30.2 C
Athens

Πανιώνιος: Η ψυχούλα που τον κρατάει ζωντανό 128 χρόνια

Ο Πανιώνιος συμπληρώνει σήμερα (14 Σεπτεμβρίου) 128 χρόνια ύπαρξης και προσφοράς στον αθλητισμό και ο Ευάνθης Γκόγκουλης αναρωτιέται πώς κατάφερε να φτάσει τόσο μακριά

Ο αριθμός και μόνο, προκαλεί δέος: 128 χρόνια. Από τις 14 Σεπτεμβρίου 1890, όταν «νεαροί τινές βλαστοί, των εγκριτοτέρων της Σμύρνης οικογενειών», αποφάσισαν να εκφράσουν τις ανησυχίες τους μέσω του Ορφέα, ο οποίος το 1898 ενώθηκε με το Γυμνάσιο (σύλλογο που είχε δημιουργηθεί το 1894 από τα δικά του «σπλάχνα») και πήρε την ονομασία «Πανιώνιος», η πορεία, η επιβίωση, πολλώ δε μάλλον οι επιτυχίες που ο σύλλογος σημειώνει σταθερά, όλα αυτά τα χρόνια, συνιστούν ένα θαύμα. Μεγάλο, όχι μικρό.

Ναι, ήταν θαύμα το ότι επιβίωσε μετά την Καταστροφή της Σμύρνης το 1922, όταν ξεριζώθηκε από την εστία του και έχασε τα πάντα -ακόμα και κορυφαίους αθλητές του, όπως ο πρωταθλητής του στίβου, Νικόλαος Ανδρεαδάκης. Μέσα σε ένα δωμάτιο στο Παναθηναϊκό Στάδιο, όπου τον ανασυγκρότησε ο πρόεδρός του, Δημητρός Δάλλας, ο οποίος είχε βάλει σκοπό ζωής τη συνέχιση στην Αθήνα της ήδη επιτυχημένης πορείας του συλλόγου, ο οποίος για εκείνον ήταν ιδέα. «Και οι ιδέες δεν πεθαίνουν», όπως σοφά είχε πει.

Ήταν θαύμα ότι άντεξε να ζει επί σχεδόν δύο δεκαετίες άστεγος στην Αθήνα και ότι παράλληλα κατάφερε να οργανώσει ταχύτατα (το 1923) στη νέα του εστία τους Πανιώνιους Αγώνες, τη διοργάνωση που είχε αρχίσει από τον 19ο αιώνα στην πατρώα ιωνική γη και ήταν εφάμιλλη σε αίγλη με το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα στον κλασικό αθλητισμό.

Ήταν θαύμα ότι χάρη στη θέληση του Δάλλα κατάφερε να αγνοήσει τις αντιρρήσεις της συντηρητικής ελληνικής κοινωνίας του Μεσοπολέμου και να οργανώσει τους πρώτους επίσημους αγώνες στίβου για γυναίκες το 1926 –διοργάνωση την οποία ο ΣΕΓΑΣ λίγα χρόνια αργότερα μετεξέλιξε στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα.

Ήταν θαύμα το ότι κατάφερε μετά κόπων και βασάνων να βρει έκταση για την κατασκευή νέου σταδίου στη Νέα Σμύρνη το 1938, εξέλιξη που αποδείχθηκε κομβική για την ανασυγκρότηση της ποδοσφαιρικής του ομάδας (που είχε διαλυθεί δύο φορές μετά την εγκατάσταση στην Αθήνα) και της πολύ γρήγορης εδραίωσής της ανάμεσα στους «μεγάλους».

Ήταν θαύμα ότι κατάφερε μεταπολεμικά να αποκτήσει λίγους συγκριτικά, αλλά πιστούς οπαδούς, παρά τον… θανατηφόρο ανταγωνισμό με τους ήδη ισχυρούς εκπροσώπους του (ενεργού τότε) ΠΟΚ, στην ίδια ουσιαστικά πόλη. Όταν ακόμα και στις επαρχιακές μεγαλουπόλεις η πλειονότητα ακολουθεί τους «μεγάλους».

Ήταν θαύμα η πανίσχυρη ομάδα στίβου γυναικών που δημιούργησε τη δεκαετία του ’50 ο Ηλίας Μισαηλίδης, με τις Αργυρίου, Λερίου, Σασαγιάννη, Καμμένου, Κοντώση κ.ά. και σάρωσε τους τίτλους για δύο δεκαετίες. Αλλά και των ανδρών, με τον Δεπάστα, τον Μαρσέλλο και τους υπόλοιπους που ανάγκαζαν τον κόσμο να γεμίζει το Καλλιμάρμαρο.

Ήταν θαύμα ότι διεκδίκησε το πρωτάθλημα στο ποδόσφαιρο το 1971 και στο μπάσκετ το 1987, παλεύοντας μόνο με τις δικές του δυνάμεις και απέναντι σε μεγαθήρια, με συντριπτικά μεγαλύτερη οικονομική (και όχι μόνο) δύναμη. «Είμαστε μία φυλή νομάδων και μπήκαμε στο μάτι της αυτοκρατορίας», όπως είχε πει ύστερα από ένα ματς με τον Άρη ο αείμνηστος, Μάκης Δενδρινός.

Ήταν θαύμα ότι ανέδειξε τους κορυφαίους επιθετικούς του ελληνικού ποδοσφαίρου κι ας τους είδε να δοξάζονται κυρίως με άλλες φανέλες καμαρώνοντας σαν στοργική μάνα, όπως εύστοχα τον παρομοίασε ένας από αυτούς, ο Θωμάς Μαύρος –χρειάζεται να πούμε ποιοι είναι οι άλλοι;

Ήταν θαύμα ότι κατέκτησε δύο Κύπελλα στο ποδόσφαιρο σε περιόδους παρακμής (1979 και 1998), αλλά κι εκείνο του μπάσκετ το 1991, όταν οι «άλλοι» είχαν πια πιστέψει ότι η ευκαιρία είχε χαθεί και ο Φάνης Χριστοδούλου «έπρεπε να φύγει για να σώσει την καριέρα του».

Ήταν θαύμα ότι επανήλθε αμέσως στις κορυφαίες κατηγορίες και στα δύο δημοφιλή ομαδικά σπορ τις ελάχιστες φορές που υποβιβάστηκε. Χωρίς τη βοήθεια οικονομικά ισχυρών παραγόντων, μόνο με την ψυχούλα, την τρέλα, την αρρώστια (καλώς ή και κακώς εννοούμενη) κάποιων λίγων και ρομαντικών πιστών ακολούθων του.

Αλλά το πιο μεγάλο θαύμα είναι ότι «καταφέρνει» διαχρονικά να διώχνει από κοντά όσους τυχαίνει να διαθέτουν τα φράγκα που υπόσχονται ένα καλύτερο μέλλον στην αδυσώπητη εποχή του επαγγελματικού αθλητισμού. Γιατί; Ίσως επειδή τους έλειπε ή τους λείπει το πάθος, τα κότσια, η ψυχούλα που απαιτεί η εμπλοκή με το περίεργο θηρίο που λέγεται Πανιώνιος. Αυτή η ψυχούλα που είχε ο Δάλλας, ο Καραμπάτης, ο Μισαηλίδης και οι λίγοι ρομαντικοί (γραφικούς θα τους πούνε οι «άλλοι»), που συνεχίζουν να τον υπηρετούν έως τις μέρες μας. Η ψυχούλα που τον κρατάει ζωντανό, κόντρα στη λογική, 128 χρόνια τώρα.

Αυτή η ψυχούλα είναι ο Πανιώνιος. Μεγάλος, αλλά όχι τόσο ώστε να τρομάζει τους πάντες. Ούτε όμως και μικρός ώστε να τρομάζει ο ίδιος και να μην τον υπολογίζουν ούτε οι όμοιοί του. Ένα σπάνιο φαινόμενο, μία περίεργη ράτσα, ένας πρωτοπόρος της ρομαντικής εποχής του αθλητισμού, ο οποίος με έναν περίεργο αλλά όχι ανεξήγητο τρόπο έχει καταφέρει να επιβιώσει έως τις μέρες μας και συχνά να μεγαλουργεί.

Χρόνια του πολλά λοιπόν. Κι ας φαίνονται ήδη πολλά σε ορισμένους τα 128, στην πραγματικότητα είναι μόνο η αρχή!

Υ.Γ. Θα ήταν αφελές να περιμένει κανείς λεπτομερή ιστορική καταγραφή των 128 χρόνων πορείας του Πανιωνίου στο παρόν κείμενο, όσο φιλόξενος κι αν είναι (που είναι) ο διαδικτυακός τόπος του FWS.GR. Τέτοιο πράγμα απαιτεί διαφορετική… συσκευασία, οπότε οι «κυανέρυθροι» φίλαθλοι οφείλουν να κάνουν υπομονή. Όχι για πολύ ακόμα, πάντως.

ΕΥΘΕΩΣ με τον Γιώργο Χαλά Γιώργος Χαλάς