Ο Τσίπρας είχε δεχθεί το «Μακεδονία του Ίλιντεν» αλλά η συμφωνία δεν προχώρησε γιατί υπήρξε αντίδραση της αντιπολίτευσης στην Ελλάδα, αποκάλυψε ο Ζόραν Ζάεφ
Στην αποκάλυψη ότι ο λόγος που είπε «ναι» στον όρο «Βόρεια Μακεδονία» για την ονομασία της ΠΓΔΜ και στο εσωτερικό της χώρας ήταν ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αποδέχθηκε τη «μακεδονική ταυτότητα» προχώρησε ο Ζόραν Ζάεφ στο ντιμπέιτ με τον αρχηγό του κόμματος της αντιπολίτευσης (VMRO-DPMNE) Κρίστο Μίτσοσκι.
Στην ίδια τηλεμαχία ο Ζάεφ είπε, επίσης, ότι ο Αλέξης Τσίπρας είχε δεχθεί την πρότασή του για ονομασία «Μακεδονία του Ίλιντεν» αλλά, όπως είπε, απορρίφθηκε από την ελληνική αντιπολίτευση με αποτέλεσμα να μην προχωρήσει η σχετική συμφωνία.
Ο Ζόραν Ζάεφ αναφέρθηκε και στο θέμα της «μακεδονικής γλώσσας» και της «μακεδονικής ταυτότητας» για την οποία είπε ότι «λάμπει στον ΟΗΕ». «Η επιγραφή της “μακεδονικής γλώσσας” και της “μακεδονικής ταυτότητας” λάμπουν στον ΟΗΕ όπου καταχωρήθηκαν χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις. Η “μακεδονική γλώσσα” είναι η γλώσσα των “Μακεδόνων” στην Αυστραλία, την Αμερική, στον Καναδά, την Ελβετία, τη Γερμανία και κανείς δεν την αμφισβητεί» είπε χαρακτηριστικά.
Ο Κρίστο Μίτσκοσκι πίεσε αρκετές φορές, όπως γράφει το liberal.gr, τον Ζάεφ να απαντήσει στο ερώτημα εάν στην Ελλάδα ζουν «Μακεδόνες» και ποιες γλώσσες ομιλούνται στην ελληνική Μακεδονία. Ωστόσο ο κ. Ζάεφ αρνήθηκε να απαντήσει προκειμένου να αποφύγει να κατηγορηθεί για παραβίαση της Συμφωνίας των Πρεσπών. «Δεν θα παρασυρθώ από τον κ. Μίτσκοσκι ώστε να έρθω σε αντιπαράθεση με την Ελλάδα» απάντησε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με το voria.gr, Ζόραν Ζάεφ υπερασπίστηκε με θέρμη τη Συμφωνία των Πρεσπών σημειώνοντας ότι με αυτήν ανοίγει ο δρόμος για την ένταξη της «Βόρειας Μακεδονίας» στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, ενώ ο Χρίστιαν Μίτσκοσκι επανέλαβε τους ισχυρισμούς περί μίας «επιζήμιας» για τα εθνικά συμφέροντα της χώρας συμφωνία.
Πάντως, σε επίμονες ερωτήσεις του παρουσιαστή του debate, αλλά και του ίδιου του Ζάεφ, ο Μίτσκοσκι αρνήθηκε να απαντήσει ποια στάση θα τηρήσει έναντι της Συμφωνίας των Πρεσπών – αν θα την κάνει σεβαστή ή θα την αμφισβητήσει – σε περίπτωση που το κόμμα του έρθει στην εξουσία.