Δεν γνωρίζω αν ο Ολυμπιακός (άμεσα ή έμμεσα) πρότεινε στην Ε.Π.Ο. την μετάθεση της ημερομηνίας διεξαγωγής του Τελικού του Κυπέλλου «κάπου στις γιορτές των Χριστουγέννων» ή αν ήταν μια απλή, ενδεικτική μιας άλλης λογικής, αναφορά για να καταδείξει το πλήρες αδιέξοδο της επιλογής να διεξαχθεί ο αγώνας την Κυριακή 30 Αυγούστου δίκην «κουτσουρεμένου αγώνα προετοιμασίας» των δυο φιναλίστ.
Ό,τι και να συνέβη ή ακόμη και εάν ποτέ δεν προέκυψε ποτέ στα σοβαρά μια ανάλογη πρόταση η μοναδική αλήθεια είναι μια. Η μετάθεση της ημερομηνίας διεξαγωγής του Τελικού για αργότερα, κάπου σε κάποια ημερομηνία έως το τέλος του έτους και υπό συνθήκες, αγωνιστικές και ευρύτερες, απείρως ομαλότερες από αυτές που ισχύουν σήμερα, είναι η μοναδική διέξοδος που έχει στη διάθεση της αυτή η Ε.Π.Ο. για να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται από τον σημαντικότερο αγώνα της χρονιάς.
Είναι η μοναδική διέξοδος για να αποκτήσει ο Τελικός Αγώνας ελάχιστη, έστω, από τη λάμψη που χρειάζεται να έχει για να διατηρεί το μύθο του και, ταυτόχρονα, να μπορεί να πωληθεί στην αγορά των τηλεοπτικών και εμπορικών δικαιωμάτων με την αξία που του προσδίδουν οι δύο ομάδες που μετέχουν.
Αυτό το πράμα που ετοιμάζεται, τσάτρα – πάτρα, να οργανωθεί την Κυριακή σε ένα έρημο ΟΑΚΑ με ένα κάκιστο, αυτή την εποχή, αγωνιστικό χώρο με δύο ομάδες «τραυματισμένες» από απουσίες υπαρκτές ή που προετοιμάζονται, με αρνητική δημοσιότητα από τις παρανοϊκές αποφάσεις της κλίκας Δημητρίου, με την απόλυτη απαξία να απειλεί άμεσα τον χαρακτήρα του δεν είναι Τελικός Κυπέλλου.
Δεν είναι καν «εξυπηρέτηση» ή « δουλική υπακοή στις εντολές». Είναι κάτι πολύ χειρότερο. Είναι μια ακραία αστειότητα, ένα ανέκδοτο, που προέκυψε από το πώς και πόσο εύκολα η ζωή και το ποδόσφαιρο εκδικούνται όσους επιχειρούν να βιάσουν τη λογική των πραγμάτων και να αντικαταστήσουν τους παραδοσιακούς θεούς στο δεύτερο σημαντικότερο πράγμα στη ζωή κάθε οπαδού, στο ποδόσφαιρο.
Η εικόνα δύο ομάδων που εμφανίζονται να αγωνιστούν στον Τελικό Αγώνα με αποστολές κουτσουρεμένες, συμπληρωμένες εκ των έσω, με ποδοσφαιριστές «που έχουν το μυαλό τους στην επόμενη ομάδα τους», με ένα αγωνιστικό χώρο εξόχως προβληματικό και με την ψυχολογία « να τελειώσουμε, να πάμε για ύπνο γιατί αύριο το πρωί έχουμε προπόνηση» δεν μπορεί να αντιστοιχεί στην κορυφαία αναμέτρηση της χρονιάς, ούτε ακόμη και αν κάποιοι τον χρησιμοποιούν για να κάνουν, με όργανο τον κάθε Δημητρίου, επίδειξη δύναμης.
Η μετάθεση του Τελικού σε άλλη, προσφορότερη ημερομηνία, προκρίνεται και από το γεγονός πως το αποτέλεσμα του δεν προσφέρει στη νικήτρια ομάδα τίποτε περισσότερο από ένα εγχώριο τίτλο, έντονα αμφισβητούμενο, λόγω, ακριβώς, των συνθηκών διεξαγωγής. Το αποτέλεσμα δεν διαμεσολαβεί στην ευρωπαϊκή εκπροσώπηση της χώρας, δεν προσφέρει θέση σε κάποια από τις διασυλλογικές διοργανώσεις της UEFA, οι οποίες έχουν ήδη καλυφθεί από το πρωτάθλημα.
Στην ουσία τίποτε δεν συνηγορεί υπέρ της διεξαγωγής του εκτός από την θλιβερή μονομανία των χαλίφηδων και των κολαούζων τους.
Αφήνω στην άκρη την επιλογή οι ομάδες να αγωνιστούν με το ρόστερ της περιόδου 2019/2020, που μπορεί να έχει μια επικαιροποιημένη βάση, αλλά αποδεικνύεται εν τοις πράγμασι εξαιρετικά αδύναμη και εύκολα αμφισβητούμενη.
Θυμίζω, απλώς, ότι η μετάθεση του αγώνα σε νέα ημερομηνία θα δώσει την ευκαιρία στις ομάδες να μπουν στο γήπεδο με τις καλύτερες δυνατές ενδεκάδες τους και να επιδιώξουν τη νίκη με την κάθε μία να παρατάσσει ό,τι καλύτερο διαθέτει και – το σημαντικότερο- μια ομάδα που θα έχει δομηθεί και θα έχει διαμορφωθεί σε σειρά αγώνων, εντός και εκτός της χώρας, με πολύ καλύτερους αγωνιστικούς όρους από ότι σήμερα ισχύει.
Η Ε.Π.Ο., έστω αυτή που (διατείνεται ότι) υπάρχει έχει καιρό ακόμη να αποφασίσει με βάση τη λογική και την υστεροφημία της και να ακυρώσει (δηλαδή να μεταθέσει) τη διεξαγωγή του αγώνα, συμβάλλοντας, έτσι, στην αποκατάσταση, ως ένα βαθμό, του κύρους του και του ειδικού του χαρακτήρα.
Είναι η τελευταία ευκαιρία της να συναντηθεί με την κοινή λογική και να εγκαταλείψει τις παραδοξότητες που σήμερα διακονεί δήθεν ως ποδοσφαιρικές προτεραιότητες.
Δύσκολη αποστολή ομολογώ, αλλά αποτελεί, έτσι ή αλλιώς, την ύστατη ευκαιρία της Ομοσπονδίας να επιλέξει τη σοβαρότητα αντί της γενικευμένης φαρσοκωμωδίας που σήμερα έχει κυριαρχήσει στις αποφάσεις της και την έχει καταστήσει συνώνυμη της ξεφτίλας.