Οι πρόγονοί μας ήταν ίσως ο πρώτος λαός στον κόσμο που φιλοσόφησε τεκμηριωμένα πάνω στην ισορροπία της φύσης. Για κάθε ιδιοφυή άνθρωπο που απορρίπτει την ιδέα – όπως ο μακαρίτης Μάικλ Κράιτον – υπάρχουν εκατοντάδες φωτισμένα μυαλά που την αποδέχονται και τη θεωρούν σχεδόν αυτονόητη. Σχεδόν οτιδήποτε κι αν εξεταστεί σε βάθος χρόνου (το οποίο βάθος χρόνου μπορεί να εκληφθεί ως μια σχετικά «τελική τιμή»), στο τέλος της ανάλυσης προκύπτει ένα εναρμονισμένο «ισοζύγιο». Ακριβώς όπως το «πηλίκο» της Ελλάδας…
Για να μη διαταραχθεί η φυσική ισορροπία, αυτή η σπάνιας ομορφιάς γωνίτσα του πλανήτη θα έπρεπε να κατοικείται από έναν λαό με τα δομικά χαρακτηριστικά του τωρινού. Η φύση (ερμηνεύστε την όπως θέλετε) αποκατέστησε την ισορροπία που είχε διαταραχθεί πριν από περίπου δυόμισι χιλιάδες χρόνια, όταν σε αυτά τα χώματα πατούσαν κάποια από τα πιο φωτισμένα μυαλά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αν αναρωτιέστε με ποιον τρόπο την αποκατέστησε, ρίξτε μια ματιά γύρω σας ή έστω κάντε μια βόλτα στα ελληνικά social media…
Ο ελληνικός πολιτισμός κυριάρχησε για αιώνες επί οποιουδήποτε άλλου και αυτή η αδικία προς τους υπόλοιπους ήταν θέμα χρόνου (αιώνων, εν προκειμένω) μέχρι να αποκατασταθεί. Διότι σου λέει η Ανώτερη Δύναμη, «ρε μπαγάσηδες, δεν γίνεται να μένετε σε ένα από τα ωραιότερα μέρη του κόσμου και να είστε και ιδιοφυίες. Κάπου ώπα δηλαδή». Ο Νίκος Καζαντζάκης το περιέγραψε με τον δικό του μοναδικό τρόπο στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» για το πώς βρήκε ο κόσμος την ησυχία του από τους Έλληνες, βάζοντάς τους να τσακώνονται μεταξύ τους…
Η παραπάνω «φυσιοκοινωνιολογική» προσέγγιση έχει εφαρμογή και στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Σε μια επί της ουσίας χρεοκοπημένη χώρα (όποιος πολιτικός τολμήσει να αρχίσει τις παπαριές περί ανάπτυξης κλπ, ας μας πει για ποιον λόγο οι κρατικοί φορείς παραμένουν δεμένοι χειροπόδαρα και πρέπει να δικαιολογούν ακόμα και το τελευταίο ευρώ στα μνημονιακά αφεντικά), δεν θα ήταν δυνατόν να υπήρχε άνθιση σε έναν τομέα που σχετίζεται άμεσα με την οικονομία όπως το ποδόσφαιρο.
Πριν από λίγο καιρό προσπάθησα να θέσω σχετικά κομψά γιατί ξεπερνά τα όρια της ανοησίας το να γράφει ή να υπονοεί κάποιος πως ο Ολυμπιακός θα μπορούσε έστω και να μπει στη διαδικασία συζήτησης για την απόκτηση ενός παίκτη που κοστολογείται πάνω από 8-9 εκ. ευρώ από την ομάδα του.
https://athlosnews.gr/pos-na-prostatepseis-enan-opado-apo-to-metagrafiko-paramythiasma-otan-zei-kai-anapneei-gia-to-paramythi/
Μαζί με τις άλλοτε παχιές αγελάδες των 90’s αλλά και της πρώτης δεκαετίας του 2000, «αδυνάτισε» και ο ελληνικός αθλητισμός, με πρώτο – πρώτο το ποδόσφαιρο. Οι εποχές που ακόμα και ο παραδοσιακά σφιχτός Γιώργος Βαρδινογιάννης θα πλήρωνε σχεδόν τέσσερα δισεκατομμύρια δραχμές για να αγοράσει έναν παίκτη (τον Μιχάλη Κωνσταντίνου) έχουν παρέλθει εδώ και πολύ καιρό. Μακάρι όχι ανεπιστρεπτί, αλλά, αν και φύσει αισιόδοξος άνθρωπος, έχω την αίσθηση πως η γενιά μου δεν θα ζει για να δει ανάλογες καταστάσεις. Και μακάρι να είναι αυτή η εποχή που ζούμε η χειρότερη, που επίσης φαντάζει πολύ χλωμό…
Μια από τις πολλές φούσκες που έσκασαν το 2010 ήταν κι αυτή του αθλητισμού. Κολοσσιαία μπάτζετ σε ποδόσφαιρο – και μπάσκετ – κατέρρευσαν αργά ή γρήγορα και η είσοδος των ελληνικών ομάδων στη μνημονιακή εποχή ήταν παραπάνω από αναπόφευκτη. Όλα αυτά με έναν αστερίσκο, χρώματος ερυθρόλευκου. Στο μπάσκετ οι δραστικές περικοπές συνδυάστηκαν με τις πιο χρυσές σελίδες στην ευρωπαϊκή ιστορία του Ολυμπιακού (το back to back αλλά και τους δυο χαμένους τελικούς του ’15 και του ’17), ενώ στο ποδόσφαιρο η παρουσία του Βαγγέλη Μαρινάκη αποτέλεσε εχέγγυο για την απρόσκοπτη λειτουργία αλλά και τη συνεχή πρόοδο του τμήματος. Χωρίς τρέλες, με σωστή οικονομική διαχείριση και με «επενδύσεις» που στην πλειοψηφία τους αποδίδουν καρπούς κάθε χρόνο.
Ο προαναφερθείς αστερίσκος, λοιπόν, περιγράφει την εξαίρεση. Ο κανόνας είναι αυτός που με θλίψη ξεκινούμε να διαπιστώνουμε κάθε χρόνο τέτοιες μέρες: οι ελληνικές ομάδες που δεν καταφέρνουν καν να φτάσουν στον Αύγουστο αυξάνονται, παρότι μειώνεται ο αριθμός των συμμετοχών. Φέτος για παράδειγμα, δεν υπήρχε ΟΦΗ. Η ΑΕΚ όμως φρόντισε να διασυρθεί κόντρα στην ανύπαρκτη Βελέζ, μια ομάδα που επί της ουσίας έχει πάψει να υφίσταται στον ποδοσφαιρικό χάρτη από τα τελευταία χρόνια της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας. Και βέβαια, ποιος να ξεχάσει τα περυσινά ρεζιλίκια κόντρα σε κάποια Ζόρια, με εκείνο το εξευτελιστικό 0-3 στο ΟΑΚΑ…
Αν κοντά σε αυτήν τοποθετήσουμε την 3η ομάδα του πρωταθλήματος Καζακστάν (Αστάνα) που απέκλεισε τον Άρη, δεν χρειάζεται να πούμε περισσότερα. Και δεν έχει μπει καν στον χορό ο ΠΑΟΚ, ο οποίος κάθε τόσο έχει τον… τρόπο του να υπενθυμίζει ότι προέρχεται από μια χρεοκοπημένη χώρα: η Έστερσουντ, η Μπάτε, η Βίντι και η Ομόνοια είναι αδιάψευστοι μάρτυρες του παραπάνω ισχυρισμού.
Η ΑΕΚ εκπροσώπησε την Ελλάδα ως πρωταθλήτρια πριν από τρία χρόνια, κλείνοντας τον όμιλο του Champions League με ένα ιστορικό μηδενικό. Έναν χρόνο αργότερα, ο πρωταθλητής Ελλάδας 2019, ΠΑΟΚ, αποκλείστηκε δυο φορές μέσα σε ένα καλοκαίρι (από Άγιαξ και Σλόβαν Μπρατισλάβας). Στο ίδιο χρονικό διάστημα ο Ολυμπιακός έκανε το 5/5 στα προκριματικά (Λουκέρνη, Μπέρνλι, Πιλζέν, Μπασακσεχίρ, Κράσνονταρ), απέκλεισε τη Μίλαν σε ματς μια κι έξω στο Καραϊσκάκη και την Άρσεναλ στο επικό 120λεπτο του Λονδίνου. Προφανώς θα μπορούσε να τα έχει πάει λίγο καλύτερα και στους ομίλους του Champions League την περασμένη διετία, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν πέτυχε τον βασικό του στόχο που ήταν η τρίτη θέση και η συνέχεια στο Europa.
Για το μπάσκετ λίγο – πολύ τα είπαμε έστω και εν συντομία. Οι Ερυθρόλευκοι συνεχίζουν να λογίζονται ως μια παραδοσιακή δύναμη της Euroleague (που φέτος ευελπιστεί να βάλει τις βάσεις για επιστροφή στους ισχυρούς), την ώρα που ο Παναθηναϊκός αγνοεί τι θα πει final 4 από το 2012 και όλα δείχνουν ότι την ερχόμενη σεζόν θα πρέπει να ματώνει για κάθε νίκη που θα παίρνει. Πέρυσι γλίτωσε ξώφαλτσα την προτελευταία θέση (αυτή κρίθηκε στο Ερυθρός Αστέρας – Άλμπα την τελευταία αγωνιστική) και όλα δείχνουν ότι αυτός θα είναι ο στόχος και για φέτος, ελλείψει του έξτρα ρευστού που έμπαινε από την τσέπη του «αποστασιοποιημένου» πλέον Δημήτρη Γιαννακόπουλου.
Η πλήρης ευρωπαϊκή ανυποληψία του ΠΑΟΚ, της ΑΕΚ και ειδικά του Παναθηναϊκού αποτελούν τον πραγματικό καθρέφτη του ελληνικού ποδοσφαίρου. Οι Πράσινοι δεν θυμούνται καν πώς είναι να συμμετέχεις στην Ευρώπη: από την τελευταία τους ευρωπαϊκή εμφάνιση συμπληρώνονται τέσσερα χρόνια και μια πενταετία από τότε που αγωνίστηκαν με… μακρυμάνικα σε ευρωπαϊκή διοργάνωση. Θέλετε κι άλλες αποδείξεις για το στραπάτσο του Παναθηναϊκού; Εδώ και δώδεκα χρόνια έχει μόνο μια νίκη σε φάση ομίλων! Σε συνολικά 24 ματς οι Πράσινοι νίκησαν μονάχα μια φορά κι αυτή με το ισχνό 1-0 τη Μάριμπορ, η οποία τους είχε διασύρει με 3-0 στον πρώτο γύρο…
Η φυσική ισορροπία που ήθελε μια βαλκανική (τέτοια είμαστε στην πραγματικότητα) χώρα σαν την Ελλάδα να διαθέτει συλλόγους με δυσανάλογα – βάσει εθνικής οικονομίας – μπάτζετ έχει πλέον αποκατασταθεί. Ακόμα και η φύση όμως κάνει πίσω όταν κάτι λειτουργεί σωστά και αποπνέει υγεία. Έστω και σε αφύσικο περιβάλλον όπως αυτό του ελληνικού αθλητισμού. Καλό είναι λοιπόν, να μην εμπλέκουμε τους Ερυθρόλευκους με οτιδήποτε «ελληνικό», πολύ περισσότερο όταν οι εγχώριοι ανταγωνιστές τους αρνούνται να αναγνωρίσουν την απόλυτη ανωτερότητά τους, επινοώντας πάντοτε κάποιο «αλλά». Ειδικά αν αυτό το «ελληνικό» εκπροσωπείται από εκείνους που προσπαθούν εδώ και χρόνια να καταστρέψουν το ποδόσφαιρο, όπως έκαναν και με το μπάσκετ…
ΥΓ. Για τα του Ολυμπιακού θα τα πούμε μετά τη Λουντογκόρετς, όταν θα υπάρχει και ένα ασφαλέστερο δείγμα για κριτική και συμπεράσματα. Ο τρόπος όμως με τον οποίο ξεπέρασαν οι πρωταθλητές Ελλάδας πρώτα τα προβλήματά τους κι έπειτα τη Νέφτσι Μπακού, δείχνει ότι τουλάχιστον σε επίπεδο καλοκαιρινών προκριματικών είναι πιο ψυλλιασμένοι από ποτέ…