Οχτώ ώρες κράτησε το πρωτοφανές για την Κύπρο θρίλερ της απαγωγής των δύο 11χρονων, το οποίο σήμανε συναγερμό στις Αρχές και προκάλεσε την ανησυχία των πολιτών.
Ολα ξεκίνησαν χθες το πρωί, λίγο μετά τις 07:30, όταν, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, ένας άνδρας πλησίασε μια παρέα παιδιών μέσα στην αυλή του σχολείου τους στη Λάρνακα και λέγοντάς τους ότι ήταν ο νέος τους δάσκαλος τα έπεισε να τον ακολουθήσουν. Εκτοτε και για τις επόμενες δυο ώρες, τα ίχνη των δύο παιδιών αγνοούνταν.
Γρήγορα στη δημοσιότητα δόθηκε η περιγραφή του δράστη και χάρη στην αυξημένη παρατηρητικότητα ενός πολίτη η αστυνομία οδηγήθηκε γρήγορα στη λύση του μυστηρίου.
Ο παρατηρητικός γείτονας τηλεφώνησε στην αστυνομία, τους είπε όσα είχε παρατηρήσει και έτσι λίγα λεπτά αργότερα οι άνδρες της κυπριακής αστυνομίας περικύκλωσαν το διαμέρισμα του άνδρα που φερόταν ως ύποπτος.
Χαρακτηριστική του τι ακολούθησε είναι η περιγραφή της ιστοσελίδας philnews.co.cy: «Οι δύο αστυνομικοί που ξεκίνησαν να διερευνήσουν μια από τις δεκάδες πληροφορίες που έφταναν στην Αστυνομία και ερευνούνταν από περίπολα μετά από αξιολόγηση, εξεπλάγησαν όταν ο ένοικος του διαμερίσματος τούς άνοιξε αμέσως την πόρτα του. Βρισκόταν μόλις ένα χιλιόμετρο από το σχολείο στις Καμάρες, όπου το πρωί είχαν απαχθεί οι δύο μαθητές και φίλοι, ο Φίλιππος και ο Θεμιστοκλής και ολόκληρη η κυπριακή κοινωνία πέρασε κυριολεκτικά από μια κόλαση.
Τού είπαν ότι διερευνούν μια υπόθεση και τον ρώτησαν αν μπορούν να περάσουν. Τούς απάντησε καταφατικά, αλλά τού ζήτησαν να περιορίσει πρώτα τους τέσσερις σκύλους που είχε μαζί του. Τούς έκλεισε σε ένα δωμάτιο και οι αστυνομικοί εισήλθαν στο διαμέρισμα. Σε ένα τραπεζάκι πρόσεξαν ένα σχολικό αντικείμενο. Το είχαν αφήσει τα παιδιά πριν ο απαγωγέας τα κοιμίσει σε άλλο δωμάτιο.
Αυτό το αντικείμενο έθεσε τους δύο αστυνομικούς σε συναγερμό. Ακινητοποίησαν αμέσως τον 35χρονο και τού φόρεσαν χειροπέδες χωρίς εκείνος να φέρει καμία αντίσταση. Ο ένας αστυνομικός έτρεξε σε διπλανό δωμάτιο, όπου βρήκε τα δυο παιδιά να κοιμούνται. Είχαν περάσει σχεδόν οκτώ ώρες από την απαγωγή τους, ήταν εξαντλημένα, αλλά είχαν πιει και τη λεμονάδα που τους έδωσε ο απαγωγέας και στην οποία είχε ρίξει κάποιο ηρεμιστικό για να μπορέσει να ελέγξει τα παιδιά και να μην τον προδώσουν με φωνές».
Η μαρτυρία του ενός παιδιού
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του παιδιού στην αστυνομία, ο δράστης τα προσέγγισε αναφέροντας ότι είναι ο νέος δάσκαλος Γεωγραφίας και τους είπε να τον ακολουθήσουν. Τους έβαλε με τη βία στο όχημα αναφέροντάς τους χαρακτηριστικά: «Κάτσετε αλλιώς θα σας σκοτώσω».
Στη συνέχεια τους πήγε στο διαμέρισμά του, τούς είπε να βγάλουν τα παπούτσια και τούς έφτιαξε λεμονάδα, την όποια τούς έβαλε να την πιούν.
Αγνωστα τα κίνητρα του δράστη
Αν και αρχικά τα κυπριακά ΜΜΕ μετέδιδαν την πληροφορία ότι τα κίνητρα πίσω από την απαγωγή των δύο παιδιών ίσως ήταν τα λύτρα, τώρα αφήνουν ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα. Αυτή, ήταν η εξήγηση το ίδιου του δράστη, του 35χρονου Γιώργου Νικολάου ο οποίος υποστήριξε στις αρχές ότι απήγαγε τα δυο παιδιά για να ζητήσει λύτρα.
Η εξήγησή του αυτή, όμως, δεν έγινε πιστευτή από τους ανακριτές, αν μη τι άλλο καθώς είχαν περάσει περίπου οκτώ ώρες και δεν είχε κάνει καμία κίνηση να τηλεφωνήσει στους γονείς για να τους ζητήσει λύτρα. Οι ανακριτές επί ώρες εξέταζαν τα προσωπικά του αντικείμενα στο διαμέρισμα, ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τηλέφωνα κ.λπ. αναζητώντας απαντήσεις για τα κίνητρα της απαγωγής.
Σήμερα θα παρουσιαστεί ενώπιον του δικαστηρίου και αναμένεται ότι θα αποκαλυφθούν τα κίνητρα καθώς σύμφωνα με πληροφορίες μας, οι αστυνομικοί έχουν εντοπίσει αρκετά στοιχεία γύρω από την προσωπική του ζωή, που είναι πιθανό να ρίχνουν φως.
Αίνιγμα η σύνδεση των γονιών
Τα δύο αγοράκια που απήχθησαν ήταν φίλοι, τόσο στο σχολείο, όσο και εκτός σχολείου, ενώ ο πατέρας του ενός, είναι γιατρός στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας και η μητέρα του δεύτερου είναι η νοσοκόμα του γιατρού.
Επίσης, ακόμα ένα από τα παιδάκια που προσεγγίστηκαν από τον δράστη είναι εγγονάκι γνωστής γιατρού στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας.
Η σύμπτωση αυτή αποτέλεσε γρίφο για τους ανακριτές, οι οποίοι προσπαθούσαν να τοποθετήσουν τα κομμάτια του παζλ, έτσι ώστε να διαπιστώσουν κατά πόσο τα κίνητρα του δράστη σχετίζονταν με την επαγγελματική δραστηριότητα των γονιών των παιδιών και κατά πόσο λειτουργούσε με σκοπό.