Λόγος δημόσιος και υπερασπιστικός της πρότασης της Super League 1 να καταργηθεί η ποινή της αφαίρεσης βαθμών, καθώς δεν προσφέρει το παραμικρό στην δήθεν πολιτική αντιμετώπισης της γηπεδικής βίας, ενώ, αντίθετα, παράγει (η ίδια η ποινή και η διαδικασία επιβολής της) βία.
Η πρόταση, όπως κατατέθηκε, είναι εξαιρετικά σοβαρή και σε απόλυτη αντιστοιχία με τα δεδομένα που ισχύουν διεθνώς. «Που πάσχει»; Στο ότι είναι απολύτως αναντίστοιχη με την παγιωμένη νεοελληνική πραγματικότητα, όπως την διαμορφώνει η έσχατη κανονιστική υποκρισία ενός ημι-παράνομου ποδοσφαιρικού συστήματος.
Σε όλα τα μήκη και πλάτη του ποδοσφαιρικού πλανήτη η ποινή της αφαίρεσης βαθμών είναι η έσχατη που επιβάλλεται πειθαρχικά. Στην ουσία δεν επιβάλλεται ποτέ. Ο λόγος; Όσα εξελίσσονται εντός του αγωνιστικού χώρου δεν είναι κανονιστικά ορθό να εξαρτώνται από τα όσα συμβαίνουν στις εξέδρες ή ακόμη –ακόμη έξω από το γήπεδο (στον περιβόητο «περιβάλλοντα χώρο»).
Η γηπεδική βία, παρούσα στον ένα ή στον άλλο βαθμό σε όλες τις κοινωνίες και στις αντίστοιχες ποδοσφαιρικές πραγματικότητες, έχει, από ικανού χρόνου, προκύψει ότι δεν αντιμετωπίζεται σε καμία περίπτωση με τη λογική της μετακύλισης του συνόλου των ευθυνών στις ποδοσφαιρικές εταιρείες με ένα τρόπο γενικευμένο και άκριτο. Το κανονιστικό πλαίσιο που επιχειρεί να αντιμετωπίσει τη βία και τα παράγωγα της έχει από πολύ καιρό εκσυγχρονιστεί και έχει καταστεί πιο αποτελεσματικό, καθώς προκρίνει απέναντι στη γενικευμένη εφαρμογή της λογικής της αντικειμενικής ευθύνης την εξατομίκευση της βίας και την αναλογική, μεταξύ φυσικού και αντικειμενικού παραγωγού, κατανομή της και στο πεδίο των ποινών.
Με άλλα λόγια όλες οι σοβαρές κοινωνίες έχουν στρέψει τη βασική τους πρόνοια στην αντιμετώπιση, σε πρώτο πλάνο, του φυσικού αυτουργού, στην ποινικοποίηση της δράσης του, στην πρόληψη και στην καταστολή της, ώστε η δράση αυτή να καταστεί «μη νόμιμη» και να ελέγχεται εύκολα και γρήγορα. Όλο το κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική των εισιτηρίων, την εισόδου και παραμονή στο γήπεδο, την ατομική συμπεριφορά στις εξέδρες και των επιπτώσεων που προκύπτουν από την όποια παράβαση εκδηλώνεται οδηγεί στη διαμόρφωση μιας κοινής συνείδησης, ενός Κώδικα συμπεριφοράς των οπαδών που κατατείνει στην αποδοχή του «άλλου», άρα στον αναγκαίο ποδοσφαιρικό πολιτισμό.
Στην Ελλάδα ουδένα από αυτά συμβαίνει ή συνέβη ποτέ.
Ουδέποτε το πλαίσιο για την αντιμετώπιση της βίας εκσυγχρονίστηκε ή επιχειρήθηκε, με σχέδιο και οργάνωση, να προσαρμοστεί στα διεθνώς ισχύοντα, να αντλήσει διδάγματα από τους «κουτόφραγκους». Παρέμεινε, ως θύμα ιδεολογισμών και ιδεοληψιών για δήθεν «ατομικά δικαιώματα» και άλλες ανάλογες αριστερίλες του κερατά, στάσιμο, άρα αναποτελεσματικό. Η λογική «της ήσσονος προσπάθειας» και η απόλυτη ανυπαρξία οργανωμένου κρατικού μηχανισμού βρήκαν την εύκολη λύση στην «αντικειμενική ευθύνη των ομάδων», την οποία ανέδειξαν σε λύση « δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν», ώστε να δικαιολογούν, δι’ αυτής, την προφανή και εγκληματική αδυναμία τους να πάρουν αποφάσεις και να τις εφαρμόσουν.
Η πρόταση για την κατάργηση των ποινών αφαίρεσης βαθμών αυτή ακριβώς την ανικανότητα φωτίζει και φέρνει στο προσκήνιο. Αυτόν τον ακραίο ωχαδερφισμό όλων των «αρμόδιων» κάθε εποχής, που είδαν (και φωτίστηκε το πρόσωπο τους) στην ευκολία της μετακύλισης των ευθυνών τη δική τους, ατομική σωτηρία από την ανάγκη «να κάνουν κάτι, να κουνήσουν έστω το δάχτυλο τους». Για το λόγο αυτό δεν έχει καμία τύχη να γίνει αποδεκτή στο νεοελληνικό καφενείο ανεξάρτητα από το πόσο σοβαρή, μελετημένη και ποδοσφαιρικά ορθή είναι.
Για όσο χρόνο ένα ολόκληρο παρά-σύστημα βολεύεται να παραμένει αδρανές, να κοροϊδεύει την κοινωνία, να αναπαράγεται με απίστευτη ευκολία στο έδαφος της θεσμικής ανυπαρξίας, η εξατομίκευση της βίας, άρα η οργανωμένη αντιμετώπιση του φυσικού αυτουργού, θα λοιδορείται και θα φορτώνεται με κάθε λογής ιδεολογισμούς και δικαιωματισμούς για δήθεν ατομικά δικαιώματα που δεν πρέπει να παραβιάζονται ή να αναστέλλονται και άλλες ανάλογες αστειότητες.
Ζήτω η αντικειμενική ευθύνη των ΠΑΕ λοιπόν και δι’ αυτής «να έχουμε το κεφαλάκι μας ήσυχο και ας πάνε να πνιγούν οι υπόλοιποι»…