Τις προηγούμενες μέρες, η ελληνική κοινωνία παρουσιάστηκε σοκαρισμένη από την αυτοκτονία ενός δεκαπεντάχρονου μαθητή, ο οποίος όπως προκύπτει, ήταν θύμα bullying. Ο όρος αυτός εμφανίστηκε για τα καλά στο προσκήνιο της ελληνικής επικαιρότητας, όταν πριν από τρεισήμισι χρόνια μαθαίναμε για την παρόμοια κατάληξη του φοιτητή Βαγγέλη Γιακουμάκη στα Γιάννενα. Τα παραδείγματα βέβαια είναι αρκετά και αποτελεί γεγονός ότι το φαινόμενο του εκφοβισμού ή bullying πάντα υπήρχε στην κοινωνία μας, απλώς τα τελευταία χρόνια αυξάνονται τα περιστατικά. Κατά συνέπεια είναι σχεδόν υποκριτικό να «πέφτουμε από τα σύννεφα» κάθε φορά που βγαίνουν στη δημοσιότητα παρόμοιες ιστορίες. Τί φταίει όμως;
Φυσικά, η οικογένεια και το σχολικό περιβάλλον διαδραματίζουν τον σημαντικότερο ρόλο. Εξάλλου, ένα παιδί είτε είναι θύμα, είτε θύτης, διαμορφώνεται από συγκεκριμένα πρότυπα στο σπίτι, αλλά και από την στάση ή ακόμη και την αδιαφορία των εκπαιδευτικών και του ευρύτερου σχολικού περιβάλλοντος. Είναι δεδομένο ότι ο σημερινός μηχανισμός του σχολείου προσπαθεί, ωστόσο μοιάζει να μην μπορεί να διαχειριστεί και να αντιμετωπίσει ριζικά το πρόβλημα. Στο μυαλό μου έρχεται το φοβερό αντιρατσιστικό πείραμα της εκπαιδευτικού Τζέιν Έλιοτ, που έγινε σε σχολείο της Αμερικής το 1968.
Η Έλιοτ προσπάθησε να μεταδώσει στους μαθητές της μια βιωματική εμπειρία για τον ρατσισμό και τις διακρίσεις, μια μέρα μετά την δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ, που είχε «ταράξει» τις ΗΠΑ. Έτσι, χώρισε την τάξη σε δυο ομάδες και ξεκίνησε το πείραμά της, υποστηρίζοντας ότι η μια ομάδα ήταν «ανώτερη» από την άλλη. Για όλη τη διάρκεια της σχολικής μέρας, οι μαθητές της μιας ομάδας αντιμετωπίζονταν με ευνοϊκότερο τρόπο σε σχέση με την άλλη ομάδα. Η Έλιοτ, αντιλήφθηκε ότι χρειάστηκε μόνο μια μέρα για αυτή την ομάδα, ώστε να γίνει σκληρότερη και γεμάτη αυτοπεποίθηση και η «κατώτερη» ομάδα να γίνει ευάλωτη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η «ανώτερη» ομάδα ήταν πότε τα παιδιά που είχαν μπλε μάτια και πότε τα παιδιά με καστανά μάτια. Έπρεπε με αυτόν τον τρόπο να βιώσουν όλοι οι μαθητές τις ίδιες προκαταλήψεις. Στο τέλος της δεύτερης μέρας η δασκάλα συζήτησε με τα παιδιά για το πως ένιωθαν κατά τη διάρκεια του πειράματος και σύγκρινε τις συνθήκες της εικονικής τάξης με τον ρατσισμό της κοινωνίας. Τα παιδιά που πλέον είχαν αντιληφθεί το ρατσιστικό πρόβλημα, δήλωσαν ότι πήραν το μάθημά τους.
Αξίζει να αναφερθεί ότι την εποχή που έγινε το πείραμα δεν υπήρχε ουσιαστικά κανένα τεχνολογικό μέσο. Αυτό το γεγονός έχει σημασία γιατί στη σημερινή εποχή της μεγάλης τεχνολογικής ανάπτυξης, έχει σημειωθεί και η αύξηση του φαινομένου bullying. Η εισβολή της τεχνολογίας και του διαδικτύου στις ζωές των παιδιών, συχνά τα οδηγεί σε λανθασμένα πρότυπα. Σήμερα, ένα παιδί μπορεί να στέκεται μπροστά σε μια οθόνη και να βλέπει σε «κοινωνικές» εκπομπές ή σειρές ότι είναι φυσιολογικό να μιλάει κάποιος χυδαία, να ασκεί βία, να κλέβει ή να ερωτοτροπεί συνεχώς. Ένα υγιές κοινωνικό περιβάλλον όμως, πρέπει να οριοθετεί και να προστατεύει τα παιδιά από τα «κακά» πρότυπα.
Σαφώς, η σύγχρονη οικονομική κρίση παίζει το ρόλο της, καθώς τείνει να παραμορφώσει τον χαρακτήρα της μέσης ελληνικής οικογένειας. Οι περισσότεροι γονείς «τρέχουν και δεν φτάνουν» για τα βασικά αγαθά ενός σπιτιού και σε πολλές περιπτώσεις τα παιδιά είναι ανεξέλεγκτα. Σε αυτό το πλαίσιο, η σχολική κοινότητα πρέπει να είναι περισσότερο προσεκτική και συνειδητοποιημένη. Μέσα από δημιουργικές και αθλητικές δραστηριότητες οι οποίες θα μάθουν στα παιδιά έννοιες όπως ο σεβασμός, η ισότητα και η συλλογικότητα, το οικογενειακό και το σχολικό σύστημα μπορούν να αλληλοσυμπληρώνονται ιδανικά.
Πλέον, δεν είναι εύκολο αυτό, αλλά αξίζει η προσπάθεια γιατί τα περιστατικά εκφοβισμού και ρατσισμού συνεχώς αυξάνονται και στο τέλος θα μας φαίνονται απολύτως φυσιολογικά. Όσον αφορά στη χρήση του διαδικτύου, απαιτείται μέτρο διότι η καθημερινή κατάχρηση είναι δεδομένο ότι ενισχύει την ατομικότητα και ελαττώνει την συλλογικότητα, που αποτελεί σημαντική αξία για ένα παιδί. Κοιτάζοντας λοιπόν, πέρα από την κρίση, πρέπει να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε την μείωση μισθών ή την επιβολή υψηλής φορολογίας, συνεχώς ως δικαιολογίες. Είναι κρίμα ο σύγχρονος τρόπος ζωής να μας οδηγήσει σε έναν κόσμο στον οποίο οι βασικές ανθρώπινες αξίες τείνουν να χαθούν.
Κλείνοντας, έχει ενδιαφέρον να πούμε ότι λίγα χρόνια μετά το πείραμα της Έλιοτ, οι μαθητές της συναντήθηκαν και πάλι. Ο σκοπός αυτής της συνάντησης ήταν να συζητήσουν γύρω από το πείραμα, ως ενήλικες πια, κατά πόσο επηρέασε θετικά ή αρνητικά την εξέλιξή τους. Συμφώνησαν όλοι, χωρίς δεύτερη σκέψη ότι διαμόρφωσε θετικά τον χαρακτήρα τους και αποσαφήνισαν ότι ήταν ένα μάθημα που πρέπει να διδαχτούν όλα τα παιδιά.