Ξεκίνησε σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας η δίκη για τη δολοφονία του Νίκου Μουστάκα, του φοιτητή από τη Σκοτία που βρισκόταν στην Ελλάδα για διακοπές, όταν δύο άνδρες προσπάθησαν να τον ληστέψουν και τελικά τον σκότωσαν, ρίχνοντάς τον από γκρεμό στου Φιλοπάππου πέρυσι τον Αύγουστο.
Στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθονται ένας 29χρονος Πακιστανός και ένας 26χρονος Ιρακινός, οι οποίοι δικάζονται για ανθρωποκτονία από πρόθεση και ληστεία.
Στην κατάθεσή του, ο 29χρονος δράστης παραδέχθηκε την εμπλοκή του στην υπόθεση της δολοφονίας, υποστηρίζοντας ωστόσο πως δεν έσπρωξε τον 25χρονο στον γκρεμό, καθώς ήθελε μόνο να τον κλέψει.
Συγκλονιστική ήταν η κατάθεση του πατέρα του άτυχου νέου, ο οποίος είπε: «Ο γιος μου είχε φύγει 21 ετών από την Ελλάδα. Ζούσε και εργαζόταν τέσσερα χρόνια στη Σκωτία, όπου πήγε για να φτιάξει τη ζωή του. Πέρυσι όλα ήταν στρωμένα γι’ αυτόν, είχε άδεια και σε τρεις ημέρες θα έφευγε για να επιστρέψει στη Σκωτία.
Ο γιος μου πήγε με μια φίλη στου Φιλοπάππου. Ήταν απόγευμα προς βραδάκι. Πήγε κάποιος νέος και τους ζήτησε τσιγάρο. Ο γιος μου του είπε πως δεν έχει τσιγάρα μαζί του. Αυτός έφυγε και, όταν έφυγε, ο κόσμος που βρισκόταν στο σημείο ξαναγύρισε μαζί με άλλους δυο. Ο ένας έσπασε ένα μπουκάλι, ο άλλος απειλούσε τον γιο μου με μαχαίρι και ο ανήλικος κρατούσε την κοπέλα για να πάρει ό,τι είχε πάνω της.
Κι εγώ διερωτώμαι: Ο γιος μου ήταν 1,77. Αυτοί οι δυο δεν μπορούσαν να του πάρουν ό,τι είχε πάνω του αντί να τον σκοτώσουν; Τον έσυραν μέχρι τον γκρεμό κι έπεσε το παιδί. Ο ένας είχε άσυλο, δεν ξέρω πώς του δόθηκε. Τον πλήρωναν 400 ευρώ, είχε σπίτι. Αυτό το κόλπο με το τσιγάρο ήταν προσχεδιασμένο προκειμένου να κάνουν επόπτευση του χώρου. Πιστεύω ακράδαντα ότι είχαν πρόθεση να τον σκοτώσουν. Ο Πακιστανός πήγαινε εκεί κάθε μέρα, τον ήξερε καλά τον χώρο».
Για προμελετημένο σχέδιο έκανε λόγο και η μητέρα του Νίκου Μουστάκα: «Μας είπε η κοπέλα, όταν έφυγε ο κόσμος, πως τους προσέγγισαν δυο άτομα, μελαψοί, ένας κοντός κι ένας μεσαίος, και τους ζήτησαν τσιγάρο. Τους απάντησε ο γιος μου ότι δεν είχαν τσιγάρα και αυτοί δυσαρεστήθηκαν. Κάθισαν 2-3 λεπτά κι έφυγαν. Μετά από λίγο επέστρεψαν. Ήταν τρεις και έσπασαν ένα μπουκάλι. Ο ένας κρατούσε ένα μπουκάλι σπασμένο και ένα μαχαίρι. Βίωσαν τον απόλυτο φόβο.
Εγώ μέχρι να πεθάνω θα αναρωτιέμαι το εξής, γιατί δεν μπόρεσαν να ληστέψουν και έπρεπε να σκοτώσουν κιόλας. Ήταν τρεις και ο γιος μου ήταν μέτριος και σαν κλωναράκι. Η ομάδα δρούσε με απόλυτη ψυχραιμία. Είχαν πάει όχι μόνο για να ληστέψουν αλλά για να σκοτώσουν. Ήταν ιδιαίτερα βίαιοι και απειλητικοί. Ο Νίκος τους είπε να ηρεμήσουν. Τον έπιασαν από τη μπλούζα και τον πήγαν σηκωτό προς τον γκρεμό. Ο γιος μου ήταν στην πλάτη με τον γκρεμό. Δεν μπορούσε να πάει μόνος του πίσω – πίσω, είναι βραχώδες το σημείο, θα έπεφτε. Τον πήγαιναν σηκωτό. Γιατί ήταν δυο και σωματώδεις. Τον οδήγησαν στον γκρεμό για να τον φοβίσουν. Όμως, όταν έφτασαν στον γκρεμό, ήξεραν τι είχε από κάτω, εκεί δρούσαν, ήταν τα λημέρια τους.
Ήταν συνειδητό και προμελετημένο το σχέδιο. Πήγαιναν ρωτούσαν για τσιγάρο, βολιδοσκοπούν και έπειτα φώναζαν τον τρίτο. Τράβηξαν και έδωσαν μια και έσπρωξαν το παιδί στο κενό. Στην τελική πράξη του δράματος. Αντί να τον βάλουν κάτω τον έσπρωξαν στον γκρεμό. Ο γιος μου τους εκλιπαρούσε να ηρεμήσουν. Δεν με κοιτάνε στα μάτια γιατί είναι θρασύδειλοι αν και οπλισμένοι και σωματώδεις τα έβαλαν με ένα κλαράκι».
Συγκλονιστική ήταν και η κατάθεση της 24χρονης Πορτογαλίδας φίλης του νεαρού, που έζησε τον τρόμο τόσο της επίθεσης όσο και της δολοφονίας του Νίκου. Η κοπέλα αναγνώρισε στα πρόσωπα των δυο κατηγορουμένων τους δράστες που τους επιτέθηκαν τη μοιραία βραδιά.«Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι είναι αυτοί οι δυο άνδρες που είναι στην αίθουσα. Ήρθαν από πίσω μας και οι τρεις. Ήταν στα πέντε μέτρα από την πλάτη μας και από εκεί και πέρα μας ανακοίνωσαν τι θα γινόταν. Ο Ιρακινός έσπασε το μπουκάλι στο έδαφος και μας ζήτησε να δώσουμε όλα τα πράγματα μας. Ο Πακιστανός πήγε στο Νίκο με μαχαίρι πολύ κοντά στην κοιλιά του και ο Ιρακινός μας κράτησε από τους ώμους για να μην σηκωθούμε. Το τρίτο άτομο (ανήλικος) έψαχνε την τσάντα μου και με ρωτούσε πού είναι το κινητό και τα χρήματα μου και αφαιρούσε πράγματα από την τσάντα. Ο Νίκος σηκώθηκε και αυτοί ζητούσαν συνέχεια το κινητό και προσπαθούσαν να αφαιρούσαν πράγματα. Ο Ιρακινός πήρε το κινητό μου από την τσέπη μου.
Όταν σηκώθηκε, οι δυο τον άρπαξαν και άρχισαν να τον τραβάνε προς τον γκρεμό. Τον είχαν με την πλάτη προς τον γκρεμό και τον έσπρωχναν. Ο Πακιστανός είχε το μαχαίρι συνεχώς στην κοιλιά του Νίκου. Σταμάτησαν στην άκρη του γκρεμού για 5 δευτερόλεπτα. Εγώ φώναζα στο Νίκο και, όταν ξανακοίταξα, είδα το Νίκο να πέφτει. Μετά σταμάτησαν δυο δευτερόλεπτα και άρχισαν να τρέχουν. Ο τρίτος συνέχισε να ψάχνει την τσάντα και έφυγε…. Φώναξα βοήθεια ακόμα και από τους κατηγορούμενους γιατί δεν θα μπορούσα να πιάσω μόνη μου το Νίκο. Ήταν σίγουροι για τις κινήσεις τους, ήξεραν τι έκαναν. Φοβήθηκα για τη ζωή μου. Όταν ήρθαν, τους έλεγε ο Νίκος πως δεν υπάρχει λόγος να το κάνουν αυτό. Τους παρακαλούσε να μην τον σπρώχνουν προς τον γκρεμό. Τον κρατούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια ακόμα και στην άκρη του γκρεμού. Αν ήθελαν, θα μπορούσαν να τον έχουν κρατήσει να μην πέσει».






