O Kύρος Βασάρας εξέθεσε τον Βαγγέλη Γραμμένο και την παρέα του στην ΕΠΟ και αναδεικνύει έμμεσα, αλλά με σαφήνεια τους λόγους που η πορεία της διαιτησίας στην Ελλάδα, οδηγείται στον… γκρεμό.
Ο κορυφαίος Έλληνας διαιτητής όλων των εποχών, είναι αρχιδιαιτητής στην Ρουμανία, όπου υπάρχει εντυπωσιακή εξέλιξη της διαιτησίας, καθώς έβαλε τις βάσεις για να στηθεί ένας πυλώνας που στηρίζει το οικοδόμημα της χώρας.
Σε συνέντευξή του στο κρατικό ραδιόφωνο, ο Κύρος Βασάρας ανέδειξε την καταστροφική πορεία της ελληνικής διαιτησίας, ξεκινώντας από το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο που είναι τα κύτταρο στο οποίο έπρεπε να σταθεί μια αναπτυξιακή δομή. Η Πολιτεία έχει στο μαυροπίνακα το ποδόσφαιρο, καθώς δεν δίνει ούτε ευρώ επιχορήγηση για τα ποδοσφαιρικά σωματεία των Ενώσεων, με την ανοχή της ΕΠΟ, η οποία δε δείχνει κανένα ενδιαφέρον. Είναι χαρακτηριστικό ότι ΜΟΝΟ τα ποδοσφαιρικά σωματεία από το σύνολο των Ολυμπιακών αθλημάτων δεν επιχορηγούνται. Μοιραία εκατοντάδες σωματεία διαλύθηκαν και άλλα λειτουργούν υποτυπωδώς.
Στην ερώτηση για το αν υπάρχουν νέα ταλέντα στον χώρο της διαιτησίας, ο Κύρος Βασάρας ανέδειξε το πρόβλημα: «Σε κάθε χώρο υπάρχουν ταλέντα. Χθες ήμουν πολύ χαρούμενος με τον Στέφανο Τσιτσιπά και έβλεπα στα λόγια του αυτά ακριβώς που έβλεπα κι εγώ. Ότι ήθελα να περνώ τα σκαλοπάτια σοβαρά και με κόπο. Υπάρχουν ταλέντα, αλλά πρέπει να γίνεται καλή ανίχνευση και εκπαίδευση. Δεν μπορούν να παίξουν όλοι στην κορυφαία κατηγορία. Ταλέντο είναι αυτός που το αναγνωρίζει πρώτα μόνος του. Βεβαίως έχουμε και στην Ελλάδα ταλέντα. Τα ταλέντα γεννιούνται μέσα από τους χώρους του ερασιτεχνικού ποδοσφαίρου και όσο πιο δυνατά και ανταγωνιστικά πρωταθλήματα υπάρχουν τόσο πιο εύκολα μπορείς να βρεις κι ένα ταλέντο».
Στην Ελλάδα με την πολιτική της ΕΠΟ, τα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα όχι ανταγωνιστικά δεν είναι, αλλά εμφανίζουν εικόνα απόλυτης παρακμής. Συνεπώς δυσκολεύεται ο εκάστοτε υπεύθυνος να εντοπίσει ταλέντα και να τα αναδείξει».
Απλήρωτοι και αξιοπρέπεια
Οι Έλληνες διαιτητές παρότι οι ΠΑΕ προπληρώνουν κάθε μήνα τις διαιτησίες τους στην ΕΠΟ, παραμένουν απλήρωτοι. Αυτό για τον Κύρο Βασάρα αποτελεί τεράστιο πρόβλημα:
«Ένας διαιτητής για να είναι φοβισμένος πρέπει κάτι να του λείπει. Ίσως είναι ανασφαλής σαν χαρακτήρας, ίσως του λείπει η ψυχολογική προετοιμασία. Δυστυχώς τα αυτονόητα στην Ελλάδα οι διαιτητές ακόμη τα διαπραγματεύονται και με λύπη μου ακούω ότι ακόμα είναι απλήρωτοι. Άρα οι Έλληνες διαιτητές ξεκινούν αμέσως με ένα μείον και η αξιοπρέπεια τους είναι λίγο πιο κάτω όταν μπαίνουν στον αγωνιστικό χώρο. Από αυτούς περιμένουμε να είναι επαγγελματίες αλλά οικονομικά δεν είναι επαγγελματίες ενώ έχουν από πίσω τους οικογένειες. Εγώ θυσίασα το επάγγελμά μου για τη διαιτησία. Άρα οι διαιτητές έχουν να πάρουν πολλές αποφάσεις και πρέπει να είναι ψυχικοί ήρεμοι για να παίρνουν και σωστές αποφάσεις στον αγωνιστικό χώρο».
Λείπει ο προγραμματισμός στην Ελλάδα
Ο Κύρος Βασάρας στάθηκε στις κινήσεις που έκανε όταν ήταν υπεύθυνος για την ανάπτυξη της ελληνικής διαιτησίας, οι οποίες πλέον είναι σε πλήρη απορρύθμιση:
«Όταν ανέλαβα την εκπαίδευση ήταν για να κάνουμε καινούρια πράγματα στην ελληνική διαιτησία. Κάποιοι είχαν πει για μία επανάσταση. Το πρόγραμμα είχε να κάνει με την επιλογή, με την παρακολούθηση, τη σωστή εκπαίδευση, τον προγραμματισμό και τους κανόνες οι οποίοι δεν μπορούν να αλλάζουν κάθε χρόνο.
Έπρεπε να υπάρχει ένα μακρόπνοο πρόγραμμα. Σωστή εκπαίδευση, όχι μόνο για αυτούς που παίζουν αλλά και αυτών που τους κρίνουν. Το πρώτο πράγμα που άλλαξε ήταν ότι αυτός που ασχολείται με αυτό το άθλημα πρέπει να ξέρει καλά τους κανόνες. Αργότερα μπήκε το θέμα της φυσικής κατάστασης. Οι υπέρβαροι διαιτητές σταμάτησαν. Με ευχαρίστηση βλέπω ότι αυτό μένει και σήμερα, επομένως υπάρχουν οι βάσεις της ανάπτυξης.
Όμως δεν μπορεί να βαφτίζονται διαιτητές ταλέντα τον πρώτο χρόνο, το δεύτερο χρόνο να φεύγουν από τον πίνακα και τον τρίτο να βγαίνει κάποιο άλλο. Άρα αυτό σημαίνει ότι μας λείπει ο προγραμματισμός».
Για το τι χρειάζεται ένας ταλαντούχος διαιτητής για να σταθεί σε υψηλό επίπεδο: «Ταλέντα βγαίνουν στις άγονες γραμμές, στα ξερά γήπεδα που πρόλαβα κι εγώ. Αυτά τα ταλέντα θα πρέπει να τσεκάρονται, να ελέγχονται και να προχωρούν. Το ότι εξελίχθηκε το ταλέντο και ότι ξέρει τους κανονισμούς και είναι γυμνασμένος δεν αρκεί. Ο διαιτητής θα πρέπει να έχει και καρδιά και προσωπικότητα για να σταθεί».
Για το τωρινό πρόγραμμα εκπαίδευσης της ελληνικής διαιτησίας: «Δεν ξέρω ακριβώς τι γίνεται. Ξέρω ότι συνεχίζεται ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης. Εγώ έκανα ένα σεμινάριο σε παρατηρητές διαιτησίας με διαδραστικό τρόπο. Ξέρω ότι γίνονται εκπαιδευτικοί κύκλοι και συνεχίζονται πολλά προγράμματα. Εγώ έφτιαξα δύο εκπαιδευτικούς κύκλους. Κάθε Δευτέρα γινόταν συγκέντρωση. ΈΕφτιαχνα βίντεο με άγνωστες φάσεις. Προσπάθησα να φέρω πολύ κόσμο στις σχολές, φέραμε 2.600 διαιτητές, που ήταν ρεκόρ για τη FIFA. Όταν όμως φέρνεις αρκετούς διαιτητές, πρέπει και να επιλέξεις. Πρέπει να δεις και περιοχές που δεν βγάζουν διαιτητές, γιατί δεν βγάζουν. Είναι ένα τεράστιο μάνατζμεντ η διαιτησία».
Για την επιλογή του από την ομοσπονδία της Ρουμανίας ως αρχιδιαιτητής: «Χαίρομαι για την ανανέωση της εμπιστοσύνης τους. Ξεκίνησα με διαιτητές που δεν τους ήξερα. Σε αυτές τις περιπτώσεις εμπιστεύεσαι τους διαιτητές που βελτιώνονται. Κάθε μήνα έχω μίτινγκ και οι διαιτητές της Ρουμανίας έρχονται με δικά τους έξοδα από όλα τα μέρη διότι έχουν μεγάλη δίψα. Τέσσερα χρόνια που είμαι στην Επιτροπή, έχουμε τέσσερις διαφορετικούς πρωταθλητές. Και το σύστημα έχει και πλέι οφ και πλέι άουτ που είναι για μένα πονοκέφαλος διότι σημαίνει περισσότερα παιχνίδια, περισσότεροι ορισμοί.
Έχω ένα μοντέλο, το φτιάχνω, το τηρώ, το εφαρμόζω και το περνάω και από το Εράσμους για να είναι πρότυπο όλων των αθλημάτων.
Έχουμε πολλά παιχνίδια, άρα υπάρχει μεγάλη εμπειρία και στενή παρακολούθηση. Δεν παίζουν όλοι οι διαιτητές μου το ίδιο. Υπάρχουν τρεις κατηγορίες διαιτητών, όμως δεν ανακοινώνονται, είναι εσωτερική βαθμίδα. Αυτές οι κατηγορίες αλλάζουν με βάση την απόδοση των διαιτητών. Η τοπ κατηγορία διαιτητών παίζει τα περισσότερα παιχνίδια».
Για την κριτική που ασκείται στους διαιτητές: «Οι διαιτητές πάντα ασχολούνται με τις ιστοσελίδες, τον Τύπο, έτσι όμως έρχονται ενάντια στον ίδιο τους εαυτό. Η κριτική είναι καλή, θα την πάρεις και θα την αξιολογήσεις, δεν μπορεί όμως να σου επηρεάσει την πορεία».
Για το αν υπάρχει VAR στη Ρουμανία: «Δεν υπάρχει για οικονομικούς λόγους. Είμαστε σύμφωνοι με το VAR, ήδη δύο από τους διεθνείς διαιτητές μου έχουν πάρει το lincensing και τους στέλνω στο εξωτερικό για να παίρνουν την εμπειρία, είτε στο VAR room, είτε ως πρώτοι, είτε ως τέταρτοι».
Για την επιλογή να ορίζονται και ξένοι διαιτητές στην Ελλάδα: «Με τίμησε η πρόσκληση να ασχοληθώ στη Ρουμανία, με επέλεξαν διότι ήθελαν μόνο Ρουμάνους διαιτητές. Αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να φτιάχνεις, να βρίσκεις και να προετοιμάζεις τους διαιτητές της χώρας για τα δύσκολα. Οι χώρες θα πρέπει να στηρίζονται στην εκπαίδευση και στην ανάπτυξη των διαιτητών τους. Για αυτό σου παρέχονται έμπειροι ξένοι εκπαιδευτές. Βέβαια εδώ στην Ελλάδα υπήρχε κάποιος λόγος για να γίνει αυτό. Είναι και η δική μας συμπεριφορά, ο ποδοσφαιριστής και ο παράγοντας δεν αντιδράει το ίδιο σε λάθη των ξένων διαιτητών όπως κάνει στους Έλληνες».
Για το αν τάσσεται υπέρ του VAR: «Είχα πει εξ αρχής θετικά λόγια για το VAR. Αν ο καθένας διαιτητές έχει έξι κρίσιμα λάθη στην καριέρα του τα πέντε μπορούν να αποφευχθούν με το VAR. Δεν θα εξαλείψει όμως τα πάντα, μην περιμένει κάτι τέτοιο ο κόσμος, άλλωστε υπάρχει και ένα πρωτόκολλο χρήσης του διότι μετά δεν θα έχουμε άθλημα».
Για το άγχος των διαιτητών: «Αγαπάω τον διαιτητή διότι ξέρω τι περνάει. Χρειάζεται να έχουν εμπιστοσύνη και δύναμη και να προχωρούν χωρίς να φοβούνται τίποτα. Αυτός που μπαίνει στον αγωνιστικό χώρο μπορεί να έχει το άγχος της ευθύνης για τα πρώτα δύο λεπτά, μετά όμως δεν δικαιολογείται να έχει άγχος. Από αυτόν εξαρτάται πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει κάνοντας την αυτοκριτική του μετά από κάθε αγώνα».