Ο Ηλίας Ζούρος ήταν αποκαλυπτικός στην πρόσφατη συνέντευξη του στο “Eurohoops” τονίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι ο Ολυμπιακός της σεζόν 2000/01 είχε έρθει σε προφορική συμφωνία με αστέρια του παγκόσμιου μπάσκετ όπως οι Τόνι Κούκοτς, Σαρούνας Γιασικεβίτσιους και Μανού Τζινόμπιλι.
Ο σημερινός προπονητής της εθνικής Γεωργίας τόνισε οι στο τότε οι Ερυθρόλευκοι τα είχαν βρει σε όλα με τους παραπάνω αστέρες του αθλήματος, όμως όλες οι περιπτώσεις «χάλασαν» στο τέλος, για διαφορετικούς λόγους η καθεμιά κι ενώ υπήρχαν συμφωνίες πάνω στο τραπέζι!
Επίσης, σε συνέχεια των δηλώσεων του αναφέρθηκε και στην Εθνική ομάδα, την Ζαλγκίρις Κάουνας, τη δική του προσπάθεια στην Γεωργία, αλλά και στην… ταλαίπωρη Basket League.
Αναλυτικά οι δηλώσεις του:
Για το ένα ματς του Ολυμπιακού την εβδομάδα: «Διαφωνώ σε αυτό, πολλοί ισχυρίζονται αυτό, αλλά υπάρχει πιο σημαντικός παράγοντας και έχει να κάνει με το φορμάρισμα. Δεν είναι απαραίτητα θέμα τα 2 ματς. Με αυτή τη λογική, υπάρχει μεγάλη επιβάρυνση με ματς και ταξίδια. Είναι δύσκολο να διαχειριστείς το ρόστερ, όταν έχεις 40′ την εβδομάδα. Αυτός που παίζει λιγότερό, τότε έχει μεγαλύτερη πίεση. Δεν υπάρχει ηρεμία εντός της ομάδας, όσον αφορά τον χρόνο. Με λιγότερους παίκτες, βγαίνει καλύτερα. Αν συνηθίσεις σε ένα ματς, τότε μπορεί να αποδώσει μόλις συνηθίσει η ομάδα. Πολλοί προπονητές παραπονέθηκαν για τα πολλά ματς και ταξίδια, ότι το πρόγραμμα έγινε κάτι σαν του ΝΒΑ. Είναι πολλά τα προβλήματα και οι τραυματισμοί».
Για τις ελληνικές ομάδες: «Και οι δύο ομάδες έχουν χτίσει, αυτό είναι σημαντικό. Και ψάχνουν για παίκτες μεσούσης της χρονιάς, παίκτες που αναλογούν στο μπάτζετ και μπορούν να βοηθήσουν. Οι ελληνικές ομάδες δεν θα μείνουν για καιρό πίσω από τα δρώμενα, το μπάσκετ είναι μέσα στον Έλληνα, έγινε μία μικρή οπισθοδρόμηση, αλλά έτσι γίνεται πάντα το άλμα. Θα ξαναβρούν τον δρόμο τους, είναι δεδομένο αυτό. Οι Έλληνες παίκτες και προπονητές έχουν δείξει την αξία τους».
Για τον Ολυμπιακό της σεζόν 2000/01: «Εκείνη ομάδα είχε συμφωνήσει με τον Τζινόμπιλι, είχαν όλα ολοκληρωθεί, αλλά μία αλλαγή σε όρο για το ΝΒΑ buy out το χάλασε. Και ο Γιασικεβίτσιους ήταν στο χέρι μας για να έρθει, ήταν όλα έτοιμα, αλλά η διοίκηση ήθελε τον Ρίβερς. Διαφώνησα με την επιλογή, αλλά τότε ο πρόεδρος μου είπε ότι ο Ολυμπιακός έχει ανάγκη και το μάρκετινγκ και έπρεπε να γυρίσει ο Ρίβερς για τους φιλάθλους. Δεν ήταν ο ίδιος όμως.
Οι εξετάσεις του ήταν καταστροφικές, ήταν χειρότερες από του Αλφόνσο Φορντ, που έπαιρνε φάρμακα για να μείνει ζωντανός. Ο Ρίβερς ήταν σε κακή κατάσταση, χωρίς να ξεχνάμε τι είχε προσφέρει. Τα χρόνια όμως πέρασαν και δεν ήταν στην κατάσταση που τον ξέραμε. Χάθηκε ο Σάρας και ο Μανού. Όταν χάθηκε ο δεύτερος, υπήρξαν συζητήσεις και μάλιστα σε πολύ προχωρημένο επίπεδο με τον ατζέντη του Τόνι Κούκοτς. Καταφέραμε να συμφωνήσουμε για ένα χρόνο, με ένα εξωφρενικό ποσό, που θα έφτανε τα 3 εκατ. ευρώ ετησίως. Ήθελε όμως κλειστό τριετές και εκεί χάλασε».
Για την Εθνική ομάδα: «Το κακό με την Εθνική είναι ότι υπάρχει μεγάλη πίεση πολλές φορές, υπάρχουν ατυχίες. Σε εκείνο το ματς, είχαμε χάσει 17 ριμπάουντ, γιατί αθλητικά δεν ήμασταν το ίδιο. Αν υπήρχε ο Κουφός, θα μπορούσαμε να είχαμε πάρει 3-4 ριμπάουντ και να κερδίζαμε. Είναι κρίμα, γιατί κάποια παιδιά δεν μπόρεσαν να πάνε στους Ολυμπιακούς. Δεν δέχομαι να σταυρώνουμε ή να αποθεώνουμε έναν προπονητή. Φέρω ευθύνη για τον αποκλεισμό από τους Ολυμπιακούς αγώνες του 2012, αλλά και τώρα την ίδια επιλογή θα έκανα και θα άφηνα τον Ντραγκοντούρο να σουτάρει τρίποντο, καθώς είχε 1/6 τρίποντα σε όλο το τουρνουά και έπρεπε να τον παίξουμε under και να του κόψουμε τη διείσδυση».
Για την απομάκρυνσή του από το Περιστέρι: «Δεν μπορώ να το εξηγήσω. Είπαμε κάποια πράγματα στην αρχή της σεζόν και ήταν ξεκάθαρα. Όπως κάθε ομάδα, πρέπει αρχικά να σωθεί και μετά να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί. Ήταν και η πρώτη χρονιά μετά από πολύ καιρό στην Ευρώπη για το Περιστέρι. Ξεκίνησα με απλά βήματα. Ακόμα δεν έχω καταλάβει τον λόγο που έφυγα από την ομάδα, παρότι είχαμε πολύ καλά αποτελέσματα και το καλοκαίρι μου ειπώθηκε ένα πλάνο, το οποίο είχε βάθος χρόνου. Ειπώθηκαν πολλά ψέματα για μένα και δεν δέχομαι να αμφισβητείται το ήθος και ο επαγγελματισμός μου. Είναι απορίας άξιο, αλλά αυτή είναι η απόφαση και πρέπει να τη σεβαστούμε».