Το ειλικρινές και άδολο κλάμα του Θόδωρου Ιακωβίδη μπροστά στην κάμερα στην αναφορά του για τις τραγικές συνθήκες προετοιμασίας του και στην απόφαση του (;) να σταματήσει τον πρωταθλητισμό (αυτό, υποτίθεται ότι, κάνει) «συντάραξε» την ελληνική κοινωνία και την οδήγησε, όπως συμβαίνει πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από αυτή που συνδέεται με μια κανονική αστική δημοκρατία στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα.
Η κρυμμένη στα μύχια της νεοελληνικής ψυχής «σοβιετία» ξύπνησε και άρχισε να κανονιοβολεί αυτόν που έμαθε να αναγνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον ως υπεύθυνο για την τραγωδία του κάθε Ιακωβίδη, το κράτος.
Η διασύνδεση είναι εξαιρετικά απλή, είναι εγγεγραμμένη στο ελληνικό dna (που υπερέχει, κατά Βελόπουλο και ομοίους του, από τα υπόλοιπα) και για το λόγο αυτό πανίσχυρη: για ό,τι συμβαίνει στη χώρα φταίει το κράτος, το κράτος το διαχειρίζεται η κυβέρνηση, άρα φταίει ο Μητσοτάκης κι επειδή αυτό δεν μας παίρνει να το πούμε αυτό ευθέως φταίει ο Αυγενάκης, ως καθ’ ύλη αρμόδιος υπουργός. Σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τα ονόματα, «φταίει το κράτος».
Και γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή, στην κοινή συνείδηση, το κράτος «οφείλει» να προσφέρει στους αθλητές ιδανικές συνθήκες προετοιμασίας για τους αγώνες, σε απλά ελληνικά να τους πληρώνει για να προπονούνται και να αγωνίζονται. Περί αυτού ομιλούμε, τα υπόλοιπα είναι φιλολογικές ανοησίες και instagramικές παπαριές.
Να τους «πληρώνει» διασφαλίζοντας τους ένα μηνιαίο εισόδημα για να ζουν οι ίδιοι και οι οικογένειες τους και, την ίδια ώρα, να «πληρώνει» την προετοιμασία τους (προπονήσεις, γυμναστήρια, προπονητές, γιατροί, φυσικοθεραπευτές, διατροφή κ.λ.π.), ώστε ανεπηρέαστοι και ασφαλείς να προετοιμάζονται, να αγωνίζονται και αν δεν τα πάνε καλά «να είναι άτυχοι, αλλά ελληναράδες»…
Κι επειδή την «προετοιμασία» τη διαχειρίζεται η εθνική αθλητική ομοσπονδία (μία για κάθε ολυμπιακό άθλημα) το κράτος πρέπει να πληρώνει, βρέξει-χιονίσει, την ομοσπονδία, δηλαδή τον πρόεδρο και τη διοίκηση και τους υπαλλήλους για να διαχειρίζονται τους αγώνες και την προετοιμασία «και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά»…
Σύμπας ο ελληνικός «ερασιτεχνικός» αθλητισμός με αυτό το όραμα ζει και κινείται, αυτό το όραμα τον συνέχει, με αυτό θέλει να συνεχίσει να ζει, τα υπόλοιπα τα έχει εγγράψει εκεί που δεν πιάνει μελάνι… Ένα κράτος – πατερούλης πρέπει, οφείλει, υποχρεούται (εδώ πέφτει κι ένα συνταγματικό κλάμα) να πληρώνει αγόγγυστα κάθε μέρα, κάθε μήνα, κάθε χρόνο ένα άθλημα για να συνεχίσει αυτό να ζει (πλουσιοπάροχα μερικές φορές) για να προετοιμάζει αθλητές να πάρουν μέρος σε αγώνες, στην ουσία για να δικαιώνει «τον πρόεδρα» της ομοσπονδίας να κάνει μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα.
Αυτή είναι η «μαύρη» αλήθεια αφτιασίδωτη, απλή και καθαρή, χωρίς φιοριτούρες και ευσυγκίνητες δημόσιες αναφορές στην καλή ή κακή κυβέρνηση, στον καλό ή κακό υπουργό κ.λ.π.
Ο Θόδωρος Ιακωβίδης, με την ειλικρινή εκ μέρους του συγκίνηση, αυτό το κεφαλαιώδες για τον ελληνικό ερασιτεχνικό (;) αθλητισμό ζήτημα έθιξε, αυτό το όνειρο δεκάδων χιλιάδων «ερασιτεχνών παραγόντων» δικαίωσε, αυτή την σκληρή κληρονομιά της ελληνικής αθλητικής πραγματικότητας ηρωοποίησε!
Συγνώμη, αλλά αυτό είναι αθλητική σοβιετία, ένα υπόλειμμα του αλησμόνητου Μεγκίστου Χαϊλέ Μαριάμ, μια κοινωνική, οικονομική και αθλητική ανορθογραφία από ένα αισχρό παρακμιακό πολιτικά παρελθόν, που καμία αστική δημοκρατία, η οποία σέβεται τον εαυτό της, δεν μπορεί να ανέχεται ή να συντηρεί και να αναπαράγει, αν σε αυτή την κατεύθυνση εξακολουθήσει να κινείται υπονομεύει τον χαρακτήρα της και το μέλλον της.
Αυτή τη «σοβιετία» καμία σύγχρονη δημοκρατία, που αρνείται να ιδεολογικοποιήσει το αθλητικό φαινόμενο, δεν μπορεί να την ανεχθεί, πολύ περισσότερο να την αποδεχθεί και να την καταστήσει κυρίαρχη πολιτική επιλογή. Είναι υπόλειμμα άλλων περιόδων, σκοτεινών και παρακμιακών, τότε που όλα ήταν συνδεδεμένα με ένα κράτος-αφέντη (ακόμη και το επίσημο κρατικό ντόπινγκ), η κατάρρευση του οποίου ήταν τόσο θορυβώδης ώστε απείλησε όλο το αθλητικό οικοδόμημα, σήμερα κανένας λόγος δεν υπάρχει να αναγεννηθεί.
Ευτυχώς, από όλη τη φασαρία με τον ευγενέστατο και αληθινό Ιακωβίδη, η ελληνική κοινωνία απάντησε με ορθόδοξο τρόπο, κινητοποιήθηκαν χορηγοί για να τον στηρίξουν (και μαζί του και άλλες ανάλογες περιπτώσεις αθλητών) και όχι το επίσημο κράτος, που κατάφερε και κρατήθηκε μακριά από τις μεγαλόστομες υποσχέσεις, όπως ορθά πράττει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος απέναντι σε αυτά τα ζητήματα.
Ο Ιακωβίδης, άθελα του, έθεσε το δάχτυλο επί των τύπων των ήλων, άγγιξε την ουσία του προβλήματος, τοποθέτησε τους πρωταγωνιστές στις κανονικές τους θέσεις και ανέδειξε τη μοναδική αποδεκτή λύση που είναι η κινητοποίηση, με τα κατάλληλα κίνητρα, του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας και στη στήριξη του εγχώριου ερασιτεχνικού (;) πρωταθλητισμού. Τίποτε άλλο πέραν αυτού.
Όσοι στο κράτος ακόμη επιμένουν να αναφέρονται και να ζητούν ευθύνες «για την προετοιμασία των αθλητών» κρούουν λάθος θύρες, κανένας πια δεν τους ακούει…