Τον Απρίλιο – Δευτέρα του Πάσχα συγκεκριμένα – του 2018 ο Ολυμπιακός ανακοίνωσε τη συμφωνία με τον Πέδρο Μαρτίνς. Έναν μάλλον άσημο Πορτογάλο τεχνικό που η πορεία του δεν θύμιζε σε τίποτε εκείνη των επιτυχημένων συμπατριωτών του. Ούτε καν των προκατόχων του στον Ολυμπιακό. Όλοι οι Πορτογάλοι προπονητές των Ερυθρόλευκων προ Μαρτίνς είχαν κάνει το ξεπέταγμα τους σε πολύ νεαρότερη ηλικία: ο Ζαρντίμ ήταν 38 όταν ανέλαβε τον Ολυμπιακό προερχόμενος από την Μπράγκα, ο Βίτορ Περέιρα στα 43 του ήταν προπονητής της Πόρτο, ο Μάρκο Σίλβα στα 37 του είχε ήδη μια πολύ καλή σεζόν με τη Σπόρτινγκ ενώ ο Μπέντο από τα 36 του προπονούσε τα «λιοντάρια» της Λισαβόνας, αναλαμβάνοντας στα 40 την εθνική Πορτογαλίας.
Ο Μάρτινς λοιπόν, έκανε τη διαφορά. Πριν καν αρχίσει επίσημα η πρώτη του σεζόν στο Λιμάνι, ο Πέδρο είχε κιόλας κλείσει τα 48. Οι 8 σεζόν του στην πρώτη κατηγορία ήταν μοιρασμένες στους μικρομεσαίους πάγκους της Μαρίτιμο, της Ρίο Άβε και της Γκιμαράες. Κακά τα ψέματα, το να ανακοινώνεις έναν 48χρονο προπονητή δίχως ενδιαφέρον βιογραφικό και μάλιστα μετά από μια καταστροφική σεζόν, επικοινωνιακά τουλάχιστον έμοιαζε με απόπειρα αυτοκτονίας. Τι θα συνέβαινε αν το πράγμα πήγαινε να στραβώσει και πώς θα απαιτούσε κάποιος από τον κόσμο να στηρίξει και να κάνει υπομονή;
Η σεζόν άρχισε να γίνεται ζόρικη από νωρίς. Η ανεπανάληπτη γκίνια στο ματς με τον ΠΑΟΚ έφερε τον Ολυμπιακό στο -1 αντί για το +5. Ακολούθησαν αρκετές μέτριες εμφανίσεις, κάποιες εκ των οποίων συνοδεύτηκαν με επώδυνες απώλειες. Τον ρόλο της διαιτησίας και το πώς αυτός διαμόρφωσε τη βαθμολογία τον αφήνουμε στην άκρη. Μέχρι και τη βραδιά με τη Μίλαν στο Καραϊσκάκη (μόλις τέσσερις μέρες μετά το 0-0 του… Τζήλου στην Ξάνθη), τα πράγματα μόνο ρόδινα δεν έμοιαζαν για τον άμαθο στην πίεση Πορτογάλο. Και τότε ήρθε μια επική νίκη, με τα δυο γκολ διαφορά που χρειάζονταν προκειμένου να εξασφαλιστεί η πρόκριση…
Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ο Πέδρο γύρισε το χαρτί υπέρ του. Ακολούθησε ένα εντυπωσιακό σερί έξι νικών με καλό ποδόσφαιρο, μέχρι να μπει ο καταστροφικός Φλεβάρης. Μέσα σε 19 μέρες ο Ολυμπιακός έχασε και τους τρεις στόχους του: ήττα στην Τούμπα και αντίο πρωτάθλημα, αποκλεισμός από την Ντιναμό Κιέβου και φινάλε (28/2) με την ήττα-σοκ από τη Λαμία στον επαναληπτικό του κυπέλλου. Για λίγα 24ωρα το κεφάλι του Μαρτίνς δεν έμοιαζε και πολύ καλά στερεωμένο στη θέση του. Παρά τη μεγάλη πίεση όμως, ο Βαγγέλης Μαρινάκης ξεθύμανε γρήγορα από τα νεύρα του και πήρε μια απόφαση που δεν τη μετάνιωσε έκτοτε…
Το καλοκαίρι του 2019 ο Ολυμπιακός έγινε η μοναδική ελληνική ομάδα που μπαίνει στο Τσάμπιονς Λιγκ έπειτα από τρεις προκριματικούς γύρους και μάλιστα χωρίς να είναι στο θεωρητικά ευκολότερο μονοπάτι των πρωταθλητών. Τα λεφτά όμως (του Τσάμπιονς Λιγκ εν προκειμένω) δε φέρνουν από μόνα τους την ευτυχία. Μόλις δυο χρόνια νωρίτερα, μια άλλη πρόκριση στους ομίλους αποδείχθηκε ως η αρχή του τέλους μιας επταετούς αυτοκρατορίας. Ο Χάσι είχε υποσχεθεί ότι θα έστελνε τον Ολυμπιακό στην κλήρωση του Μονακό, αλλά φαίνεται πως κανείς δεν τον είχε ρωτήσει τι σκοπούς είχε για το πρωτάθλημα…
Το πραγματικό διακύβευμα της σεζόν, το 45ο δηλαδή, χρειάστηκε αρκετό καιρό μέχρι να αρχίσει να φαίνεται καθαρά. Οι Ερυθρόλευκοι παρέμεναν αήττητοι μεν, όμως οι ισοπαλίες με ΠΑΟ, Ξάνθη, Πανιώνιο και ΠΑΟΚ, προϊδέαζαν για ένα θρίλερ ως το τέλος και όλα έδειχναν πως η πρωτιά στην κανονική περίοδο θα κρινόταν στην Τούμπα. Κοιτώντας τη σεζόν προς τα πίσω, το τελικό +7 μοιάζει πολύ πιο φυσιολογικό απ’ ό,τι θα ακουγόταν π.χ. την Πρωτοχρονιά. Την ώρα που ο Ολυμπιακός έδειχνε πιο δυνατός από ποτέ, ο ΠΑΟΚ κατέρρεε, πρώτα μέσα στα γήπεδα της Σούπερ Λιγκ και μετά στις δικαστικές αίθουσες.
Στο ντέρμπι της Τούμπας, ο Μαρτίνς έλυσε τα ελληνικά μάγια με ένα διπλό που είχε αργήσει τέσσερα χρόνια. Τέσσερις μέρες μετά, ο Ελ Αραμπί έσπασε και την ευρωπαϊκή κατάρα που διαχρονικά ήθελε τους Πειραιώτες να αδυνατούν να εξαργυρώσουν τις σπουδαίες εμφανίσεις τους κόντρα σε μεγαθήρια. Και η γκέλα του ΠΑΟΚ στην Ξάνθη την τελευταία αγωνιστική ολοκλήρωνε ένα απίστευτο 8ήμερο. Από Κυριακή σε Κυριακή, ο Πορτογάλος είδε τη μοίρα να του χαρίζει όσα του στέρησε τον προηγούμενο Φεβρουάριο και όσα του χρωστούσε σε τόσα χρόνια καριέρας…
Στις 8 Μαΐου του 2018 ο Πέδρο Μαρτίνς συστήθηκε για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό, κατά την επίσημη παρουσίασή του στα γραφεία της ΠΑΕ. Δυο χρόνια… παρά κάτι ώρες μετά, υπέγραψε ένα νέο συμβόλαιο καρδιάς. Το ομολόγησε με τον τρόπο του και ο ίδιος: 5-10 λεπτά χρειάστηκαν μέχρι να κλείσει η συμφωνία με τον Βαγγέλη Μαρινάκη. Η απονομή του τίτλου που η ομάδα του κατέκτησε μέσα στο γήπεδο θα αργήσει κομματάκι. Ο ιστορικός επαναληπτικός με τη Γουλβς ακόμα περισσότερο. Η ιστορία του Μαρτίνς θυμίζει εκείνες τις… στερεοτυπικές των μεγάλων αουτσάιντερ που γίνονται πρωταγωνιστές και στη συνέχεια σενάρια ταινίας στο Χόλιγουντ.
Με το που θα ξεκινήσει η νέα σεζόν, ο Πέδρο θα είναι ο μακροβιότερος τεχνικός του Ολυμπιακού στον 21ο αιώνα και ο μοναδικός που θα έχει συμπληρώσει δυο ολόκληρες σεζόν και θα ξεκινάει για τρίτη στο τιμόνι της ομάδας, δίχως να έχει μεσολαβήσει κάποιο διάλειμμα όπως στην περίπτωση του Βαλβέρδε. Τελευταίος που κατάφερε κάτι τέτοιο ήταν ο Ντούσαν Μπάγεβιτς, ο οποίος αποχώρησε πριν τα μισά της τέταρτης σεζόν, τον Νοέμβριο του 1999. Μέχρι να φτάσει στο σημείο να απειλήσει τον Βόσνιο (και μακροβιότερο προπονητή του Ολυμπιακού επί Α’ εθνικής), ο Πέδρο λογικά θα αφήσει πίσω τον Μπλαχίν (που έκλεισε 32 μήνες στον ερυθρόλευκο πάγκο) και στο τέλος της χρονιάς θα έχει ισοφαρίσει τον αξέχαστο Λάκη Πετρόπουλο που σφράγισε τη μεγάλη τριετία της εποχής Γουλανδρή. Όχι κι άσχημα για έναν Πορτογάλο που ήρθε σχεδόν άσημος στην Ελλάδα και που πλέον τον γνωρίζει όλη η Ευρώπη…