Η ηρωική αντίσταση της Ελλάδας στην απόπειρα της φασιστικής Ιταλίας να εισβάλει στο έδαφός της, που ξεκίνησε την 28η Οκτωβρίου 1940, αλλά και η προέλαση του ελληνικού στρατού στην υπό κατοχή αλβανική ενδοχώρα προκάλεσαν τον θαυμασμό όχι μόνο των δυτικών συμμάχων, αλλά και της γείτονος Τουρκίας. Η αρθρογραφία των τουρκικών εφημερίδων της εποχής αποτελεί αψευδή μάρτυρα των αισθημάτων συμπαράστασης και των επαίνων που είχαν προκαλέσει τα ελληνικά κατορθώματα εναντίον ενός σαφώς υπέρτερου, υλικά και αριθμητικά, αντιπάλου. Πρόκειται για μια περίοδο που ο Ισμέτ Ινονού, έχοντας υπερισχύσει στον αγώνα εξουσίας που είχε λάβει χώρα μετά τον θάνατο του Κεμάλ Ατατούρκ τον Νοέμβριο 1938, είχε αναγορευθεί σε «εθνικό ηγέτη» (Milli Şef) της Τουρκίας.
Η έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εννέα μήνες αργότερα, διευκόλυνε τον, ούτως ή άλλως, ασφυκτικό έλεγχο που ασκούσε στον Τύπο το «μονοκομματικό καθεστώς» (Tek Parti Rejimi) και, κατά συνέπεια, μπορεί βασίμως να υποστηριχθεί ότι οι δημοσιευόμενες απόψεις απηχούσαν σε μεγάλο βαθμό τις θέσεις των πολιτικά ιθυνόντων.
Πράγματι, ο τουρκικός Τύπος παρακολουθούσε στενά τις εξελίξεις μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας και είχε λάβει θέση υπέρ της πρώτης, τόσο στην περίπτωση της δολοφονίας του Αλβανού ληστή Νταούτ Χότζα (τον οποίο η ιταλική προπαγάνδα επιχείρησε να μετατρέψει σε «Αλβανό πατριώτη», χρεώνοντας τη δολοφονία του σε «Έλληνες πράκτορες») όσο και στην περίπτωση του τορπιλισμού της «Έλλης». Έτσι, ο Χουσεΐν Τζαχίτ Γιάλτσιν στη «Γενί Σαμπάχ» εξέφραζε τον προβληματισμό και την ανησυχία του για την απειλητική στάση της Ιταλίας έναντι της Ελλάδας και προέβλεπε μια διά ξηράς και όχι διά θαλάσσης επίθεση της Ιταλίας (Hüseyin Cahit Yalçın, «Yunanistan ve Italya», Yeni Sabah 15/8/1940). Την επομένη, ο Ζεκερίγια Σερτέλ στην «Ταν» συμμεριζόταν την άποψη του Γιάλτσιν πως μια ενδεχόμενη ιταλική επίθεση εναντίον της Ελλάδας θα σηματοδοτούσε το τέλος της ειρήνης στα Βαλκάνια (Zekeriya Sertel, «İtalya Yunanistan’dan ne İstiyor?», Tan 16/8/1940). Με τη σειρά του, ο Αχμέτ Εμίν Γιαλμάν στη «Βατάν» έβλεπε «σκοτεινά νέφη στον ορίζοντα», χρεώνοντας στην Ιταλία «κακή πρόθεση» μετά την οποία «εύκολα δίνεται και η αφορμή» (Ahmet Emin Yalman, «Yakın Ufuklarda Bulutlar», Vatan 25/8/1940), ενώ και πάλι ο Σερτέλ εκτιμούσε πως, αν η Ιταλία πραγματοποιούσε τις απειλές της, θα συναντούσε την ένοπλη αντίσταση της Ελλάδας («Yunanistan Romanya gibi Korkutmak İstiyorlar», Tan 26/8/1940).
Η φιλική αυτή στάση προς την Ελλάδα που εξέφραζε ο τουρκικός Τύπος απηχούσε τη βαθιά ανησυχία που κυριαρχούσε τότε στη χώρα για την επιθετική στάση της Ιταλίας. Οι Τούρκοι αρθρογράφοι φαίνεται πως προσδοκούσαν ένοπλη ελληνική αντίσταση στη διαγραφόμενη ιταλική εισβολή. Την επομένη της 28ης Οκτωβρίου, ο Χ. Τζ. Γιάλτσιν δημοσίευε διθυραμβικό άρθρο γνώμης, στο οποίο έπλεκε το εγκώμιο του ελληνικού έθνους και της σθεναρής στάσης του: «Το ηρωικό ελληνικό έθνος που ζώστηκε τα όπλα χωρίς κανένα δισταγμό για να υπερασπιστεί την πατρίδα εναντίον ενός εξωτερικού εχθρού, έχει αναμφισβήτητα προκαλέσει συμπάθεια και αγάπη σε κάθε γωνιά της υφηλίου. Υπάρχει όμως και κάτι ακόμη πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι τη στιγμή αυτή πουθενά αλλού στον κόσμο δεν συμμερίζεται τα αισθήματά του τόσο βαθιά και ειλικρινά άλλος από την Τουρκία. Είμαστε ολόψυχα στο πλάι του ελληνικού έθνους. Ευχόμαστε ολόψυχα να επιτύχει τη νίκη στον αγώνα που δίνει για την ανεξαρτησία και την αξιοπρέπειά του. (…) Ποιες επιπλοκές θα προκαλέσει ο ελληνοϊταλικός πόλεμος στα Βαλκάνια και στην ανατολική Μεσόγειο; Δεν είναι τώρα η στιγμή να δοθεί απάντηση ορθή και εμπεριστατωμένη στα ερωτήματα αυτά. Ενα είναι βέβαιο, ότι το ελληνικό έθνος δεν θα διστάσει να πολεμήσει για να υπερασπίσει την πατρίδα του, έτσι όπως αρμόζει σε μια χώρα που είναι η κοιτίδα της ελευθερίας και του πολιτισμού» («Yunanistana Taaruz», Yeni Sabah 29/10/1940).