων Ουκρανία - Βέλγιο και Σλοβακία - Ρουμανία για την τελευταία αγωνιστική του 5ο ομίλου του Euro 2024.

Ο Βαγγέλης Μαρινάκης νέος πρόεδρος της Super League

Με ψήφους 7-6 ο Βαγγέλης Μαρινάκης νίκησε τον Γιάννη Αλαφούζο και ξεκινά την τρίτη του θητεία στην προεδρία της Super League - Αναλυτικά πώς ψήφισαν οι σύλλογοι

Το αντίο του Ολυμπιακού στην Ελευθερία Πλευρίτου: «Δύσκολο να σε αποχαιρετήσουμε μετά από 13 χρόνια και 24 τρόπαια»

Η Ελευθερία Πλευρίτου αποχώρησε από τον Ολυμπιακό μετά από 13 χρόνια και 24 τρόπαια, με τον Ερασιτέχνη να την ευγνωμονεί για την προσφορά της στον σύλλογο φορώντας το ερυθρόλευκο σκουφάκι