Με την αυτοπρόσωπη παρουσία του ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου και την απολογία του κ. Βαγγέλη Μαρινάκη ολοκληρώθηκε, επί της ουσίας, η δικαστική διαδικασία για μια υπόθεση, αυτή της δήθεν συμμορίας, η οποία, ως μια κλασσική και κατασκευασμένη σκευωρία, ταλαιπώρησε αθώους πολίτες για να εξυπηρετηθούν επιχειρηματικά, ποδοσφαιρικά και πολιτικά συμφέροντα και κατέληξε, όταν χρειάστηκε να αποδειχθεί ενώπιον της πραγματικής δικαιοσύνης, σε μια μεγαλοπρεπή φούσκα.
Η απολογία του κ. Μαρινάκη (το «ειδικό» ρεπορτάζ αναφέρει ότι ήταν εξαιρετικά ψύχραιμος και καθαρός στις απαντήσεις με καίριες παρεμβάσεις όταν χρειάστηκε) επιβεβαίωσε με πανηγυρικό τρόπο την παντελή ανυπαρξία οποιουδήποτε βάσιμου αποδεικτικού στοιχείου στο περίφημο βούλευμα 1692/2018, η σύνταξη του οποίου στηρίχθηκε στην έρευνα του κ. Κορέα, στις ανακριτικές επιδόσεις του κ. Ανδρεάδη και στις συνθετικές ικανότητες των κατά περίπτωση Τριμελών Συμβουλίων, που ανέλαβαν την τελική διατύπωση των κατηγοριών.
Σε όλες αυτές τις χιλιάδες σελίδες ερευνών, αναφορών, καταγγελιών, υποκλοπών, καταθέσεων, αποκαλύψεων δεν προέκυψε ούτε ένα στοιχείο που να συνηγορεί υπέρ της βασικής κατηγορίας για μια δήθεν συμμορία, που διαχειρίζονταν το ελληνικό ποδόσφαιρο κατά βούληση με σκοπό την δήθεν εξυπηρέτηση των συμφερόντων του Ολυμπιακού.
Είναι τρομακτικό, αν το καλοσκεφθεί κανείς, αλλά από όλα τα δήθεν παράνομα και παράτυπα για τα οποία κατηγορήθηκε ο κ. Μαρινάκης τίποτε, απολύτως τίποτε, δεν αποδείχθηκε βάσιμο και σχετικά αληθές, ώστε με βάση αυτό να οδηγηθεί το δικαστήριο στην μετά βεβαιότητας απόδειξη της ενοχής του και να τον καταδικάσει.
Όλες οι σχετικές κατηγορίες και όλα τα στοιχεία υπονοούσαν ή φαντασιώνονταν τη συμμετοχή Μαρινάκη σε διάφορες παράνομες ή παραβατικές συμπεριφορές, αλλά κανένα, απολύτως κανένα δεν επιβεβαιώθηκε με την επάρκεια που ένα ποινικό δικαστήριο απαιτείται να εκτιμάει τα αποδεικτικά στοιχεία. Αυτή δεν είναι μια προσωπική εκτίμηση, είναι μια κοινή πεποίθηση όσων παρακολούθησαν τη δίκη ή έχουν μια σφαιρική εικόνα για την εξέλιξη της.
Τι θα συμβεί, λογικά, από εδώ και πέρα; Ό,τι συμβαίνει σε μια αστική δημοκρατία δυτικού τύπου. Στη δικαιοσύνη αυτής της δημοκρατίας κανένας δεν καταδικάζεται «επειδή δεν είναι αθώος», ούτε καν «επειδή είναι ένοχος», σύμφωνα με την κοινή πεποίθηση, όπως αυτή προκύπτει από τις επικοινωνιακές επιδόσεις ενός ολόκληρου συστήματος, αυτού της δήθεν εξυγίανσης, η οποία συνιστά τη μεγαλύτερη και πλέον συγκροτημένη εγκληματική οργάνωση που παρουσιάστηκε ποτέ στη χώρα. Καταδικάζεται κάποιος μόνο όταν αποδειχθεί σε βαθμό απόλυτης βεβαιότητας η ενοχή του με βάση όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, τις καταθέσεις, τις μαρτυρίες κ.λ.π.
Στην υπόθεση της δήθεν συμμορίας όλα τα διαθέσιμα στοιχεία και ειδικά οι μαρτυρίες και οι καταθέσεις μόνο επιβαρυντικά δεν αποδείχθηκαν. Κατέπεσαν με την πρώτη εξέταση στο ακροατήριο τα πάντα και κατέληξαν αυτό που ήταν πάντα: αόριστες προσωπικές εκτιμήσεις, ψευδεπίγραφες αναφορές, ανύπαρκτες βεβαιότητες, αστείες υποψίες και ανεπιβεβαίωτες δήθεν πληροφορίες.
Δηλαδή, ένας αχταρμάς από «νομίζω, αν κατάλαβα καλά, άκουσα, μου είπαν, φαίνεται, υποψιάζομαι, πιστεύω, νομίζω, έτσι λένε, το ξέρουν κι οι πέτρες…», ο οποίος είχε ήδη καταρριφθεί στη διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής Δεοντολογίας της ΕΠΟ όταν η Πρόεδρος (τακτική δικαστής και αυτή) κα Ιωαννίδου απάντησε από έδρας στον περιλάλητο μάρτυρα, που επικαλέστηκε πως κι οι πέτρες ξέρουν τι συνέβαινε τότε, ότι «ναι, αλλά εδώ δεν δικάζονται οι πέτρες»…
Το ποινικό δικαστήριο της αστικής δημοκρατίας δεν μπορεί, ως εκ της φύσεως του, να καταδικάσει κάποιον χωρίς να προκύπτει από τη διαδικασία με ασφάλεια η πλήρης βεβαιότητα της ενοχής του. «Ολίγον ή περίπου ένοχος» στην ποινική δικαιοσύνη δεν υπάρχει.
Αυτή την αδυναμία την αναγνώρισε προ ημερών και η Επιτροπή Δεοντολογίας της ΕΠΟ (από τακτικούς δικαστές αποτελούμενη), στη διακριτική ευχέρεια της οποίας ήταν να καταδικάσει κατηγορούμενους, μεταξύ των οποίων και τον κ. Μαρινάκη, με βαθμό απόδειξης «ισχυρή πιθανολόγηση» (comfortable satisfaction), αλλά πανηγυρικά τον αθώωσε. Έκρινε, δηλαδή, πως ούτε ισχυρή πιθανολόγηση ενοχής δεν προκύπτει από το σώμα του βουλεύματος (αντιγραφή του οποίου ήταν η περιβόητη έκθεση της κας Σπανού) και περιέγραψε με τα μελανότερα χρώματα την αξία όλων των δήθεν στοιχείων, των καταθέσεων, των μαρτυριών, των δήθεν αποδείξεων κ.λ.π.
Αν δεν βγει ο ήλιος από τη δύση όλοι οι κατηγορούμενοι για την υπόθεση της δήθεν συμμορίας θα αθωωθούν και θα αποδοθούν λευκές περιστερές στην ελληνική κοινωνία και στο εγχώριο ποδόσφαιρο.
Θα κλείσει έτσι, εκεί γύρω στα Χριστούγεννα, με την ολοκλήρωση της αυθεντικής, της επίσημης δικαστικής διαδικασίας και όχι με τις καθοδηγημένες κραυγές των εργολάβων της ενημέρωσης και όλων των δημοσιογραφικών παπαγάλων της χώρας που επικοινωνούν ετοιματζίδικες δημοσιεύσεις έναντι αμοιβής, η υπόθεση της μεγαλύτερης σκευωρίας που γνώρισε ποτέ το ελληνικό ποδόσφαιρο από την ίδρυση του μέχρι και σήμερα.
Τι δεν θα κλείσει ποτέ; Η χαμένη ζωή, η υγεία, η ψυχική ηρεμία κι ο χαμένος χρόνος ανθρώπων, τους οποίους συγκεκριμένα επιχειρηματικά και ποδοσφαιρικά συμφέροντα με την αμέριστη συνδρομή των μελών της γνωστής εγκληματικής δημοσιογραφικής οργάνωσης των απανταχού εργολάβων διαπόμπευσαν, κατηγόρησαν χωρίς στοιχεία, έδωσαν βορά σε οπαδικά ορκ, εξευτέλισαν.
Για όλους αυτούς δεν πρόκειται κανένας ποτέ να ενδιαφερθεί, να ζητήσει μια απλή συγνώμη για τα όσα υπέστησαν και θα υφίστανται για μια ζωή, καθώς είναι τοις πάσι γνωστό, ότι οι εναντίον τους κατηγορίες, ανύπαρκτες και κατασκευασμένες, έχουν διαφορετικό προσδοκώμενο ζωής στην κοινή γνώμη από ότι στην κανονική δικαιοσύνη.
Πολύ περισσότερο δεν πρόκειται να αποκατασταθούν κραυγαλέες αδικίες, που σχεδιάστηκαν και εξελίχθηκαν με τη συνεργασία των πολιτικά αλητήριων των ιδεοληπτικών του ΣΥΡΙΖΑ (Παππάς, Φλαμπουράρης, Κοντονής) τον Απρίλιο του 2016 και εφαρμόστηκαν από τα ποδοσφαιρικά τους ενεργούμενα στην ΕΠΟ και εκτός αυτής λίγους μήνες αργότερα.
Υ.Γ. Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια! (Πολιτική ανάρτηση).