Η Νατάσα Ράγιου ήταν από τις πολύ αγαπημένες φίλες της Ρίκας Βαγιάνη, ωστόσο παρόλο που είχε βγει να μιλήσει στα κανάλια για την «κολλητή» της, η ίδια δεν είχε κάνει ακόμα την «κατάθεση ψυχής» που ήθελε. Είχε πει μάλιστα ότι θα το έκανε όταν περνούσαν λίγες ημέρες και συμφιλιωθεί με την απουσία.
Πίστεψε όπως είπε ότι ο πόνος θα περάσει, αλλά αυτό δεν συμβαίνει.
Διαβάστε τη συγκλονιστική ανάρτησή της στο Facebook για την αγαπημένη της φίλη που έχασε τη μάχη για τη ζωή μετά από γενναία μάχη με τον καρκίνο.
«Ηθελα να περάσουν οι μέρες, να πάψει ο πόνος, να σταματήσουν να ουρλιάζουν τα γιατί, να συμφιλιωθώ με την απουσία αλλά μπα… Δεν περνάνε οι ρημάδες. Ούτε μια μέρα χωρίς να σε σκεφτώ , χωρίς να θυμηθώ, χωρίς να νοιώθω την βαριά σαν μολύβι έλλειψη, σε έναν κόσμο που δεν θα μου απαντάς πια στα μηνύματα και στα τηλέφωνα.
Ακου λοιπόν Ρικάκι… Λύσσαξες αλλά πήγες τελικά εκείνο το ταξίδι στην Κέρκυρα. Μου είχες φάει την ψυχή να βρω τρόπο να… ναυλώσω πλοίο για να πάτε με τον Νίκο και τον Οδυσσέα. «Βρε μουρλοκομείο, δεν υπάρχει πια ακτοπλοϊκή γραμμή λέμε, στην Ελλάδα του γκρεμισμένου ονείρου είμαστε».
Οχι, εσύ εκεί… να επιμένεις να βρούμε τρόπο, γιατί με λεωφορείο δεν άντεχες. Τι θες τώρα δηλαδή; Γιατί έκλεισες τα μάτια και δεν μου μιλάς; Γιατί δεν ανοίγεις αυτό το θεσπέσιο μυαλό να πεις ό,τι θες ρε φίλη, από εκείνα τα σπάνια και τα ωραία που έλεγες πάντα.. Θυμάσαι ρε συ το κοτέτσι, σε εκείνο το χωριό έξω απ την Πάτρα, που μ’ έσερνες να πάμε να μας πει τον καφέ η μάντισσα που ανακάλυψες; Το πώς ξεπουπούλιαζαν την κότα στην αυλή και τα γέλια που κάναμε…
Αντιλαμβάνονται άραγε όλοι τον πολύτιμο συνδυασμό ευφυΐας και χιούμορ που κουβαλούσες; Ε Ριξ; Θα είσαι πάντα το ωραιότερο τρελοκόριτσο της ζωής μου, ρε..
Και τόσο ευαίσθητο, που λίγοι ήξεραν… Οπως τότε με το σεισμό του Αιγίου, θυμάσαι; Θυμάσαι το κείμενο για «το Αιγιάκι της Νατάσας»; Τον κόμβο !
«Πουλάκι μου δεν γίνεται να φοράς δαχτυλίδια με διαφορετικές πέτρες, είναι βλαχιά…» Ασε μας κουκλίτσα μου!.. Πάρε τη φριτέζα που σου είχε κάνει δώρο εκείνος ο τύπος και τηγάνισε καμιά πατάτα… Στα πατώματα είχες πέσει…
«Μα είναι δυνατόν ρε παιδιά;; Πρώτη επέτειο της σχέσης μας και μου έκανε δώρα… φριτέζα; Τι θέλει να πει ο ποιητής; Τι θα πει ο κύκλος μας, anyway…» Ολόκληρο ξενοδοχείο στη Θεσσαλονίκη «έχτισες» πριν την ώρα του, βρε αθεόφοβη, θυμάσαι;;…
Τον καλαμπούριζες τον καρκίνο όσο κανένας άλλος Ρικάκι. Σ’ έπαιζε κι εκείνος στα ίσα. Ξέρω, θα βρεις την Κατερίνα τώρα και θα αρχίσετε τις γνωστές βλακείες, θα τα θυμηθείτε όλα χωρίς εμένα παλιογαϊδούρες…
«Νατασάκι, έχω λίγες μέρες μεταξύ θεραπειών και προσπαθώ να πάω κάπου στο χάσιμο, να μη βλέπω άνθρωπο και να μη με βλέπει κανείς. Φιλάκι, το Ρικάκι».
Εντάξει, κανείς δεν θα σε βλέπει τώρα. Αλλά ως γοητευτική και ακαταμάχητη νεράιδα, έχεις καρφωθεί στο μυαλό μας για πάντα. Γιατί σαν εσένα, καμιά. Μοναδικό πλάσμα, χαρισματικό, αερικό. Ξέρεις τι έγινε τώρα… Χάθηκε ξαφνικά η έμπνευση, στέρεψε η ομορφιά, το σπινθηροβόλο πνεύμα, το γέλιο, η χαρά που πήγαζαν από ένα τόσο φωτεινό και αυθεντικό πλάσμα. Τόσο ελεύθερο και ασυμβίβαστο. Σ’ αγαπάω ρε.. Και σε θαύμαζα πάντα. Να το θυμάσαι… Το Νατασάκι».