Η εθνική Ελλάδας έχει τα χάλια της. Οι διαιτητές και οι… κανόνες του «φάρου» φρόντιζαν να τα μακιγιάρουν σε μεγάλο βαθμό στα φιλικά, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις το πράγμα φαινόταν. Μπορεί το Μαυροβούνιο να τρόμαξε στην πρεμιέρα, όμως ο επόμενος αντίπαλος ήταν έτοιμος για ζημιά. Και μας την έκανε, παρότι η διαιτησία θύμιζε τις πιο ένδοξες μέρες του Αναστόπουλου, του Μάνου και του Παναγιώτου. Τώρα πια, όλοι αμφισβητούν όλους.
Εδώ και καιρό προσπαθούσαν κάποιοι να σας πείσουν ότι τέτοιο υλικό δεν το είχαμε ποτέ ξανά και ότι ο Σκουρτόπουλος είναι ένας Ζεν Μάστερ που μετά από χρόνια σε θιβετιανά μοναστήρια κατέβηκε για να διδάξει τα μεγάλα μυστικά του αθλήματος στους αμύητους. Να ‘ταν αφέλεια; Να ‘ταν χορηγία; Κανείς δεν ξέρει. Να παρασύρθηκαν από την παρουσία του MVP του NBA, τον οποίο ξεφτιλίσαμε σε χρόνο dt επειδή είναι αδύνατον να προσαρμοστεί τόσο γρήγορα σε ένα άλλο μπάσκετ από αυτό που παίζει από τα 18 του και μάλιστα χωρίς βοήθεια από τους υπόλοιπους;
Ο Καλάθης, ο βυσματίας Θανασάκης, ο Παπαπέτρου και ο Παπαγιάννης είναι/ήταν μέλη μιας ομάδας που πανηγύρισε έξαλλα επειδή μπήκε στα πλέι οφ της Euroleague, όπου την περίμενε το σκουπόξυλο της Ρεάλ. O Μπουρούσης είναι στα 36, ο Παπανικολάου δεν έχει καμία σχέση με τον παίκτη που πήγε κάποτε στο NBA, ο Μάντζαρης προσπαθεί να κάνει νέο ξεκίνημα μετά τη χειρότερη σεζόν της καριέρας του, ο Λαρεντζάκης έχει μονάχα παραστάσεις ΑΕΚ και Τσάμπιονς Λιγκ. Αν σε αυτούς προσθέσουμε τον Βασιλόπουλο που πήγε «συμβολικά» στο Μουντομπάσκετ, είναι σαφές πως για τον έναν ή τον άλλο λόγο κανείς τους δεν έχει τη φρεσκάδα ή το ταλέντο για να κάνει από μόνος του τη διαφορά. Αυτή που έκανε στο μέτρο του δυνατού ο Πρίντεζης στα ματς της πρώτης φάσης, παρότι σε λίγους μήνες κλείνει τα 35.
Τι μας έμεινε; Ο Κωστάκης ο Σλούκας, που στην ιδέα ότι θα αναλάμβανε στον Ολυμπιακό ρόλο αντίστοιχο με εκείνον του Σπανούλη το 2011, ένιωσε τα χέρια του να τρέμουν και τα μαλλιά του να γκριζάρουν από το άγχος. Να φύγεις από την ασφάλεια των σταρ της Φενέρ και να πρέπει να γίνεις το πρώτο βιολί σε μια ομάδα σαν αυτή που προσπαθεί να χτίσει ο Μπλατ; Δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι άλλο πράγμα ο σπουδαίος παίκτης και άλλο ο γεννημένος ηγέτης. Αφού απέρριψε αυτόν τον ρόλο στα 29 του ο Σλούκας, τότε δεν θα τον αναλάβει ποτέ. Θα πηγαινοέρχονται παιχταράδες δίπλα του, αρκετοί εξ αυτών θα κάνουν το άλμα στο NBA αλλά ο ίδιος θα είναι βολεμένος στους μπακλαβάδες της Πόλης. Δεν είναι κακό αυτό, ωστόσο αποδεικνύει περίτρανα πως έκαναν λάθος όσοι πίστεψαν πως θα μπορούσε να σηκώσει στις πλάτες του βάρος αντίστοιχο με εκείνο που κουβάλησε κάποτε ο Σπανούλης.
Αυτοί οι 11 λοιπόν, κλήθηκαν να πλαισιώσουν τον καλύτερο παίκτη του κόσμου για τη χρονιά που πέρασε. Διότι αυτή είναι η βαρύτητα του τίτλου του MVP στο NBA που κατέκτησε ο Γιάννης Αντετοκούνμπο. Φέραμε έναν σούπερ σταρ από την άλλη άκρη του κόσμου, του συστήσαμε κι έναν συμπαθέστατο διοπτροφόρο κύριο ως προπονητή και του είπαμε: «Γιαννάκη, ξέχνα αυτά που ήξερες. Εδώ είναι Ελλάδα. Εμείς δεν τη σηκώνουμε την πολλή αριστεία. Θα σκρινάρεις, θα σπρώξεις, θα κουβαλήσεις και τα νερά άμα λάχει. Επίσης, θέλουμε από σένα 25 πόντους και δέκα ασίστ. Το πως θα τα καταφέρεις είναι δικό σου πρόβλημα. Δεν μπορούμε να ενοχλούμε τον Ζεν Μάστερ Σκουρτό με τόσο ταπεινά πράγματα».
Παρένθεση. Τα πληρωμένα «μπιστόλια» βρήκαν στο πρόσωπο του Παπανικολάου τον βασικό υπαίτιο. Δεν είναι εύκολο να το κόψεις το ρημάδι, ρωτήστε τις πιο έμπειρες «επαγγελματίες» να σας το επιβεβαιώσουν.
Παρότι έγινε εμφανές πλέον ότι το υλικό δεν είναι αυτό που παρουσιαζόταν, προφανώς η Ελλάδα θα μπορούσε να έχει πολύ καλύτερη τύχη και σαφώς καλύτερη εικόνα. Όλος ο κόσμος ξέρει τα δυνατά σημεία του Γιάννη και αρκετοί φαντάζονταν τις αδυναμίες του. Αυτές έπρεπε να έχει στο νου του να μακιγιάρει ο προπονητής, ώστε να πάρει το μάξιμουμ από αυτόν. Και όχι να δηλώνει «ο Γιάννης ξέρει πως να αντιμετωπίσει τους Αμερικάνους», λες και θα έπαιζε μόνος του. Όσο κι αν ήξερε ο Γιάννης, άλλο τόσο ήξεραν οι προπονητές της Team USA αλλά και όλοι οι παίκτες τους. Οι δικοί μας; Δε βαριέσαι αδερφέ…
Η Ελλάδα καλείται να νικήσει αύριο την Τσεχία με διαφορά 12 πόντων. Τυχερή κι εδώ. Αφενός επειδή θα έπρεπε να έχει χάσει με μεγαλύτερη διαφορά από τη Βραζιλία, αλλά δεν επέτρεψαν κάτι τέτοιο οι διαιτητές και αφετέρου διότι οι Βραζιλιάνοι πάλεψαν όσο μπορούσαν με τους Τσέχους και δεν άφησαν το σκορ να φτάσει ή και να ξεπεράσει το -30. Με άλλα λόγια, το ότι θέλουμε +12 και όχι +20 (ή και λίγο παραπάνω) είναι κάτι που οφείλεται σε εξωγενείς παράγοντες και όχι σε δικό μας κατόρθωμα. Έτσι όπως έχει γίνει η διοργάνωση και με τους σφαγμένους Λιθουανούς εκτός (συν τους Τούρκους και τους Γερμανούς), θα είναι αποτυχία αν δεν φτάσουμε στα ημιτελικά. Σκεφτείτε τι θα συνιστά ένας αποκλεισμός από τα προημιτελικά…
Τις παθογένειες του ελληνικού μπάσκετ τις γνωρίζουν όλοι και πρώτοι απ’ όλους εκείνοι που υποδύονται ότι δεν τρέχει τίποτα. Ό,τι στραβό κι ανάποδο υπάρχει λοιπόν στο άθλημα, το έχουμε δει μπροστά μας σε αυτά τα πρώτα τέσσερα ματς. Και πιο πριν, στα φιλικά με τις 100-0 διαιτησίες. Αυτή δυστυχώς είναι η νοοτροπία ετών. Ένας γηραλέος κύριος να κάνει ντου στη γραμματεία σε αγώνα πιτσιρικάδων. Κατά σύμπτωση, να είναι ο ίδιος που αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι να περιστοιχίζεται από σημαντικές προσωπικότητες, επιλέγοντας Τσαγκρώνηδες και Ταβουλαρέες για την αυλή του.
Κατά τα λοιπά, είναι πολλοί εκείνοι που για διάφορους λόγους υπερασπίζονται τους προπονητές. Κι ενώ σε αρκετές περιπτώσεις έχουν δίκιο, σε άλλες το χάνουν. Εννοείται ότι ένας προπονητής ξέρει καλύτερα απ’ όλους την ομάδα του. Και εννοείται πως κανείς μη προπονητής δεν μπορεί να του πει πως θα κάνει τη δουλειά του. Το αποτέλεσμα της δουλειάς του όμως, δικαιούται να το κρίνει οποιοσδήποτε. Το ίδιο συμβαίνει με μια ταινία ή ένα φαγητό. Χρειάζεται να είσαι σκηνοθέτης για να εκφέρεις γνώμη γι’ αυτό που είδες ή μήπως πρέπει να είσαι Masterchef για να πεις αν σου άρεσε ή όχι το φαγητό;