Ο Βασίλης Χατζηπαναγής ήταν ίσως ο κορυφαίος παίκτης που έχει βγει από την Ελλάδα τα τελευταία πενήντα χρόνια και ο παλαίμαχος αρτίστας τόνισε σε δηλώσεις του ότι ο Ηρακλής θα έπρεπε να έχει κερδίσει ένα πρωτάθλημα και άλλα δύο Κύπελλα τουλάχιστον, ενώ παράλληλα αναφέρθηκε και στην τωρινή κατάσταση της ομάδας.
Ο Χατζηπαναγής, μεταξύ άλλων, τόνισε:
«Είχαμε μεγάλη ομάδα τότε στον Ηρακλή και εκτός από το κύπελλο που πήραμε, θα έπρεπε να πάρουμε άλλα δύο κύπελλα, στους τελικούς που πήγαμε, αλλά και ένα πρωτάθλημα το 1983-84, έπρεπε να το πάρουμε εμείς, τότε με τον Ράους στην τεχνική ηγεσία. Εάν κερδίζαμε τον Παναθηναϊκό στο 2-2 που φέραμε στο Καυτανζόγλειο, με την ευκαιρία του Μιτόσεβιτς, θα τον περνούσαμε και δεν θα το χάναμε εκείνο το πρωτάθλημα. Είναι κρίμα ο Ηρακλής εκείνης της εποχής να μην έχει πάρει τουλάχιστον ένα πρωτάθλημα».
«Δεν παίζουν πολλοί Έλληνες τώρα στις ομάδες και αυτό είναι το πρόβλημα του ποδοσφαίρου μας. Πρέπει να αποφασίσουν οι ομάδες να βάλουν νεαρά παιδιά, μόλις γίνει κάποιος 18 χρόνων και μπορεί να αγωνιστεί, να του δίνουν την ευκαιρία. Τότε θα δείξει εάν μπορεί να παίξει, εγώ μπήκα 17,5 χρόνων στην Παχτακόρ, μπροστά σε 60.000 κόσμο. Με έσπρωξε ο προπονητής, με έριξε στα βαθιά και έπαιξα μπάλα…».
«Ο Κούδας, ο Σκαρτάδος, ο Μητσιμπόνας, ήταν παίκτες δύσκολοι αντίπαλοι, αλλά υπήρχαν κι άλλοι που μπορούσαν να κάνουν καριέρα στο εξωτερικό, αλλά τότε υπήρχαν τα συμβόλαια δωδεκαετίας, που ήταν σκλαβιά για τους παίκτες και εγώ ξεκίνησα με την προσφυγή που έκανα στα ευρωπαϊκά δικαστήρια το θέμα με τα συμβόλαια πενταετίας. Δυστυχώς για μένα, ήρθε η Άρσεναλ και η Στουτγκάρδη, με ζήτησαν από τον Ηρακλή, αλλά δεν με έδιναν, πατώντας πάνω στο συμβόλαιο. Θα μπορούσα να κάνω μεγαλύτερο όνομα στην Ευρώπη, εάν έπαιζα στο εξωτερικό, αλλά και στην εθνική ομάδα. Ακόμη δεν ξέρω τι είχε γίνει τότε και δεν αγωνίστηκα με το εθνόσημο, κάτι που ήθελα πολύ».
«Δεκάρια δεν υπάρχουν στην Ελλάδα, ο τελευταίος ήταν ο Τσάρτας, που ήταν πολύ καλός παίκτης και ο Ρεχάγκελ τον αδίκησε στο Euro, αλλά όποτε έπαιζε, έδειχνε ότι άξιζε να αγωνίζεται. Πιστεύω ότι οι ομάδες δίνουν πολλά λεφτά για ξένους παίκτες αμφίβολης αξίας και κακώς δεν προωθούν το δεκάρι π.χ. της Κ19 εφόσον είναι αυτός που ξεχωρίζει».
«Αυτό που κάνω τώρα, είναι ότι διδάσκω το ποδόσφαιρο σε μικρά παιδιά, σε καθημερινά καμπ, μαζί με τον συνεργάτη μου, γυμναστή, Νίκο Φράγκο σε όλη την Ελλάδα και κάναμε πρόσφατα μια πρόταση στην ΕΠΟ, για συνεργασία, με την οποία πιστεύω ότι θα βοηθήσουμε το ποδόσφαιρο να αναπτυχθεί».
Στην εκπομπή έκαναν παρέμβαση, ο Γιώργος Κούδας και ο Βασίλης Τσάρτας!
Ο Κούδας είπε: «Μία φορά έπαιξα συμπαίκτης με τον Βασίλη, σε ματς της εθνικής με την Πολωνία, στη Λεωφόρο και του έδινα επίτηδες συνεχώς τη μπάλα, για να δω τι κάνει, μέσα στον αγωνιστικό χώρο, σαν συμπαίκτης. Τον θαύμαζα σαν ποδοσφαιριστή, γιατί ήταν το κάτι διαφορετικό και ισχύει αυτό που είπα ότι μπορεί να κάνει ντρίπλα μέσα σε… τηλεφωνικό θάλαμο. Ο Βάσια θα μπορούσε να παίξει βασικός στη Μπαρτσελόνα και τη Λίβερπουλ εκείνης της εποχής, με το ταλέντο που είχε».
Ο Τσιάρτας, τόνισε: «Ο Βάσια ήταν το ίνδαλμά μου, περίμενα να δω τα τρίλεπτα στην τηλεόραση και προσπαθούσα στην αυλή του σπιτιού μου να κάνω τα ίδια. Είχαμε μια ταβέρνα στην Αλεξάνδρεια Ημαθίας, από όπου είναι η καταγωγή μου και έβαζα τις καρέκλες απέναντί μου, προσπαθώντας να περάσω τη μπάλα κάτω από τα 4 πόδια της καρέκλας, χωρίς να ακουμπήσει στα πόδια. Αυτά τα έβλεπα από τον Χατζηπαναγή στην τηλεόραση και προσπαθούσα να τα εφαρμόσω. Ήταν μεγάλος παίκτης, τεράστιος και κακώς δεν έπαιξε στο εξωτερικό, ήταν ο Μέσι εκείνης της εποχής…».