Τον αγαπάω πολύ τον Γιάννη τον Μπουρούση. Δεν τον γνωρίζω προσωπικά, αλλά μέσα από τις περιγραφές του συχωρεμένου του Μάκη νιώθω σαν τον ξέρω από μωρό. Μέλι έσταζε το στόμα του Μάκαρου όποτε τον τρακάριζα στον ναό των φιλίππων. Συναχωνόταν ο Γιάννης; Έτρεχε για τα φαρμακάκια ο μακαρίτης με συνταγή γιατρού. Στον αφρό τον είχε, μη βρέξει και μη στάξει.
Έχασα τον ύπνο μου έτσι που τον είδα σκασμένο χτες το βράδυ. Να βλέπεις ένα παιδί σαν τα κρύα νερά, ψηλό σαν την αψίδα του θριάμβου, να είναι τόσο στενοχωρημένο και να έχει χάσει τη ζωντάνια του. Τέτοια στενοχώρια ούτε όταν έχανε τα λέι απ στο ΟΑΚΑ τις προάλλες, που από τη συγκίνηση που επέστρεψε σπίτι του έκανε 0/5 δίποντα.
Στον πρώτο πληθυντικό μίλησε ο Γιάννης 2-3 φορές, συνεπαρμένος από την υπερπροσπάθεια της αγαπημένης του ομάδας και συγκλονισμένος από το χειρουργείο που την πέρασαν με τη Ρεάλ. Τι να κάνεις όμως; «Βοήθεια γειτόνοι η τρύπα μου δε γλιτώνει» ήταν η υπόθεση, ό,τι ήθελαν σφύραγαν οι αλεπουδιάρες και ο κακόμοιρος ο Βόβορας είχε γουρλώσει το μάτι σα λιθρίνι που το κυνηγάνε τα σκυλόψαρα.
Δε μιλάμε συχνά για διαιτησία εδώ, έλεγαν οι άλλοι. Τι λένε ρε οι Αυγολέμονοι; Τα ορφανά πορεύονται κι οι χήρες κονομιόνται να πούμε. Που είναι οι εποχές που ήταν όλα υπέροχα και είχαμε την πρωταθληματάρα μας την ελληνική που δεν άνοιγε ρουθούνι; Ερχόντουσαν οι Έλληνες οι ρέφερι με τις καπελαδούρες τους και ήξερες ότι δεν θα αδικήσουν ποτέ κανέναν. Εκτός άμα φορούσε κόκκινα, τότε γινόντουσαν ταύροι σε τζαμάδικο και τον έσφαζαν σα γατί. Τότε όμως σωστά δε μιλάγαμε για διαιτησία γιατί στην τελική νικούσε ο καλύτερος. Πότε ρε θα καταλάβετε ότι το μπάσκετ είναι για τους αρχόντους της Α1 και όχι για τις λινάτσες της Ευρωλίγκας;
Ατουταλέ και αλερετούρ!