Κοινή ανακοίνωση εξέδωσαν η πρόεδρος και ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αγγελική Αλειφεροπούλου και Βασίλης Πλιώτας, αντίστοιχα, με αφορμή τόσο την ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων για την υπόθεση του μέλους της 17Ν Δημήτρη Κουφοντίνα, όσο και τις δηλώσεις δικηγόρων επί υποθέσεων που απασχολούν την κοινή γνώμη.
Οι δύο λειτουργοί της Δικαιοσύνης αναφέρουν ότι η Δικαιοσύνη εκφράζεται αποκλειστικά και μόνον μέσα από τις ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένες αποφάσεις των αρμόδιων δικαστικών σχηματισμών και όχι από άτομα ή φορείς, που δικαιούνται μεν να διατυπώνουν τις σκέψεις τους και την προσωπική τους γνώμη δημόσια, δεν αποτελούν όμως θεσμοθετημένα δικαιοδοτικά όργανα.
«Με αφορμή διατυπούμενες δημοσίως επικρίσεις εναντίον δικαστικών εν γένει αρχών για το χειρισμό εκκρεμών υποθέσεων, τονίζεται ότι οι δικαστές και εισαγγελείς, έχοντας επίγνωση του ιδιαίτερου θεσμικού τους ρόλου και με διασφάλιση της ανεξαρτησίας τους από τις εγγυήσεις που τους παρέχει το Σύνταγμα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, επιτελούν την αποστολή τους, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, με εντιμότητα, αμεροληψία και αντικειμενικότητα, απερίσπαστοι και ανεπηρέαστοι από ευκαιριακά δυσμενή σχόλια, περιστασιακούς επαίνους ή άδικες επιθέσεις, όταν δέχονται αυτές υπό το μανδύα της κριτικής» σημειώνουν στην ανακοίνωσή τους.
Το κείμενο της ανακοίνωσης της κ. Αλειφεροπούλου και του κ. Πλιώτα, έχει ως ακολούθως:
«Ενόψει αναφυεισών διαφωνιών και αντεγκλήσεων στους κόλπους των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών σχετικά με το περιεχόμενο πρόσφατου δελτίου τύπου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, επισημαίνεται, ότι η Δικαιοσύνη, ως ανεξάρτητη λειτουργία και πυλώνας της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου, εκφράζεται αποκλειστικά και μόνον μέσα από τις ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένες αποφάσεις των αρμόδιων δικαστικών σχηματισμών – οι οποίες υπόκεινται σε έλεγχο κατά τον προβλεπόμενο από το νόμο τρόπο – και όχι από άτομα ή φορείς, που δικαιούνται μεν να διατυπώνουν τις σκέψεις τους και την προσωπική τους γνώμη δημόσια, δεν αποτελούν όμως θεσμοθετημένα δικαιοδοτικά όργανα.
Εξάλλου, με αφορμή διατυπούμενες δημοσίως επικρίσεις εναντίον δικαστικών εν γένει αρχών για το χειρισμό εκκρεμών υποθέσεων, τονίζεται ότι οι δικαστές και εισαγγελείς, έχοντας επίγνωση του ιδιαίτερου θεσμικού τους ρόλου και με διασφάλιση της ανεξαρτησίας τους από τις εγγυήσεις που τους παρέχει το Σύνταγμα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, επιτελούν την αποστολή τους, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, με εντιμότητα, αμεροληψία και αντικειμενικότητα, απερίσπαστοι και ανεπηρέαστοι από ευκαιριακά δυσμενή σχόλια, περιστασιακούς επαίνους ή άδικες επιθέσεις, όταν δέχονται αυτές υπό το μανδύα της κριτικής, αντιπαρερχόμενοι κάθε προσπάθεια επηρεασμού και αυτής ακόμη της προσωπικής τους στοχοποίησης, με νηφαλιότητα, θάρρος, γενναιότητα και αυτοπεποίθηση και με οδηγό, πάντοτε, το νόμο και τη συνείδησή τους.
Τυχόν αστοχίες ή και καταλογιστές υπαίτιες συμπεριφορές των ιδίων (δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών) υπόκεινται σε θεσμικό δικαστικό έλεγχο στα πλαίσια των προβλεπόμενων από το νόμο διαδικασιών».