Στοιχεία – σοκ περιλαμβάνονται στο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης μέσω του οποίου αποφασίζεται η παράταση προσωρινής κράτησης για ακόμη 6 μήνες της Ειρήνης Μούρθου, η οποία κατηγορείται για βιασμό και αρπαγή του 10χρονου κοριτσιού στην Θεσσαλονίκη, μια υπόθεση που είχε συνταράξει το πανελλήνιο.
Το θλιβερό και αποτρόπαιο περιστατικό διαδραματίστηκε πέρυσι τον Ιούνιο στην Θεσσαλονίκη, συγκεκριμένα στις 11-6-2020 και ώρα 13.15 στην Κάτω Τούμπα, όταν το ανήλικο κορίτσι επέστρεφε στην οικεία της από το σχολείο, μαζί με δυο συμμαθητές της. Τότε η 33χρονη κατηγορούμενη προφασίστηκε ότι κάτι είχε συμβεί στην μητέρα του κοριτσιού, την άρπαξε και αφού επιβιβάστηκαν σε ταξί, την οδήγησε στο σπίτι της στην Καλαμαριά. Εκεί, σύμφωνα με όσα είχε δηλώσει και η κατηγορούμενη, της έδωσε ένα ρόφημα, στο οποίο είχε ρίξει βενζοδιαζεπίνες και κοκαϊνη με αποτέλεσμα να της προκαλέσει καταστολή.
Τότε η 33χρονη, σύμφωνα πάντα με όσα είχε πει στην προανάκριση, την οδήγησε στο κρεβάτι και άρχισε να την θωπεύει. Βλέποντας όμως ότι η εξαφάνιση του κοριτσιού άρχισε να απασχολεί τα μέσα ενημέρωσης, την έβαλε πάλι στο αυτοκίνητο της και την μετέφερε στην περιοχή απ’ όπου την έχει αρπάξει και στη συνέχεια την οδήγησε πεζή μέχρι το σημείο όπου βρισκόταν ένα πρατήριο καυσίμων. Οι κάμερες από τα γύρω καταστήματα κατέγραψαν τις παραπάνω κινήσεις και το υλικό προβλήθηκε σε ειδησεογραφικά sites και στα δελτία ειδήσεων.
Στη συνέχεια η 33χρονη πέταξε το κινητό της τηλέφωνο και προμηθεύτηκε ένα καινούριο κινητό με νέα κάρτα, όπως προέκυψε από την έρευνα των Αρχών. Έπειτα μπήκε σε ένα ταξί με προορισμό την παραλία Κατερίνης όπου μίσθωσε ένα διαμέρισμα.
Από μαρτυρίες οι αστυνομικοί κατάφεραν να εντοπίσουν τον οδηγό ταξί, ο οποίος με τη σειρά του επιβεβαίωσε την μεταφορά της 33χρονης στην παραλία Κατερίνης. Ήταν θέμα χρόνου να συλληφθεί, κάτι που έγινε λίγο αργότερα όταν οι αστυνομικοί την εντόπισαν και την παρακολούθησαν σε κάθε της βήμα.
Η 33χρονη είχε προσπαθήσει να αλλάξει την εμφάνιση της για να μην γίνει αντιληπτή, ξυρίζοντας σχεδόν το κεφάλι της ενώ φορούσε συνεχώς μια μπαντάνα. Πριν την συλλάβουν, είχε προλάβει να καταστρέψει τον φορητό της υπολογιστή, ωστόσο το λαπτοπ κατασχέθηκε πριν προλάβει να το πετάξει στα σκουπίδια. Από εκείνη τη μέρα και μετά οι ειδικοί στα Εγκληματολογικά Εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ προσπαθούν να ανασύρουν όλα όσα είχε αποθηκευμένα στον άχρηστο πλέον υπολογιστή της. Φαίνεται πως η ίδια είχε προσπαθήσει να προκαλέσει φθορά και στον σκληρό δίσκο, δυσκολεύοντας ακόμη περισσότερο τις προσπάθειες των ειδικών να επαναφέρουν το χαμένο υλικό. Ήταν όμως σχεδόν βέβαιοι ότι η 33χρονη έκρυβε πολλά μυστικά μέσα στον υπολογιστή της, γι’ αυτό άλλωστε επιχείρησε να τον καταστρέψει αμέσως μόλις έμαθε ότι αναζητείται από την αστυνομία.
Οι αστυνομικοί που συμμετείχαν στην επιχείρηση εντοπισμού και σύλληψης της, πίστευαν ότι ο σκληρός δίσκος μπορεί να περιείχε τυχόν καταγεγραμμένο βιντεοληπτικό και φωτογραφικό υλικό από τις αποτρόπαιες πράξεις εις βάρος του 10χρονου κοριτσιού.
Το βούλευμα – καταπέλτης
Και να που 6 μήνες μετά, έρχεται το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης με ημερομηνία έκδοσης 18/12/2020, να ενισχύσει ακόμη περισσότερο αυτές τις ενδείξεις.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην 5η σελίδα του βουλεύματος, «Περαιτέρω, βάσει των στοιχείων της δικογραφίας, υπήρξαν βάσιμες ενδείξεις ότι η κατηγορούμενη παρήγαγε και κατείχε υλικό παιδικής πορνογραφίας, καθότι αφού αφαίρεσε τα ρούχα της ανήλικης, την έλουσε και έριξε λάδι στο σώμα της, στη συνέχεια της φόρεσε τα δικά της ρούχα και την έβαψε με μακιγιάζ στα χείλη και στα μάτια και άρχισε να την φωτογραφίζει με τρόπο ώστε, να προκαλείται γενετήσια διέγερση».
Και αμέσως παρακάτω αναφέρεται: «Επιπρόσθετα, προέκυψε ότι εξέθεσε σε κίνδυνο την ανήλικη καθότι την αφαίρεσε από την επίβλεψη των γονέων της, της χορήγησε ναρκωτικές ουσίες που είχαν ουσιώδη επίδραση στον οργανισμό της».
Μάλιστα από τις τοξικολογικές εξετάσεις που διενεργήθηκαν στην ανήλικη ανευρέθηκαν στο αίμα και στα ούρα της οι ουσίες κοκαϊνη, βενζουλεκγονίνη και αλπραζολάμη (ναρκωτική ουσία του φαρμακευτικού σκευάσματος Xanax, ενώ σύμφωνα με την από 6/8/2020 έκθεση εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης κατά την εξέταση ανάλυσης DNA αποσταλέντος πειστηρίου (ερωτικού βοηθήματος) ανευρέθη ο γενετικός τύπος τόσο της ανήλικης παθούσας όσο και της κατηγορούμενης.
Στις 27 Νοεμβρίου 2020 ο αντιεισαγγελέας Πλημμελειοδικών λαμβάνοντας υπόψη του τα παραπάνω στοιχεία, όπως και το γεγονός ότι η 33χρονη προσπάθησε να διαφύγει όταν έμαθε ότι η αστυνομία αναζητούσε την ίδια και το 10χρονο κορίτσι, πρότεινε να συνεχιστεί η προσωρινή κράτηση της στο σωφρονιστικό κατάστημα γυναικών στον Ελεώνα Θηβών όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Από την αξιολόγηση του συνόλου του αποδεικτικού υλικού, το Συμβούλιο έκρινε ότι η εν λόγω δικογραφία χρήζει περαιτέρω έρευνας καθώς προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής της 33χρονης κατηγορούμενης, ειδικότερα δε για τις κακουργηματικές πράξεις για τις οποίες επιβλήθηκε η προσωρινή κράτηση, δηλαδή της αρπαγής ανηλίκου, με σκοπό να μεταχειριστεί ο δράστης τον ανήλικο σε ανήθικες ασχολίες, της γενετήσιας πράξης με ανήλικο παθόντα κάτω των 12 ετών, της πορνογραφίας ανηλίκου, της διακεκριμένης περίπτωσης διακίνησης ναρκωτικών με την μορφή της ανάμειξης ναρκωτικών σε ποτό προκειμένου να εισαχθεί σε ανθρώπινο οργανισμό. Για όλους τους παραπάνω λόγους το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης έκρινε ότι πρέπει να συνεχιστεί η προσωρινή κράτηση της 33χρονης Ειρήνης Μούρθου για έξι ακόμα μήνες, μέχρι την συμπλήρωση ενός έτους από την έναρξη της.