Έκδηλη είναι η ανησυχία των ειδικών επιστημόνων για τη μελλοντική εξέλιξη της πανδημίας στη χώρα μας. Από τα Χριστούγεννα και μετά, ο αριθμός των ημερήσιων κρουσμάτων κατά μέσον όρο είναι σταθερός (περίπου 650 κρούσματα), ενώ αργή αποκλιμάκωση καταγράφεται στον αριθμό των διασωληνωμένων ασθενών και των θανάτων.
Χθες ανακοινώθηκαν από τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας 866 νέες διαγνώσεις COVID-19 και 27 θάνατοι λόγω της νόσου. Διασωληνωμένοι νοσηλεύονταν χθες 337 ασθενείς. Τα περισσότερα κρούσματα εντοπίστηκαν στην Αττική: συνολικά 364 εκ των οποίων 106 στο κέντρο της Αθήνας ή 10,3 κρούσματα ανά 100.000 κατοίκους, 49 στη Δυτική Αττική (30,45 ανά 100.000) και 49 στον Πειραιά (10,91). Στη Θεσσαλονίκη εντοπίστηκαν 99 νέα κρούσματα (8,92 ανά 100.000 κατοίκους), στην Κοζάνη 53, στη Λέσβο 23 και στη Βοιωτία 29.
Η περίοδος που διανύουμε τώρα είναι κρίσιμη. Οπως σημειώνει στην «Κ» ο καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων Αθανάσιος Σκουτέλης, «τώρα είναι η περίοδος που περιμένουμε να δούμε τα αποτελέσματα της μη προγραμματισμένης χαλάρωσης των μέτρων από τις τρεις γιορτές: των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων.
Τώρα είναι που θα φανούν οι “άσχημοι” αριθμοί. Και τώρα στην κυριολεξία ισχύει για τους επιστήμονες και κυρίως την κυβέρνηση που λαμβάνει τις αποφάσεις το “βλέποντας και κάνοντας”», επισημαίνει ο καθηγητής. Ο ίδιος εκτιμά ότι σίγουρα η εικόνα θα επιδεινωθεί, με δεδομένα τα φαινόμενα συνωστισμού που είδαμε, αλλά κυρίως τα όσα δεν είδαμε με τα κρυφά ρεβεγιόν, τις περασμένες εβδομάδες.
Ο μεγάλος φόβος των ειδικών αφορά τη διασπορά του ιού στην Αττική, με τα πλέον ανησυχητικά μηνύματα να έρχονται από την αύξηση του αριθμού των νοσηλευομένων κατά τουλάχιστον 20% τις ημέρες μετά τα Χριστούγεννα. «Υπάρχει ήδη μια αυξητική τάση στο λεκανοπέδιο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις αναλύσεις των λυμάτων, που είναι ένας πολύ καλός δείκτης», αναφέρει ο κ. Σκουτέλης.
Και προσθέτει: «Το πρόβλημα είναι ότι η Αθήνα είναι ο μισός πληθυσμός της χώρας και ο πιο ζωηρός πληθυσμός. Και ό,τι συμβεί στην Αττική έχει αντίκτυπο σε όλη τη χώρα». Πηγή ανησυχίας είναι και το γεγονός ότι έχουμε μπροστά μας τον χειμώνα. Οπως σχολιάζει ο καθηγητής, «οι χαμηλές θερμοκρασίες οδηγούν σε συγχρωτισμό σε κλειστούς χώρους και επομένως πιο εύκολη μετάδοση αναπνευστικών ιών. Δεν ξέρω όμως τελικά τι είναι χειρότερο. Η αύξηση της μεταδοτικότητας σε κλειστούς χώρους εν μέσω lockdown ή η αύξηση της μεταδοτικότητας σε εξωτερικούς χώρους, με δεδομένες τις εικόνες συνωστισμού που είδαμε το Σαββατοκύριακο, λόγω του καλού καιρού».
Το μεταλλαγμένο στέλεχος
Πολύς λόγος έχει γίνει και για το μεταλλαγμένο στέλεχος του ιού, που κυκλοφορεί ήδη σε πολλές χώρες ανά την Ευρώπη, και έχει κατηγορηθεί ότι καθιστά τον ιό πιο μεταδοτικό. Σύμφωνα με τον κ. Σκουτέλη, αυτό δεν έχει τεκμηριωθεί πλήρως. «Ας μην ψάχνουμε για αποδιοπομπαίο τράγο. Η αύξηση των κρουσμάτων αφορά την αυξημένη κινητικότητα του ιού στην κοινότητα. Μην ξεφεύγουμε από τον στόχο μας που είναι η τήρηση των μέτρων. Εάν αυτή γινόταν σωστά, δεν θα είχαμε φόβο για ενδεχόμενη νέα έξαρση του ιού», τονίζει.