Για την κατάθλιψη από την οποία έπασχε μίλησε ο πρώην επιθετικός της Λίβερπουλ Μπέλαμι τονίζοντας πως ακολουθούσε φαρμακευτική αγωγή για τρία ολόκληρα χρόνια, ενώ δήλωσε πως έκλαιγε συνεχώς αφού η κόρη του δεν μπορούσε να τον αναγνωρίσει.
Αναλυτικά:
«Γύρισα σπίτι μου τον Αύγουστο μετά από προετοιμασία με την Άντερλεχτ και ήταν τα πρώτα γενέθλια της κόρης μου. Η υπόλοιπη οικογένεια μου ήταν εκεί και γιόρταζαν όλοι μαζί. Εμένα όμως δεν με κατάλαβε η κόρη μου.
Άπλωσα τα χέρια μου για να έρθει και να με αγκαλιάσει, αλλά δεν ερχόταν κοντά μου. Και γιατί να το κάνει άλλωστε; Την είχα δει μόνο οκτώ η εννέα φορές παλιότερα κι ακόμα και τότε δεν ήταν για 24 ώρες. Δεν ήμουν πραγματικά μέρος της ζωής της Όρλας. Βγήκα από το δωμάτιο κι άρχισα να κλαίω. Αναρωτιόμουν τι να κάνω. Να φύγω και να μην ξαναγυρίσω από το σπίτι; Να ασχοληθώ με το ποδόσφαιρο και να αφήσω πίσω μου αυτούς που αγαπάω; Να μείνω στη ζωή της;
Τον Δεκέμβριο του 2020 επέστρεψα σπίτι μου για να κάνω Χριστούγεννα με την οικογένειά μου. Τοτε άρχισα να νιώθω την πίεση και τον άγχος μέσα μου να αυξάνονται. Σκεφτόμουν “γιατί φέραμε αυτό το κορίτσι σε αυτόν τον κόσμο;” Ένιωθα να γίνομαι πιο αντικοινωνικός χρόνο με τον χρόνο. Εγώ όταν έφυγα από το σπίτι στα 15 μου, ήμουν σε θέση να αφήσω πίσω μου τα πάντα, εστιάζοντας στο ποδόσφαιρο.
Αλλά γνωρίζοντας ότι πίσω μου άφησα ανθρώπους που με αγαπούσαν και τους αγαπούσα, δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ στο να είμαι ποδοσφαιριστής. Δεν μπορούσα να κάνω και τα δύο. Έπρεπε να ελέγξω τα συναισθήματά μου.
Άρχισα να νιώθω τη μοναξιά από τότε που ήμουν παιδί. Το στομάχι μου γύριζε, είχα άγχος και δεν μπορούσα να αναπνεύσω σωστά. Η οικογένεια είναι πρώτη. Είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Το λέω συνέχεια στους παίκτες μου.
Αν κάποιος από τους παίκτες έρθει ποτέ κοντά μου και πει ότι υπάρχει γάμος ή οτιδήποτε άλλο, τους λέω να πάνε να το κάνουν. Το ποδόσφαιρο θα έρθει και θα φύγει για εσάς. Δεν μπορείς να χάσεις αυτές τις στιγμές. Δεν θα το επιτρέψω.
Δυστυχώς εγώ δεν τα έζησα όλα. Οταν έφυγα από το σπίτι μου σε μικρή ηλικία η ζωή μου άλλαξε. Επρεπε να παλέψω με τις σκέψεις μου. Να κοντρολάρω τον εαυτό μου. Αρρώστησα κι έπαθα έρπη ζωστήρα. Ποιος άλλος 15χρονος παθαίνει κάτι τέτοιο στις μέρες μας; Έκλαιγα μέχρι να με πάρει ο ύπνος.
Δεν ήθελα να γίνω ποδοσφαιριστής γιατί δεν ήθελα να πονάω τόσο πολύ. Αλλά τότε κατάλαβα ότι αυτή ήταν η καριέρα μου, πώς θα μπορούσα να ζήσω. Πώς μπορώ όμως να το ξεπεράσω αυτό; Έτσι έπρεπε να αφήσω πίσω μου τα συναισθήματα.
Πλέον πρέπει να περνάω χρόνο με άτομα που δεν έχω περάσει στη ζωή μου. Λέω στους παίκτες να βάλουν πρώτα την οικογένεια και εγώ πρέπει να δώσω το παράδειγμα. Επειδή δεν ήμουν. Αν βλέπω τη ζωή μου χωρίς ποδόσφαιρο; Όχι. Αλλά έχω πιο σημαντικά ζητήματα να επιλύσω.
Ξυπνάω κάθε πρωί και μου λείπει η προπόνηση, η μυρωδιά του γρασιδιού, λείπει το στήσιμο γηπέδων, ο σχεδιασμός της ομάδας, η αντιμετώπιση του αντιπάλου κι άλλα τέτοια, αλλά πήρα την σωστή απόφαση για να φύγω.
Βλέπω την Όρλα κάθε μέρα και θα αισθάνομαι ο πιο τυχερός άνθρωπος που υπάρχει. Το σημαντικότερο όμως όλων είναι ότι όταν ανοίγω τα χέρια μου η Όρλα πλέον έρχεται και με αγκαλιάζει…».